Απόψεις
Παρασκευή, 01 Μαρτίου 2019 10:00

Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ...

Γνωρίζατε ότι, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η Ελλάδα είναι 132η από τις 190 χώρες του δείκτη «Doing Business 2019» ως προς την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης και ότι στη χώρα μας χρειάζονται 1.580 ημέρες, πάνω δηλαδή από τέσσερα χρόνια, για την επίλυση μιας συγκεκριμένου τύπου δικαστικής διαφοράς για μια επιχείρηση; , γράφει η Κατερίνα Τζωρτζινάκη.

Από την έντυπη έκδοση

Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]

Γνωρίζατε ότι, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η Ελλάδα είναι 132η από τις 190 χώρες του δείκτη «Doing Business 2019» ως προς την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης και ότι στη χώρα μας χρειάζονται 1.580 ημέρες, πάνω δηλαδή από τέσσερα χρόνια, για την επίλυση μιας συγκεκριμένου τύπου δικαστικής διαφοράς για μια επιχείρηση; 

Μήπως έχετε πληροφορηθεί ότι η Ελλάδα έχει μία από τις χειρότερες αναλογίες δικαστικών υπαλλήλων ανά δικαστή (1,5:1 το 2016, όταν ο μέσος όρος χωρών του Συμβουλίου της Ευρώπης ήταν 3,9:1); 

Ακόμη κι έτσι, και παρά την οικονομική μπόρα, δικαστές έχουμε (25,8 ανά 100.000 κατοίκους, μ.ό. Συμβουλίου Ευρώπης 21,5), και υπερπλεόνασμα δικηγόρων (390 ανά 100.000 κατοίκους, ενώ στη Γαλλία 98, στην Ελβετία 142, στο Βέλγιο 164 και στην Πορτογαλία 296). 

Σίγουρα έχετε παρατηρήσει ότι το δικαστικό σύστημα δεν χρησιμοποιεί σε σημαντικό βαθμό τεχνολογικές λύσεις και πνίγεται σε χαρτιά και διυλίσεις, αλλά έχετε ακούσει ότι η χώρα έχει έναν από τους μεγαλύτερους αριθμούς δικαστηρίων κατά κεφαλήν στην Ε.Ε. (3 ανά 100.000 κατοίκους, όταν η Ιταλία έχει 1,4 και η Πορτογαλία 2,5, η δε Ολλανδία 0,2); 

Πόσα δαπανούμε, όμως, για τη λειτουργία του δικαιοδοτικού συστήματος; Σαφώς λιγότερα από τον μέσο όρο των χωρών του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπου ανά κάτοικο το 2016 αντιστοιχούσαν 64 ευρώ, ενώ στην Ελλάδα 41,3 ευρώ, στην Ισπανία 79,1 και στην Ιταλία 75, για να περιοριστούμε στον Νότο. 

Έρευνα της ΔιαΝΕΟσις, την οποία εκπόνησαν επτά δικαστικοί λειτουργοί, περιλαμβάνει προτάσεις μεταρρυθμίσεων σε πέντε άξονες, από τη μείωση του αριθμού των διοικητικών πρωτοδικείων σε 12 από 30, που ευνόητο είναι ότι δεν θα γίνει δεκτή με ενθουσιασμό, μέχρι την ανάγκη εφαρμογής της «ψηφιακής δικογραφίας». 

Η διάγνωση δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, ιδέες κατατίθενται, συζητήσεις γίνονται, κοινωνικά αίτια αναδεικνύονται, τα οποία ουσιαστικά δημιουργούνται από τις εκάστοτε πολιτικές επιλογές σε διάφορους τομείς (φορολογικό, συνταξιοδοτικό κ.λπ., που γιγαντώνουν τη δικαστική ύλη), νομοθετικές πρωτοβουλίες έχουν αναληφθεί, αλλά δεν γυρίζει ο τροχός. Με τον ένα ή άλλο τρόπο, τις χαμηλές στροφές στην απονομή δικαιοσύνης, που αρκετές φορές αγγίζει τα όρια της αρνησιδικίας, πληρώνει ο φτωχός.