Τα επόμενα χρόνια, η ευφυής γεωργία θα μπορούσε να ωφελήσει 80-150 εκατομμύρια αγρότες να παράγουν με ακρίβεια και μειωμένο κόστος. Συγκεκριμένα, το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ υπολογίζει πως ο αγροτικός τομέας θα είναι σε θέση να παράγει 100-300 εκατ. τόνους περισσότερα προϊόντα, μειώνοντας παράλληλα το κόστος παραγωγής από 40 έως 100 δισ. δολάρια. Την ίδια στιγμή, η χρήση νερού μπορεί να μειωθεί κατά 50-180 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα.
Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
Τα επόμενα χρόνια, η ευφυής γεωργία θα μπορούσε να ωφελήσει 80-150 εκατομμύρια αγρότες να παράγουν με ακρίβεια και μειωμένο κόστος. Συγκεκριμένα, το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ υπολογίζει πως ο αγροτικός τομέας θα είναι σε θέση να παράγει 100-300 εκατ. τόνους περισσότερα προϊόντα, μειώνοντας παράλληλα το κόστος παραγωγής από 40 έως 100 δισ. δολάρια. Την ίδια στιγμή, η χρήση νερού μπορεί να μειωθεί κατά 50-180 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα.
Τα αποτελέσματα αυτά εξαρτώνται από το γεγονός ότι οι αγρότες θα έχουν πρόσβαση σε δεδομένα τηλεπισκόπησης, όπως οι δορυφορικές εικόνες και οι μετεωρολογικοί σταθμοί στο χωράφι, με την επιφύλαξη πως οι εταιρείες θα προστατεύουν τα προσωπικά δεδομένα κάθε αγρότη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, τη στιγμή που οι επενδύσεις στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης για τη χρήση νέων τεχνολογιών έχουν ξεπεράσει τα 145 δισ. δολάρια τα τελευταία οκτώ χρόνια, στον αγροδιατροφικό τομέα ο αριθμός αυτός φτάνει μόλις τα 14 δισ. δολάρια.
Στο μεταξύ, κεφάλαια πέραν των 700 εκατ. δολαρίων απορρόφησαν για επενδύσεις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην αγροτεχνολογία το 2017, ποσό διπλάσιο έναντι του προηγούμενου έτους. Όπως αναφέρεται σε πρόσφατο δημοσίευμα των Financial Times, οι νεοσύστατες εταιρείες και οι βιομηχανικοί γίγαντες αγωνίζονται για τη δημιουργία νέων μηχανών που θα ενισχύσουν την παραγωγή τροφίμων και την κερδοφορία των εκμεταλλεύσεων. Οι νεοσύστατες επιχειρήσεις, τα ταμεία επιχειρηματικών κεφαλαίων και οι μεγάλες γεωργικές εταιρείες επιστρατεύουν τα «ρομπότ» προκειμένου να λύσουν τα πιο ακανθώδη προβλήματα στη γεωργία. Σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα, σε αυτή τη φάση υπάρχουν δύο τύποι ρομπότ σε ανάπτυξη: αυτά που βοηθούν τους γεωργούς να μειώσουν κόστη, όπως αυτά για ζιζανιοκτόνα, παρασιτοκτόνα και λιπάσματα και αυτά που αντικαθιστούν τους εργάτες κατά τη συγκομιδή.
Ήδη κάποιες τεχνολογίες είναι αρκετά διαδεδομένες: αυτόματοι ελκυστήρες, τηλεκατευθυνόμενα ελικόπτερα για ψεκασμό και drones που αξιοποιούνται για τη επιθεώρηση χωραφιών και ζώων. Ένας τύπος ρομπότ που είναι στα πρώτα στάδια της εμπορικής εκμετάλλευσης μπορεί να ξεχορταριάσει, μειώνοντας την ανάγκη για ζιζανιοκτόνα.
Ρομπότ, όμως, που θα μαζεύουν φρούτα απέχουν πολύ από το να βγουν στο εμπόριο. Φρούτα και λαχανικά δεν αναπτύσσονται με ομοιόμορφα μεγέθη, ούτε ωριμάζουν με τον ίδιο ρυθμό. Επιπλέον, είναι δύσκολο να κατασκευαστεί ένας βραχίονας ρομπότ με αρκετή επιδεξιότητα και ελαστικότητα ώστε να μην πληγώνει τα φρούτα.
Οι εταιρείες προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της συλλογής καρπών με διαφορετικούς τρόπους, από μια μηχανή συλλογής φράουλας με 16 βραχίονες έως ρομποτικά συστήματα σε κινητές πλατφόρμες. Στην παρούσα φάση, όμως, δεν είναι ούτε αρκετά γρήγορα, ούτε αρκετά φθηνά ώστε να αντικαταστήσουν τους εργάτες.
Όπως όμως επισημαίνει το δημοσίευμα, οι συνεχώς αυξανόμενες επενδύσεις που εισρέουν σε μια ποικιλία τεχνολογιών είναι βέβαιο ότι θα αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο αναπτύσσεται η παραγωγική δραστηριότητα.
Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα αναδεικνύεται σε πρωταγωνίστρια στο πεδίο της ευφυούς γεωργίας στην Ευρώπη, καθώς η χώρα αναπτύσσει την πρώτη εθνική υποδομή ευφυούς γεωργίας επί ευρωπαϊκού εδάφους.
Έτσι λοιπόν η μέρα που ο Έλληνας αγρότης θα λαμβάνει με μήνυμα στο κινητό του τηλέφωνο στοιχεία για τις συνθήκες που επικρατούν στο χωράφι του, όπως οι εδαφικές και οι μετεωρολογικές συνθήκες, δεν αργεί. Η στιγμή που οι άνθρωποι της υπαίθρου θα έχουν στον ηλεκτρονικό τους υπολογιστή και στις φορητές συσκευές επικοινωνίας τους, όπου και αν κατοικούν στην Ελλάδα, πληροφορίες για το αν η καλλιέργειά τους χρειάζεται πότισμα, λίπασμα, ή τη λήψη κάποιου είδους προληπτικού μέτρου για την αντιμετώπιση ασθενειών (ψεκασμός, εφαρμογή κατάλληλου σκευάσματος, κ.ά.) και σε τι ποσότητα μάλιστα, δεν είναι σενάριο που έρχεται από το πολύ μακρινό μέλλον.
Έως τα μέσα του 2019, όλα αυτά τα δεδομένα -και για κάθε χωράφι ξεχωριστά- αναμένεται να υπάρχουν σε ένα cloud, από όπου οι αγρότες θα μπορούν να τα αντλούν και, μελετώντας τα, να εξάγουν χρήσιμα συμπεράσματα για την παραγωγή τους. Παράλληλα, η ακαδημαϊκή και η ερευνητική κοινότητα, αλλά και μεμονωμένοι γεωπόνοι θα αποκτήσουν πρόσβαση σε ένα τεράστιο αρχείο δεδομένων για να μελετούν, να εξάγουν συμπεράσματα και να δίνουν ακόμα και εξειδικευμένες συμβουλές ανά παραγωγή και χωράφι.
Επί του πρακτέου η πρώτη φάση του έργου «ψηφιακής γεωργίας» από το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής έχει ολοκληρωθεί και μέσω του προγράμματος αναμένεται να τοποθετηθούν 6.500 επίγειοι σταθμοί, οι οποίοι θα «παρακολουθούν» τις καλλιέργειες με τον αρχικό στόχο να αφορά στην κάλυψη περισσότερων από 15 εκατ. στρέμματα, της μισής δηλαδή καλλιεργητικής έκτασης της χώρας. Ο συνολικός προϋπολογισμός του προγράμματος ανέρχεται στα 33 εκατ. ευρώ και θα ενταχθεί στο Πρόγραμμα Δημοσιών Επενδύσεων.
Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Στέλιο Ράλλη, το έργο επιτυγχάνει τη μείωση κόστους παραγωγής έως 45%, τη βελτίωση ποιότητας και ανταγωνιστικότητας ελληνικού προϊόντος, αλλά και την αύξηση απόδοσης των καλλιεργειών.
Το έργο που αναμένεται να «τρέξει» μέσα στο έτος θα καλύψει αρχικά το ήμισυ της καλλιεργήσιμης γης στην Ελλάδα και τις 20 πιο εξαγώγιμες καλλιέργειες της χώρας. Μέσα σε τρεις μήνες από την υπογραφή της σύμβασης θα δημιουργηθούν οι πρώτοι 1.000 σταθμοί σε όλη την Ελλάδα.
Σε ό,τι αφορά τη δεύτερη φάση του προγράμματος, θα αφορά την ανάπτυξη δεξιοτήτων του αγροτικού πληθυσμού και την αξιοποίηση ελληνικών και ευρωπαϊκών κονδυλίων ούτως ώστε νέοι Έλληνες γεωπόνοι να μπορέσουν να συμβάλουν τα μέγιστα, για να γίνουν αυτές οι τεχνολογίες «τεχνολογίες των ανθρώπων».
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τους αρχικούς σχεδιασμούς, στην Περιφέρεια Αττικής θα καλυφθούν συνολικά 110.000 στρέμματα, στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας 1.925.000 στρέμματα, στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδα 1.330.000 στρέμματα, στην Περιφέρεια Θεσσαλίας 2.340.000 στρέμματα, στην Περιφέρεια Κρήτης 1.240.000 στρέμματα, στην Περιφέρεια Πελοποννήσου 1.580.000 στρέμματα, στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου 370.000 στρέμματα, στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας 1.040.000 στρέμματα, στην Περιφέρεια Ηπείρου 290.000 στρέμματα, στις Περιφέρειες Ιονίων Νήσων και Νοτίου Αιγαίου 210.000 στρέμματα και 130.000 στρέμματα αντίστοιχα, ενώ στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας 1.360.000 στρέμματα.
Συνολικά θα τοποθετηθούν 6.500 επίγειοι σταθμοί στις 13 Περιφέρειες της χώρας. Η εγκατάστασή τους θα γίνει σε τρεις φάσεις. Την πρώτη και τη δεύτερη φάση θα εγκατασταθούν από 1.000 σταθμοί, ενώ την τρίτη και την τελευταία θα εγκατασταθούν οι υπόλοιποι 4.500 σταθμοί.
Με βάση τα προβλεπόμενα, αρχικά θα πρέπει να επικαιροποιηθεί η μελέτη χωροθέτησης αφού η κατανομή των σταθμών θα πρέπει να γίνει έτσι ώστε να καλύπτεται το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό της παραγωγικής γης.
Οι σταθμοί θα έχουν δυνατότητα ασύρματης επικοινωνίας μεταξύ τους και με την πλατφόρμα, ενώ θα είναι εφοδιασμένοι με αισθητήρες μέτρησης εδαφικών και μετεωρολογικών παραμέτρων, σε συνεργασία με τους υφιστάμενους μετεωρολογικούς σταθμούς της ΕΜΥ. Η αποστολή των δεδομένων που θα συλλέγονται από τους αισθητήρες θα στέλνονται στην πλατφόρμα μέσω του δικτύου κινητής τηλεφωνίας.
Μερικές από τις δυνατότητες που θα έχουν είναι η συλλογή δεδομένων για την καλλιέργεια, το έδαφος, την ατμόσφαιρα, το νερό και την αγροτική εκμετάλλευση από κάθε χωράφι ξεχωριστά. Στη συνέχεια τα δεδομένα θα αξιοποιούνται μέσω της πλατφόρμας ώστε να παράγονται εξειδικευμένες συμβουλές για το χωράφι από όπου και θα προέρχονται τα δεδομένα.
Οι σταθμοί θα είναι φορητοί, με ενεργειακή αυτονομία, ενώ θα έχουν και αυξημένη ανθεκτικότητα σε ακραία καιρικά φαινόμενα και παράλληλα θα μπορούν να επεκτείνουν τη λειτουργικότητά τους σε τομείς όπως η κτηνοτροφία κ.λπ.
Τα δεδομένα
Τα δεδομένα που θα συλλέγονται από τους επίγειους σταθμούς θα «φιλοξενούνται» στο υπολογιστικό νέφος (cloud), το οποίο παράλληλα θα εξυπηρετεί τις προηγμένες διαδικασίες συλλογής, επεξεργασίας, ανάλυσης και σύνδεσης δεδομένων μέσω της εξειδικευμένης πλατφόρμας.
Στο δίκτυο αυτό θα αξιοποιηθούν και οι κόμβοι του εγκυρότερου και πιο ολοκληρωμένου δικτύου μέτρησης μετεωρολογικών παραμέτρων, αυτού της ΕΜΥ. Εν συνεχεία, οι πληροφορίες θα ταξινομούνται σε ειδικά διαμορφωμένη «αποθήκη» δεδομένων σε υποδομές του υπολογιστικού νέφους.
Τέλος, τα δεδομένα, με την κατάλληλη επεξεργασία, θα τροφοδοτούν προηγμένα συστήματα υποστήριξης της λήψης αποφάσεων με βάση τις ανάγκες κάθε παραγωγού και κάθε καλλιέργειας. Οι συμβουλευτικές μέθοδοι που σχετίζονται με την άρδευση, τη λίπανση και τη φυτοπροστασία θα προκύπτουν μέσα από έξυπνους αλγόριθμους.
Από το έργο αυτό θα ωφεληθούν σε πρώτη φάση περίπου 450.000 αγρότες, γεωργοί κ.λπ., οι οποίοι θα λαμβάνουν προειδοποιήσεις για ακραία καιρικά φαινόμενα, καλλιεργητικές συμβουλές στα μέτρα του χωραφιού τους.
Αυτές θα φτάνουν στο κινητό του αγρότη μέσω γραπτού μηνύματος (sms), χωρίς να χρειάζεται απαραίτητα η τηλεφωνική συσκευή να είναι smart phone, είτε μέσω εφαρμογής (application). Παράλληλα, ο γεωργός θα έχει πρόσβαση σε ηλεκτρονικές εφαρμογές που θα του επιτρέπουν την ψηφιοποίηση των καλλιεργητικών δεδομένων (π.χ. πότε/πόσο πότισε, πότε/πόσο έβρεξε), ενώ παράλληλα προβλέπεται εξειδικευμένη εκπαίδευση των ωφελούμενων μέσω ημερίδων και online επιμόρφωσης.
Σε β’ φάση, μετά από δυο καλλιεργητικές περιόδους, όταν και αναμένεται να ολοκληρωθεί η επαλήθευση των δεδομένων, οι αγρότες θα μπορούν να λαμβάνουν εξειδικευμένες συμβουλές, ενώ συνολικά αναμένεται να αγγίξουν το ένα εκατομμύριο.
Τα δεδομένα θα μπορούν να αξιοποιηθούν και σε άλλους τομείς, και αυτό γιατί θα είναι ανοικτά και θα συνδυάζονται με τα ανοικτά δεδομένα από το πρόγραμμα «Copernicus» της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Διαστήματος (ESA).
Αξίζει να σημειωθεί ότι η τεχνολογική πλατφόρμα δύναται να αξιοποιηθεί και ως εργαλείο υποβοήθησης και αυτοματοποίησης των διαδικασιών πιστοποίησης και ελέγχου από τον ΟΠΕΚΕΠΕ.
Τα οφέλη
Συνοπτικά τα οφέλη του προγράμματος περιλαμβάνουν τα εξής:
H τεχνητή νοημοσύνη στην υπηρεσία της γεωργίας
Στο μεταξύ, τις δυνατότητες εκείνες που διαθέτουν και εξελίσσουν οι ευφυείς άνθρωποι, όπως η λήψη εύστοχων αποφάσεων με βάση τα δεδομένα, εξετάζουν ώστε να ενσωματώσουν μέσω αλγόριθμων στα μη επανδρωμένα ρομποτικά οχήματα και μη επανδρωμένα αεροσκάφη οι ερευνητές του Ινστιτούτου Βιο-Οικονομίας και Αγροτεχνολογίας του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ), οι οποίοι μπορούν να διαθέσουν στην αγορά και μια πλειάδα από σύγχρονες ψηφιακές πλατφόρμες για την παρακολούθηση της αγροτικής παραγωγής και του περιβάλλοντος.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής του Ινστιτούτου, Διονύση Μπόχτη, σήμερα η ρομποτική, οι έξυπνες τεχνολογίες και τα drones κυκλοφορούν ευρέως στην ελληνική αγορά, αλλά «αυτό που δεν έχουν καταλάβει ακόμη πολλοί είναι ότι το δύσκολο κομμάτι, το κρίσιμο ζήτημα, το πώς με αυτήν την τεράστια αποθήκη δεδομένων που υπάρχει, θα μπορεί κάποιος να πάρει την οριστική απόφαση (για το πώς θα διαχειριστεί τη σοδειά του)».
Ουσιαστικά, όπως διευκρίνισε, αυτό που απαιτείται σήμερα στον πρωτογενή τομέα σε συνάρτηση με την τεχνολογία είναι η παροχή ολοκληρωμένων λύσεων και εργαλείων. Δηλαδή, πέραν των τεχνολογικών καινοτόμων συστημάτων που εντοπίζουν τις αδυναμίες σε ένα χωράφι, αυτό που είναι ακόμη πιο ουσιαστικό και χρήσιμο επί του πρακτέου είναι οι συμβουλές και οι συγκεκριμένες εκείνες οδηγίες που θα πρέπει να ακολουθήσει ο ενδιαφερόμενος. Με την αυτοματοποιημένη λοιπόν απόφαση, εξαλείφεται, ή περιορίζεται στο ελάχιστο, η ανάληψη ρίσκου και η δαπάνη χρόνου, ώστε μέσω των δοκιμαστικών εργασιών να βρεθεί η βέλτιστη λύση.
«Οι άνθρωποι του πρωτογενούς τομέα χρειάζονται ακριβή στοιχεία σχετικά με το πόσο να ψεκάσουν ή πόσο νερό χρειάζεται ή τι να κάνουν ακριβώς προκειμένου να πάνε την παραγωγή τους πολλά βήματα παρακάτω, ή και να την προφυλάξουν», επισήμανε.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση για το κόστος, ο κ. Μπόχτης επισήμανε ότι «για να αποκτήσει κάποιος ένα ρομπότ που δουλεύει σωστά και είναι λειτουργικό, δεν γίνεται να δαπανήσει κάτω των 100.000 ευρώ. Όμως, το κόστος αυτό αυξάνεται για τον επιχειρηματία ανάλογα με το πόσο “έξυπνη” δουλειά θέλει αυτό να κάνει. Το κόστος είναι μικρό για να πάρεις τα δεδομένα σου, αλλά το κόστος της επεξεργασίας είναι ακριβό, γιατί θέλει νοημοσύνη».