«Σήμερα, για μια ακόμα φορά, με τις θέσεις για την Υγεία που παρουσίασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, απεδείχθη ότι η Ν.Δ παραμένει δέσμια του παρελθόντος. Γι’ αυτό και στη συνείδηση των πολιτών η ανάπτυξη κοινωνικής πολιτικής και η χάραξη στρατηγικής για την υγεία, με επίκεντρο τον άνθρωπο και τις ανάγκες του, είναι ταυτισμένη με τη δημοκρατική παράταξη» σχολιάζει το Κίνημα Αλλαγής.
«Σήμερα, για μια ακόμα φορά, με τις θέσεις για την Υγεία που παρουσίασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, απεδείχθη ότι η Ν.Δ παραμένει δέσμια του παρελθόντος. Γι’ αυτό και στη συνείδηση των πολιτών η ανάπτυξη κοινωνικής πολιτικής και η χάραξη στρατηγικής για την υγεία, με επίκεντρο τον άνθρωπο και τις ανάγκες του, είναι ταυτισμένη με τη δημοκρατική παράταξη» σχολιάζει το Κίνημα Αλλαγής.
Όπως σημειώνει ο Τομέας Υγείας του ΚΙΝΑΛ, το 1989, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, «με σύνθημα τις Νέες Ιδέες, άφησε 288 δισ. δρχ. χρέος στα Νοσοκομεία και εγκατέλειψε τα Κέντρα Υγείας στον διορισμένο Νομάρχη.
Το 2004 "Έτοιμος να προχωρήσει στις αλλαγές που ζητούν οι πολίτες δήλωσε ο Κ. Καραμανλής" και με το σύνθημα "Αξίζουμε μια καλύτερη Ελλάδα", υποσχέθηκε καλύτερη υγεία, μιλώντας για "χρεοκοπημένο ΕΣΥ".
Έφυγε αφήνοντας πίσω 6,9 δισ. ευρώ χρέη και 8,5 δισ. ευρώ ετήσια φαρμακευτική δαπάνη.
Θα ήταν ελπιδοφόρο ξεκίνημα, αν, μιλώντας σήμερα για την υγεία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης - που αντέγραψε στην ουσία το σύνθημα της Ν.Δ του 2004 -, μιλούσε για όλη την περίοδο μέχρι το 2009 και έκανε σε αυτά τα πεπραγμένα, έστω μία αναφορά και μια στοιχειώδη αυτοκριτική».
Κατά το ΚΙΝΑΛ, η αλήθεια είναι ότι «Σύστημα Υγείας, με αξιοπρέπεια και ποιοτικές υπηρεσίες για όλους τους πολίτες και ιδιαίτερα για τους αδύναμους και τις "εσχατιές" της Ελλάδας, μόνο το ΠΑΣΟΚ εγγυήθηκε και υλοποίησε στην πράξη.
Η αναγέννηση του ΕΣΥ, η μείωση των ανισοτήτων η αξιοπρέπεια των πολιτών και η ισχυρή ΠΦΥ για όλους, δεν είναι "τεχνικό θέμα", ούτε υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα. Χρειάζεται σχέδιο και ισχυρή πολιτική βούληση, για να ενισχυθεί η χρηματοδότηση, να μειωθούν οι επιβαρύνσεις στους αδύναμους και να στελεχωθούν οι υπηρεσίες υγείας.
Ένα τέτοιο σχέδιο είναι ασύμβατο με ιδεοληπτικούς, είτε του κρατισμού, είτε των "αγορών" και βέβαια δεν συνιστούν σχέδιο εύηχα αποσπασματικά μέτρα επικοινωνιακής στόχευσης, χωρίς καμμιά αναφορά στις πηγές χρηματοδότησης και χωρίς κεντρικό κορμό στον χαρακτήρα της πολιτικής για την Υγεία.
Ωραία για παράδειγμα η αναφορά στον αείμνηστο Δοξιάδη, που το σχέδιό του δεν ενέκρινε η Ν.Δ. και παραιτήθηκε, αλλά από το 1980 λειτούργησαν από το ΠΑΣΟΚ 201 Κέντρα Υγείας, 33 επαρχιακά Νοσοκομεία, έξι Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία, ΕΚΑΒ, Ωνάσειο, Αττικό, ΟΚΑΝΑ και η χώρα έκανε άλματα στη Δημόσια Υγεία».
Το Κίνημα Αλλαγής θεωρεί ότι το ερώτημα είναι απλό, «η Ν.Δ θα κάνει σκόρπιες πολιτικές στην πρόληψη και γι’ αυτό καμία αναφορά στα Κέντρα Υγείας και την οργανωμένη ΠΦΥ ή δεν θέλει να πάρει θέση για τις ΤΟΜΥ και τους γιατρούς του ΠΕΔΥ και κρύβεται σε ευχολόγια, αρνούμενη να δει την πραγματικότητα;».
Παράλληλα, χαρακτηρίζει ως «εξαιρετικές» τις αναφορές με προσωπικά συναισθηματικά παραδείγματα για την επιβάρυνση των πολιτών, «αλλά το ερώτημα είναι απλό, συμφωνεί με την πρόταση του Κινήματος Αλλαγής για κατάργηση του 6% στις επικουρικές συντάξεις και τη μείωση της αυξημένης συμμετοχής στα φάρμακα ή λέει ωραία λόγια και οι πολίτες θα πληρώνουν το ίδιο είτε με Τσίπρα, είτε με Μητσοτάκη; Γιατί είναι ωραίο να πωλούνται τα ακριβά φάρμακα στη "γειτονιά", αλλά την ίδια ιδέα υλοποίησε το 2005 ο κ. Κακλαμάνης και φόρτωσε με 1 δισ. ευρώ το ΕΣΥ».
Το ΚΙΝΑΛ υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ «στάθηκε ανίκανη να ξεπεράσει τις ιδεοληπτικές της εμμονές και να υλοποιήσει τις αναγκαίες αλλαγές» και δηλώνει πως «ανάμεσα στον αναχρονιστικό, αδιάλλακτο κρατισμό της κυβέρνησης και την απελευθέρωση της αγοράς από τη Ν.Δ.», η θέση του παραμένει επίκαιρη και σταθερή.
«Επιδιώκουμε ένα Δημόσιο Σύστημα Υγείας με ενιαία, καθολική κάλυψη χωρίς αποκλεισμούς. Χρειαζόμαστε ένα ρωμαλέο και ενιαίο Εθνικό Δίκτυο Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, που στο επίκεντρο θα έχει τον άνθρωπο και την παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών πρόληψης και εξωνοσοκομειακής φροντίδας» καταλήγει ο Τομέας Υγείας του Κινήματος Αλλαγής.