Μελέτη του Ελληνικού Κέντρου Έρευνας & Θεραπείας Οφθαλμικών Παθήσεων του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης διαπίστωσε πρόσφατα ότι έπειτα από μία επέμβαση γλαυκώματος, δεν επαρκεί η παρακολούθηση του ασθενούς μόνο για τη μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης, καθώς απεδείχθη ότι αλλάζει όλη η συμπεριφορά του κερατοειδούς και του ματιού. Αυτή η αλλαγή ως προς τις ελαστικές ιδιότητες του ματιού πρέπει να καταγράφεται και να συνυπολογίζεται.
Της Ανθής Αγγελοπούλου
Μελέτη του Ελληνικού Κέντρου Έρευνας & Θεραπείας Οφθαλμικών Παθήσεων του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης διαπίστωσε πρόσφατα. ότι έπειτα από μία επέμβαση γλαυκώματος, δεν επαρκεί η παρακολούθηση του ασθενούς μόνο για τη μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης, καθώς απεδείχθη ότι αλλάζει όλη η συμπεριφορά του κερατοειδούς και του ματιού. Αυτή η αλλαγή ως προς τις ελαστικές ιδιότητες του ματιού πρέπει να καταγράφεται και να συνυπολογίζεται.
Στη μελέτη αυτή, η οποία παρουσιάστηκε στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Καταρράκτη & Διαθλαστικής Χειρουργικής, και η οποία διήρκησε 6μήνες, συμμετείχαν 40 ασθενείς (18 άνδρες και 22 γυναίκες), με μέσο όρο ηλικίας τα 69 έτη, οι έλληνες επιστήμονες παρατήρησαν ότι οι μεταβολές της ενδοφθάλμιας πίεσης και της ιξωδοελαστικής συμπεριφοράς του κερατοειδούς, μετά από χειρουργική επέμβαση για την αντιμετώπιση του γλαυκώματος, είναι καθοριστικοί παράγοντες για τη διατήρηση της όρασης του ασθενούς.
Όπως μας εξηγεί ο καθηγητής Οφθαλμολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου κ. Βασίλειος Κοζομπόλης, μετά τη χειρουργική επέμβαση για αντιμετώπιση γλαυκώματος ανοικτής γωνίας και αποφολιδωτικού γλαυκώματος διαπιστώθηκε ότι δεν έχουν μόνο μεταβολές της ενδοφθάλμιας πίεσης αλλά και αλλαγή στην συμπεριφορά του κερατοειδούς. Συγκεκριμένα, παρατηρήθηκε ότι η ενδοφθάλμια πίεση μετά το χειρουργείομειώθηκε κατά τουλάχιστον 8 mmHg, ενώ οι δείκτες ιξωδοελαστικής συμπεριφοράς του κερατοειδούς αυξήθηκαν κατά τουλάχιστον μία μονάδα.
Οι μεταβολές των ελαστικών ιδιοτήτων του κερατοειδούς και του βολβού του ματιού όπως καταγράφηκαν με την χρήση του μηχανήματος ORA(ocularresponseanalyzer) έδειξαν ότι πιθανότατα όσο μεγαλώνουν οι διάφοροι ειδικοί δείκτες (CH: cornealHysteresis& CRF: CornealResistantFactor) μετεγχειρητικά, τόσο καλύτερη είναι πιθανόν να είναι η μετεγχειρητική πορεία του ασθενούς και η διατήρηση της όρασης του.
Τα ευρήματα αυτά αποτελούν όπως είπε, μια νέα προσέγγιση στην αξιολόγηση της βαρύτητας του γλαυκώματος προεγχειρητικά αλλά και στην αξιολόγηση της μετεγχειρητικής πορείας των χειρουργημένων γλαυκωματικών ασθενών.
Στη μελέτη αυτή διαπιστώθηκε επίσης, ότι η χειρουργική του γλαυκώματος είναι ασφαλής για την ακεραιότητα του κερατοειδούς σε ότι αφορά τα ενδοθηλιακά κύτταρα, τα οποία ως γνωστόν είναι κύτταρα σε περίπτωση απώλειας δεν αναγεννώνται και δεν αντικαθίστανται καθώς και ότι, η συμπεριφορά του αποφολιδωτικού γλαυκώματος είναι διαφορετική από το χρόνιο γλαύκωμα ανοικτής γωνίας.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας το γλαύκωμα αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες τύφλωσης.
Όπως αναφέρουν τα στοιχεία του Π.Ο.Υ., 65 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο να πάσχουν από γλαύκωμα μια πάθηση που ευθύνεται για το 8% της καταγεγραμμένης τυφλότητας παγκοσμίως.
Επιπροσθέτως, ο Π.Ο.Υ. υποστηρίζει ότι τα νούμερα αυτά αναμένεται να επιδεινωθούν, προκαλώντας τεράστια άμεση και έμμεση επιβάρυνση των συστημάτων υγείας και καταδικάζοντας τους πάσχοντες σε δραματική επιδείνωση της ποιότητας της ζωής τους αλλά και του οικογενειακού περιβάλλοντος.
Επιπλέον, υπολογίζεται σε παγκόσμιο επίπεδο ότι το οικονομικό κόστος του γλαυκώματος κάθε χρόνο, άμεσο και έμμεσο (επιβάρυνση οικογένειας, συστήματος υγείας, απώλεια εργατοωρών κ.λπ.) για κάθε ασθενή μπορεί να κυμαίνεται από 10.000 - 20.000 ευρώ.