«Η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος πλήττει την οικονομία, καθώς δεν στέλνει ξεκάθαρα μηνύματα προς τους ξένους και τους εγχώριους επενδυτές» σημειώνει ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Merkur του Μονάχου.
«Η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος πλήττει την οικονομία, καθώς δεν στέλνει ξεκάθαρα μηνύματα προς τους ξένους και τους εγχώριους επενδυτές» σημειώνει ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Merkur του Μονάχου.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης τονίζει ότι σε αντίθεση με ό,τι συνέβη σε άλλες χώρες που μπήκαν σε μνημόνιο, όπως η Πορτογαλία ή η Κύπρος, η Ελλάδα δεν κατόρθωσε να επιτύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και να αποκαταστήσει την πρόσβασή της στις αγορές. Προσθέτει, ωστόσο, ότι μπορεί «η χώρα να βρίσκεται ακόμη σε κρίση, αλλά έχει τη δυνατότητα να την ξεπεράσει γρήγορα αν υλοποιήσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις». Στο πλαίσιο αυτό καλεί τις γερμανικές επιχειρήσεις να επενδύσουν στην Ελλάδα, ενώ αναλύει το σχέδιό του για την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης της τάξης του 3,5%-4% του ΑΕΠ «μετά από τέσσερα χαμένα χρόνια για την Ελλάδα.
Ο κ. Μητσοτάκης περιγράφει μια νέα δημοσιονομική πολιτική, με δραστική μείωση των φόρων και στέκεται ιδιαίτερα στην ανάγκη επιστροφής των 500.000 νέων Ελλήνων που έφυγαν από τη χώρα τα χρόνια της κρίσης. «Πρέπει να τους προσφέρουμε τις προοπτικές που χρειάζονται για να επιστρέψουν στην πατρίδα» σημειώνει.
Σε ό,τι αφορά στη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων επαναλαμβάνει την ανάγκη να επιτευχθεί μια «δίκαιη συμφωνία» με τους εταίρους της χώρας. «Θα αξιοποιήσω τα δημοσιονομικά περιθώρια για τη μείωση των φόρων που επιβαρύνουν τους πολίτες και τις επιχειρήσεις ώστε να δοθεί ώθηση στην ανάπτυξη και να βελτιωθεί το επενδυτικό κλίμα» αναφέρει, προσθέτοντας ότι «μετά από τα σαφή δείγματα γραφής της νέας κυβέρνησης» θα αναμένει από την πλευρά των Ευρωπαίων τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων του 2021 και του 2022.
Ερωτηθείς για τη Συμφωνία των Πρεσπών, ο κ. Μητσοτάκης τονίζει ότι πρόκειται για μία κακή συμφωνία, τονίζοντας ότι «το 70% των πολιτών ήταν και είναι κάθετα αντίθετοι στη συμφωνία που διαπραγματεύτηκε ο κ. Τσίπρας», Για το τι θα κάνει ως Πρωθυπουργός, σημειώνει ότι παρ’ ότι οι διεθνείς συμφωνίες δεσμεύουν μια χώρα ο ίδιος θα επιμείνει «ώστε τα Σκόπια να μην εκμεταλλευτούν τις αρνητικές συνέπειες της συμφωνίας για την Ελλάδα».
Αναφερόμενος στο προσφυγικό κάνει λόγο για αποτυχία της κυβέρνησης που οδήγησε σε ανθρωπιστική κρίση, σημειώνοντας ιδιαίτερα την κατάσταση που επικρατεί στα κέντρα υποδοχής. Μιλώντας ευρύτερα για την προστασία των συνόρων, ο κ. Μητσοτάκης αναφέρει ότι «η αποτυχία έχει πολιτικά χαρακτηριστικά διότι ο κ. Τσίπρας, υπό τον φόβο της ριζοσπαστικής πτέρυγας του κόμματός του, δεν επιδεικνύει καμία δέσμευση για τη διασφάλιση των συνόρων της Ελλάδας που είναι ταυτόχρονα και σύνορα της Ευρώπης».
Κληθείς να απαντήσει αν η Ελλάδα θα επιλέξει την πολιτική ασύλου που ακολουθούν χώρες όπως η Ισπανία ή η Ιταλία ο κ. Μητσοτάκης απαντά αρνητικά, αναφέροντας ότι ο πιο σημαντικός εταίρος της Ελλάδας στο ζήτημα αυτό είναι Γερμανία. «Στη διάρκεια των συζητήσεων που είχα με τη νέα πρόεδρο της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) Άνεγκρετ Κραμπ - Καρενμπάουερ εδώ στο Μόναχο, διαπίστωσα απόλυτη συμφωνία» σημειώνει.