Το αριστούργημα του Γκέοργκ Μπύχνερ «Λεόντιος και Λένα», ένα έργο που σπανίως παίζεται στην Ελλάδα, ανεβαίνει στο θέατρο Σφενδόνη –για λίγες παραστάσεις, σε σκηνοθεσία Γιώργου Κατσή.
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
Το αριστούργημα του Γκέοργκ Μπύχνερ «Λεόντιος και Λένα», ένα έργο που σπανίως παίζεται στην Ελλάδα, ανεβαίνει στο θέατρο Σφενδόνη –για λίγες παραστάσεις, σε σκηνοθεσία Γιώργου Κατσή.
Πρόκειται για την τέταρτη σκηνοθεσία του Γιώργου Κατσή σε συνεργασία με έναν πυρήνα καλλιτεχνών που συνεργάζονται σταθερά τα τελευταία χρόνια.
Το «Λεόντιος και Λένα» είναι, σε πρώτο επίπεδο, μια κλασική ιστορία με τα βασικά συστατικά ενός ρομαντικού παραμυθιού. Η σκοτεινή υπαρξιακή ματιά του Μπύχνερ, ωστόσο, καθορίζει το κείμενο. Ο Μπύχνερ, φανατικός της αντίληψης πως ο άνθρωπος δεν έχει κανέναν λόγο ή δύναμη απέναντι στην προδιαγεγραμμένη του μοίρα, τον έβλεπε ως τίποτα παραπάνω από μια μαριονέτα του πεπρωμένου κι αυτό αφηγείται με το «Λεόντιος και Λένα» -το πιο δύστροπο και κρυπτικό, κατά πολλούς, έργο του.
Ο Λεόντιος, ένας νεαρός και πνευματικά ανήσυχος πρίγκιπας, παγιδευμένος στην πλήξη, θα περιπλανηθεί στη φύση θέλοντας να ξεφύγει, όταν ο Πατέρας του αποφασίσει να τον παντρέψει με μια γυναίκα που ποτέ του δεν έχει συναντήσει, την Λένα, προκειμένου να ενώσουν τα δύο βασίλεια τους. Η Λένα θα κάνει το ίδιο. Και οι δύο θα προσπαθήσουν να ξεφύγουν από ένα μέλλον που δεν σχεδίασαν ποτέ οι ίδιοι, αποφασισμένοι να αποκτήσουν τον έλεγχο της ζωής τους. Θα συναντηθούν και θα ερωτευτούν, χωρίς να μάθουν ο ένας το όνομα του άλλου. Όταν αποκαλυφθεί η αλήθεια, ο έρωτάς τους θα μετονομαστεί σε εξαπάτηση. Οι απόπειρές τους να αυτονομηθούν από τη μοίρα ορίζοντάς την οι ίδιοι, ήταν ανώφελες. Βρέθηκαν ξανά εκεί από όπου άρχισαν, υπενθυμίζοντας πως ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να παίζει, παρά τη θέλησή του, μια γραμμένη φάρσα.
Η ηθοποιός Νατάσα Εξηνταβελώνη, που ερμηνεύει την πρώτη αγάπη του Λεόντιου, μίλησε μαζί μας.
Λίγα λόγια σας για την παράσταση;
«Ο Λεόντιος και η Λένα, παίζονται και παίζουν σαν μαριονέτες, σε ένα εκφυλισμένο περιβάλλον, όπου οι έχοντες την εξουσία έχουν καταστραφεί. Στην παράστασή μας, όπου Θεός, βάλε “Μπύχνερ”. Αυτό που βλέπουμε δεν είναι μόνο μια ιστορία αγάπης. Είναι μια ιστορία αγάπης γραμμένη από το ίδιο χέρι που έγραψε έναν “Βόυτσεκ” - κι έτσι εμποτισμένη».
Τι πραγματεύεται ο Μπύχνερ στον πυρήνα του έργου;
«Ο Μπύχνερ έγραψε και πέθανε νέος. Η νεότητά του και η ορμή της, μαζί με τη διάνοιά του, είναι ένας συνδυασμός αντιρομαντικός, κυνικός. Το έργο μιλάει για την πλήξη, τον έρωτα και τον θάνατο, το νέο αλλά ποτέ αθώο, τη φύση -και όλα αυτά στη σκιά μιας πρόνοιας, που μόνο Θεία δεν είναι. Νομίζω, και αυτό με συγκινεί στο έργο αυτό, ότι ο Μπύχνερ μιλάει κυρίως για τον εαυτό του, με τρόπο τόσο προσωπικό που σε προκαλεί να τον συναισθανθείς. Δεν ξέρω πώς είναι να είσαι τόσο πιο έξυπνος από το περιβάλλον σου, αλλά νομίζω πως πρόκειται για μια αρκετά δύσκολη θέση. Ο Ρεμπώ λέει “Είμαι χίλιες φορές πλουσιότερος από όλους και άπληστος, όσο και η θάλασσα! Είμαι ταλαντούχος!”».
Μια περιγραφή της σκηνοθετικής προσέγγισης του Γιώργου Κατσή;
«Νομίζω πως ο Γιώργος Κατσής, αυτή τη φορά, αφέθηκε πιο πολύ από ποτέ στα χρώματα, τα αρώματα και τους ήχους του έργου. Ο Λεόντιος και ο Βαλέριο και οι τάξεις τους, οι φιλοσοφικές σκέψεις και η πάλη με την πλήξη, το νέο και το κατεστημένο, η φύση και το σαθρό σύστημα είναι μόνο μερικοί από τους αντιθετικούς άξονες που εγώ βλέπω να αναδεικνύονται. Το ίδιο το έργο μίλα για μια “διπλή φύση”. Η ζωή, όπως τη βλέπουμε στο έργο, υμνεί τον θάνατο, υπονοώντας τον σε κάθε ευκαιρία».
Και μια περιγραφή του ρόλου που ερμηνεύετε;
«Η Ροζέτα, η πρώτη αγάπη του Λεόντιου, πεθαίνει από έρωτα -και αλήθεια, μετά τον χωρισμό τους, εξαφανίζεται. Η Παραμάνα, σύμμαχος της Ροζέτας, παραστέκεται -λίγα έχουν γραφτεί για εκείνη και το αγαπημένο μου είναι η μεγάλη της μύτη».
Πείτε μας μια ατάκα, έναν διάλογο από το έργο. Ό,τι σας έρθει πρώτο στον νου.
«Ο Λεόντιος λέει: “Το σύμπαν ξεχύνεται απ’ το χάος και με αγκαλιάζει”».
Εσείς τι λέτε; Είμαστε έρμαια της μοίρας μας;
«Είμαστε κύριοι του εαυτού μας, όμως χορεύουμε σε ένα σύμπαν που παίζει τη δική του μουσική. Μου αρέσει να πιστεύω σε πράγματα μεγαλύτερα από εμένα. Κάπου ανάμεσα στα εγωιστικά μας κίνητρα και το εκάστοτε κυνήγι είναι, νομίζω, χρήσιμο να θυμόμαστε πως είμαστε παιδιά ενός τεράστιου κόσμου».
Κάτι που σας φτιάχνει τη διάθεση;
«Η φύση, η θάλασσα».
Κάτι που σας τη χαλά;
«Η βιασύνη των ημερών μας».
Μια αγωνία σας;
«Το περιβάλλον και αν θα το διαφυλάξουμε τελικά».
Μια ευχή σας;
«Ζωογόνες ανθρώπινες σχέσεις. Να τις επιδιώκουμε, να τις στηρίζουμε, να τις αντέχουμε».
Συντελεστές παράστασης:
Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας, σκηνοθεσία: Γιώργος Κατσής, σκηνικά/κοστούμια: Ιωάννα Πλέσσα, φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας. Φωτογραφίες: Νίκος Πανταζάρας. Ερμηνεύουν: Χαρά-Μάτα Γιαννάτου, Νατάσα Εξηνταβελώνη, Γιάννης Καράμπαμπας, Γιώργος Κατσής, Πάνος Παπαδόπουλος, Γιώργος Τριανταφυλλίδης. Θέατρο Σφενδόνη: Μακρή 4, Αθήνα