Χθες ήρθε μια ακόμη έμμεση προειδοποίηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ελληνική οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί με ικανοποιητικό ρυθμό άνω του 2% και το 2019 και το 2020 υπό την προϋπόθεση ότι θα συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις. Κάτι αντίστοιχο αναμένεται να αναφέρει και η σημερινή έκθεση αξιολόγησης του οίκου Fitch, αυτή που θα βγει από τη Moody’s την 1η Μαρτίου ή ακόμη και το κείμενο που θα συντάξει το ΔΝΤ για την Ελλάδα επίσης στις αρχές Μαρτίου, γράφει ο Θάνος Τσίρος.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Χθες ήρθε μια ακόμη έμμεση προειδοποίηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ελληνική οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί με ικανοποιητικό ρυθμό άνω του 2% και το 2019 και το 2020 υπό την προϋπόθεση ότι θα συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις. Κάτι αντίστοιχο αναμένεται να αναφέρει και η σημερινή έκθεση αξιολόγησης του οίκου Fitch, αυτή που θα βγει από τη Moody’s την 1η Μαρτίου ή ακόμη και το κείμενο που θα συντάξει το ΔΝΤ για την Ελλάδα επίσης στις αρχές Μαρτίου. Το αν όλοι αυτοί οι θεσμοί και φορείς έχουν δίκιο ή άδικο, θα αποδειχθεί στο μέλλον. Αυτό που είναι σαφές και «καθαρό» είναι το τι περιμένουν από την ελληνική κυβέρνηση το προσεχές χρονικό διάστημα: να υλοποιήσει τα συμφωνηθέντα και να μην παρεκκλίνει από τα όσα προβλέπουν οι γραπτές συμφωνίες.
Με αυτά τα δεδομένα, είναι προφανές ότι η κυβέρνηση θα βρεθεί -αν δεν έχει ήδη βρεθεί- μπροστά σε ένα πολύ μεγάλο δίλημμα: θα προχωρήσει μονομερώς σε αποφάσεις και ενέργειες που κρίνει ότι πρέπει να υλοποιηθούν για το καλό των πολιτών (και ταυτόχρονα ψηφοφόρων) ή θα κινηθεί εντός του πλαισίου των μεταμνημονιακών δεσμεύσεων; Θα φανεί πολύ σύντομα ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορεί να είναι και η πίτα ολόκληρη και ο σκύλος χορτάτος. Για παράδειγμα, δεν γίνεται να περάσει από τη Βουλή ένα «γενναιόδωρο» πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας από τους πλειστηριασμούς (κάτι που προφανώς θα καθησύχαζε δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες χιλιάδες οφειλέτες) και ταυτόχρονα να μην υπάρξουν αντιρρήσεις και αντιδράσεις από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και κυρίως την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Όπως δεν γίνεται να προχωρήσουν ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία οι οποίες δεν θα αφήνουν κανέναν έξω και ταυτόχρονα να μη διατυπωθούν δημόσιες ενστάσεις από τους θεσμούς, οι οποίοι από το 2015 έχουν ζητήσει από την Ελλάδα να δεσμευτεί διά νόμου ότι δεν θα κάνει γενικευμένες διαδικασίες ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Οι ρυθμίσεις, η αύξηση του κατώτατου μισθού, η προστασία από τους πλειστηριασμούς είναι μέτρα ευρύτατης αποδοχής καθώς αφορούν εκατομμύρια πολίτες. Δεν είναι εύκολο λοιπόν για μια κυβέρνηση να γυρίσει την πλάτη λίγους μήνες πριν από τις εκλογές. Από την άλλη, οι πιθανές συνέπειες για την ελληνική οικονομία από την «είδηση» ότι η κυβέρνηση αποφάσισε να προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες πρέπει επίσης να υπολογιστούν και να ληφθούν υπ’ όψιν, καθώς σε τελική ανάλυση αυτό που ενδιαφέρει είναι η «επόμενη μέρα» για την οικονομία και τη χώρα.