Απόψεις
Σάββατο, 19 Ιανουαρίου 2019 07:00

Το ελάττωμα της Συμφωνίας

Σε όλους τους τόνους το επικοινωνιακό επιτελείο -επίσημο και ανεπίσημο- της κυβέρνησης διαμηνύει ότι η Ρηματική Διακοίνωση που απέστειλε την Τετάρτη η κυβέρνηση της πΓΔΜ (Δημοκρατία της Μακεδονίας αναφέρεται στο κείμενο, επί του οποίου έχει τεθεί η σφραγίδα ότι η Ελλάδα αναγνωρίζει τη χώρα ως FYROM) απαντά σε όλες τις αμφισβητήσεις που εγείρουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης -κυρίως η Ν.Δ. και το Κίνημα Αλλαγής- για το λυσιτελές των συνταγματικών αλλαγών στη γειτονική χώρα και διασκεδάζονται οι ανησυχίες του ελληνικού λαού, που στη μεγάλη του πλειοψηφία αντιδρά στη Συμφωνία των Πρεσπών, γράφει ο Δημήτρης Η. Χατζηδημητρίου.

Από την έντυπη έκδοση 

Του Δημήτρη Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]

Σε όλους τους τόνους το επικοινωνιακό επιτελείο -επίσημο και ανεπίσημο- της κυβέρνησης διαμηνύει ότι η Ρηματική Διακοίνωση που απέστειλε την Τετάρτη η κυβέρνηση της πΓΔΜ (Δημοκρατία της Μακεδονίας αναφέρεται στο κείμενο, επί του οποίου έχει τεθεί η σφραγίδα ότι η Ελλάδα αναγνωρίζει τη χώρα ως FYROM) απαντά σε όλες τις αμφισβητήσεις που εγείρουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης -κυρίως η Ν.Δ. και το Κίνημα Αλλαγής- για το λυσιτελές των συνταγματικών αλλαγών στη γειτονική χώρα και διασκεδάζονται οι ανησυχίες του ελληνικού λαού, που στη μεγάλη του πλειοψηφία αντιδρά στη Συμφωνία των Πρεσπών. Το βασικό κυβερνητικό επιχείρημα είναι ότι δίνονται διευκρινίσεις πως το nationality δεν αναφέρεται σε «εθνότητα», κι άρα δεν προδικάζει μια «Μακεδονική εθνότητα», ενώ και η γλώσσα, παρότι «μακεδονική», αποσαφηνίζεται ως ανήκουσα στην ομάδα των «νοτιο-σλαβικών γλωσσών». Η απάντηση-εκτίμηση της αντιπολίτευσης είναι ότι με το περιεχόμενο της Ρηματικής Διακοίνωσης τίποτε δεν ανασκευάζεται, αντιθέτως τονίζονται όλα τα αρνητικά της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Διπλωματικοί παράγοντες, που κατά το παρελθόν και από υπεύθυνες θέσεις είχαν χειρισθεί το ζήτημα, επιμένουν ότι το λάθος βρίσκεται στη Συμφωνία των Πρεσπών, σημειώνουν πως μια Ρηματική Διακοίνωση που γνωστοποιεί το αποτέλεσμα από τις συνταγματικές-κοινοβουλευτικές διαδικασίες στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας σε καμία περίπτωση «δεν υπερέχει της Συμφωνίας» και παρατηρούν ότι η Ρηματική Διακοίνωση «προσφέρει ένα πρόσχημα στην κυβέρνηση κι ένα επιχείρημα απέναντι στην κριτική της αντιπολίτευσης, εν όψει της συζήτησης στην ελληνική Βουλή για την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών». Η αλήθεια δεν φαίνεται να απέχει απ’ αυτές τις επισημάνσεις, καθώς το άρθρο 7 της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι αυτό που διασώζει ακέραιο το αφήγημα του «Μακεδονισμού», με το οποίο γαλουχήθηκαν όλες οι μεταπολεμικές γενιές στη γειτονική χώρα. Κι αυτό είναι το βασικό ελάττωμα της Συμφωνίας των Πρεσπών, το οποίο καμία Ρηματική Διακοίνωση δεν μπορεί να θεραπεύσει.

Το μόνο που φαίνεται να κερδίζει η Ελλάδα είναι η αλλαγή του ονόματος από σκέτο «Μακεδονία» σε «Βόρεια Μακεδονία», που ήταν και το μοναδικό αντικείμενο διαπραγμάτευσης, όταν η υπόθεση ετέθη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Αλλά ακόμη και στην περίπτωση αυτή μένει να αποδειχθεί εάν το περίφημο erga omnes -«έναντι όλων»- θα είναι καθολικής ισχύος και εφαρμογής.
Η πραγματικότητα, όσο ενοχλητική κι αν είναι, δηλοί ότι στο «Μακεδονικό» η Ελλάδα, μέσα από τη σταδιακή προσαρμογή της στις «παραινέσεις, υποδείξεις, παρακλήσεις» εταίρων και συμμάχων, παραχώρησε πολλά και μείζονα, με αντάλλαγμα θεολογικού χαρακτήρα διακηρύξεις. Δεν είναι ό,τι καλύτερο για την εξωτερική πολιτική μιας χώρας που θέλει να έχει λόγο και να διεκδικήσει ρόλο στις υποθέσεις της περιοχής.