Το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει ξεκινήσει από τους δημοσίους υπαλλήλους μια διαδικασία διεκδίκησης των περικοπών των δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα αλλά και του επιδόματος αδείας. Ας δούμε με βάση τη νομοθεσία, από την αρχή, τι συνέβη και θα καταλήξουμε στην αίτηση για τη διεκδίκηση των αναδρομικών. Το 2010 ψηφίστηκε ο νόμος 3845, σύμφωνα με τον οποίο (άρθρο τρίτο) τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας καθορίζονται ως εξής: α) Το επίδομα εορτών Χριστουγέννων σε πεντακόσια (500) ευρώ. β) Το επίδομα εορτών Πάσχα σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. γ) Το επίδομα αδείας, σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. Το 2012 ψηφίστηκε ο νόμος 4093, σύμφωνα με τον οποίο (παρ. Γ, υποπαρ. Γ1) καταργούνται από την 1.1.2013 τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας. Το 2015 το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣΤΕ), με τις αποφάσεις 2287-2290, έκρινε ως αντισυνταγματικές τις διατάξεις του 4093/2012, οι οποίες κατήργησαν τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας.
Από την έντυπη έκδοση
Tου Μανώλη Αυγερινού
Επιθεωρητής-Ελεγκτής Δημόσιας Διοίκησης
Το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει ξεκινήσει από τους δημοσίους υπαλλήλους μια διαδικασία διεκδίκησης των περικοπών των δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα αλλά και του επιδόματος αδείας. Ας δούμε με βάση τη νομοθεσία, από την αρχή, τι συνέβη και θα καταλήξουμε στην αίτηση για τη διεκδίκηση των αναδρομικών.
Το 2010 ψηφίστηκε ο νόμος 3845, σύμφωνα με τον οποίο (άρθρο τρίτο) τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας καθορίζονται ως εξής: α) Το επίδομα εορτών Χριστουγέννων σε πεντακόσια (500) ευρώ. β) Το επίδομα εορτών Πάσχα σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. γ) Το επίδομα αδείας, σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Το 2012 ψηφίστηκε ο νόμος 4093, σύμφωνα με τον οποίο (παρ. Γ, υποπαρ. Γ1) καταργούνται από την 1.1.2013 τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας.
Το 2015 το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣΤΕ), με τις αποφάσεις 2287-2290, έκρινε ως αντισυνταγματικές τις διατάξεις του 4093/2012, οι οποίες κατήργησαν τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας.
Πρόσφατα, ξεκίνησε από την ΑΔΕΔΥ η προσπάθεια διεκδίκησης, αναδρομικά, των αντισυνταγματικών περικοπών, με βάση πάντα τις αποφάσεις του ΣτΕ. Ας δούμε τι προβλέπουν οι νόμοι.
Σύμφωνα με το άρθρο 143 του νόμου 4270/14 (Δημόσιο Λογιστικό), παρ. β, προβλέπεται ότι: «Με την υποβολή στην αρμόδια δημόσια αρχή αίτησης για την πληρωμή της απαίτησης, οπότε η παραγραφή αρχίζει εκ νέου από τη χρονολογία που φέρει η έγγραφη απάντηση του διατάκτη ή της αρμόδιας για την πληρωμή της απαίτησης αρχής. Αν η αρμόδια δημόσια αρχή δεν απαντήσει, η παραγραφή αρχίζει μετά πάροδο έξι (6) μηνών από τη χρονολογία υποβολής της αίτησης. Υποβολή δεύτερης αίτησης δεν διακόπτει εκ νέου την παραγραφή».
Τι λέει δηλαδή ο νόμος; Ο υπάλληλος υποβάλλει μια αίτηση στην υπηρεσία του, ζητώντας την καταβολή όσων αντισυνταγματικά έχουν παρακρατηθεί. Εάν η υπηρεσία απαντήσει αρνητικά στην αίτηση, τότε ο αιτών θα πρέπει να προσφύγει δικαστικά, κατά της άρνησης της υπηρεσίας να καταβάλει τα αναδρομικά. Εάν η υπηρεσία, στην οποία υποβλήθηκε η αίτηση, δεν απαντήσει εντός 6 μηνών, τότε ο υπάλληλος καταθέτει δικαστική προσφυγή, ζητώντας ό,τι και στην αίτηση που είχε υποβάλει. Έτσι κατοχυρώνεται ότι ημερομηνία της προσφυγής λογίζεται η ημερομηνία που είχε κατατεθεί η αίτηση στην υπηρεσία.
Προσοχή: όπως αναφέρεται στο νόμο, «Υποβολή δεύτερης αίτησης δεν διακόπτει εκ νέου την παραγραφή». Επομένως, εάν η υπηρεσία δεν ανταποκριθεί θετικά στην αίτηση και δεν καταβάλει τα αναδρομικά, τότε χωρίς δικαστική προσφυγή, χρήματα δεν καταβάλλονται. Αυτό να γίνει κατανοητό, για να μην υπάρχουν παραπλανήσεις ή παρανοήσεις.
Ένα ΣΟΒΑΡΟΤΑΤΟ θέμα είναι η χρονική διάρκεια που διεκδικούνται τα αναδρομικά. Το ΣτΕ εξέδωσε την απόφαση 378/2018. Η απόφαση αυτή στηρίζεται στην απόφαση 1/2012 του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (ΑΕΔ). Σύμφωνα λοιπόν με την απόφαση του ΣτΕ, η παραγραφή για τους εν ενεργεία δημοσίους υπαλλήλους είναι δύο χρόνια και όχι πέντε, όπως ακούγεται από πολλούς. Για τους συνταξιούχους, είναι πέντε χρόνια. Άρα, λοιπόν, υποβάλλοντας αίτηση στην υπηρεσία ή δικαστική προσφυγή έως 31/12/2018, διεκδικούνται τα αναδρομικά των ετών 2016, 2017 συν το τρέχον 2018. Πάντα στη διεκδίκηση αναδρομικών ισχύει και το τρέχον έτος.
Έως 31/12/2018 λοιπόν, από τους εν ενεργεία δημοσίους υπαλλήλους διεκδικούνται συνολικά 3.000 ευρώ μικτά. Μπορεί κάποιος να υποβάλει αίτηση στην υπηρεσία ή δικαστική προσφυγή το νέο έτος 2019; Ασφαλώς και μπορεί. Με τη διαφορά ότι θα διεκδικεί τα έτη 2017, 2018 συν το τρέχον, που θα είναι το 2019, και επομένως θα διεκδικεί συνολικά 2.000 ευρώ μικτά, αφού θα τρέχει το 2019.
Το πλέον σημαντικό των διεκδικήσεων είναι, όχι η καταβολή των αναδρομικών, αλλά ότι εάν η υπόθεση έχει θετική κατάληξη, το κράτος θα υποχρεωθεί από εδώ και πέρα να επαναφέρει τα επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας, μόνιμα πλέον. Η μόνιμη επαναφορά αυτών των επιδομάτων είναι περίπου 700.000.000 ευρώ κατ’ έτος. Το αναδρομικό κόστος είναι περίπου 1,8 δισ. ευρώ εφάπαξ.
Το ΣτΕ πριν από λίγες ημέρες, με τις αποφάσεις 2626 έως 2635 του επταμελούς ΣΤ’ τμήματος, δικαίωσε προσφεύγοντες σχετικά με τα αναδρομικά, αλλά λόγω της σοβαρότητας του θέματος παρέπεμψε το θέμα στην Ολομέλεια. Το τι θα αποφασίσει η Ολομέλεια του ΣτΕ έχει πολύ μεγάλη σημασία, υπό την έννοια ότι εάν «επικυρωθούν» οι αποφάσεις του ΣΤ’ τμήματος, θα είναι για όλους ή μόνο για όσους θα έχουν προσφύγει δικαστικά;
Θα είναι εξαιρετικά δύσκολο η Ολομέλεια του ΣΤΕ να καταλήξει σε διαφορετική απόφαση από τις 2287 έως 2290 του 2015, επίσης της Ολομέλειας, με τις οποίες κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές οι περικοπές των δώρων και του επιδόματος αδείας. Θα είναι σαν να αναιρεί δικές του αποφάσεις και θα πρέπει τότε όσοι έχουν ήδη πάρει αναδρομικά χρήματα, να τα επιστρέψουν.