Η αδειοδότηση των επιχειρήσεων Logistics για την εξυπηρέτηση εμπορευμάτων τρίτων αποτελεί χρόνιο ζήτημα για τον κλάδο. Από τις 3 δραστηριότητες της εφοδιαστικής, μόνο οι μεταφορείς έχουν νόμο που διέπει το επάγγελμά τους. Ενταγμένοι σε ειδικό πλαίσιο, τους δίνεται η δυνατότητα να δραστηριοποιηθούν παράλληλα και στις άλλες δύο δραστηριότητες της εφοδιαστικής, τη διαμεταφορά και την αποθήκευση. Οι τελευταίες δεν αδειοδοτούνται ως επάγγελμα και ταυτότητά τους αποτελεί η έναρξη στην εφορία και η άδεια εγκατάστασης. Με ορθά δεδομένη την απουσία αδειοδότησης επαγγέλματος, η αναγκαιότητα ύπαρξης άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας αποτελεί μονόδρομο επιχειρηματικής δραστηριοποίησης.
Του Ιωάννη Σιαμά
Η αδειοδότηση των επιχειρήσεων Logistics για την εξυπηρέτηση εμπορευμάτων τρίτων αποτελεί χρόνιο ζήτημα για τον κλάδο. Από τις 3 δραστηριότητες της εφοδιαστικής, μόνο οι μεταφορείς έχουν νόμο που διέπει το επάγγελμά τους. Ενταγμένοι σε ειδικό πλαίσιο, τους δίνεται η δυνατότητα να δραστηριοποιηθούν παράλληλα και στις άλλες δύο δραστηριότητες της εφοδιαστικής, τη διαμεταφορά και την αποθήκευση. Οι τελευταίες δεν αδειοδοτούνται ως επάγγελμα και ταυτότητά τους αποτελεί η έναρξη στην εφορία και η άδεια εγκατάστασης. Με ορθά δεδομένη την απουσία αδειοδότησης επαγγέλματος, η αναγκαιότητα ύπαρξης άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας αποτελεί μονόδρομο επιχειρηματικής δραστηριοποίησης.
Τα πρόσφατα αδειοδοτικά εργαλεία δε διαφοροποίησαν την υπέρτερη νομοθεσία περί χρήσεων γης, διατηρώντας τα ίδια αδειοδοτικά προβλήματα που είχε το ΠΔ79/2004 με τον Ν.4302/2014. Αποτελεί δε έκπληξη όταν κατά την άποψη της κεντρικής διοίκησης, το πλαίσιο λειτουργεί ικανοποιητικά, ενώ δεν έχει εκδοθεί ούτε μία άδεια λειτουργίας για Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής στην Αττική που να αφορά εμπορεύματα τρίτων. Δημιουργεί απορίες πώς θα χρηματοδοτηθούν από το ΕΣΠΑ επιχειρήσεις που δεν θα είναι αδειοδοτημένες, ενώ πασχίζουν οι υπηρεσίες του υπουργείου Ανάπτυξης να εξασφαλίσουν πόρους που να ενισχύουν το outsourcing.
Αποτελεί παράδοξο πώς θα αναδειχθεί η Ελλάδα σε διαμετακομιστικό κόμβο όταν ακόμα η αδειοδοτική και χωροταξική νομοθεσία έχει ως ανελαστική βάση την αδειοδότηση χονδρεμπορικών και εμπορικών επιχειρήσεων. Παρ’ όλα αυτά το ίδιο το κράτος παραδέχεται την αδυναμία να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του και προκειμένου να μη σταματήσει την επιχειρηματική δραστηριότητα, λειτουργεί ευέλικτα κατά την έναρξη δραστηριότητας στην εφορία, αδιαφορώντας για τις άδειες λειτουργίας που θεωρητικά έπονται.
Αναφορικά με την περιοχή του Ελαιώνα, η περιοχή διατηρεί τον χαρακτήρα της και επισημαίνεται ο κίνδυνος ερημοποίησης της περιοχής απουσία της διαμεταφοράς (πρακτόρευσης). Στο Ρυθμιστικό Αθηνών χαρακτηρίζεται ως κρίσιμη θέση σε σχέση με τις υπάρχουσες συγκοινωνιακές υποδομές, σε συνδυασμό με την ανεπάρκεια στην Αττική κατάλληλων εκτάσεων για την επιχειρηματικότητα. Προτείνεται η πρόβλεψη της δημιουργίας Επιχειρηματικών Πάρκων για τις τριτογενείς δραστηριότητες, στα οποία περιλαμβάνονται και επιχειρηματικά πάρκα ειδικού τύπου. Σε περίπτωση που συγκεκριμένες χωρικές ενότητες του Ελαιώνα έχουν τον χαρακτήρα Άτυπων Βιομηχανικών Συγκεντρώσεων, τα Επιχειρηματικά Πάρκα έχουν τη μορφή των Επιχειρηματικών Πάρκων Εξυγίανσης.
Η περιοχή και οι διαμεταφορικές επιχειρήσεις του χώρου έχουν αποκτήσει πια ταυτότητα, με την αναγνώριση του χώρου στην επιχειρηματικότητα ως ένας άτυπος υποδοχέας που λειτουργεί από το 1970. Δεν είναι τυχαίο, ότι όσες επιχειρηματικές προσπάθειες μεταστέγασης έγιναν στο παρελθόν προς την κατεύθυνση εξεύρεσης μεγάλων ικανοποιητικών εκτάσεων, οι οποίες πάλι δεν ήταν αδειοδοτικά κατάλληλες, απέτυχαν επιχειρηματικά, καθώς δεν δημιουργήθηκε ποτέ η κρίσιμη μάζα αδειοδοτημένων επιχειρήσεων που θα επιβάλει τη νομιμότητα. Επικρατούσε βέβαια και η τάση δημιουργίας μεγάλων αποθηκών χωρίς να εξετάζεται η ιδιαιτερότητα της βραχείας εναπόθεσης που επικρατεί στις διαμεταφορικές (πρακτορεία).
Στις εποχές επάρκειας χώρων εντός Αττικής η ΠΕΕΔ είχε προτείνει πρώτα απορρόφηση των υπηρεσιών εφοδιαστικής από περιοχές που εξυγιαίνονται, να ακολουθήσουν όσες δεν είναι αδειοδοτημένες, αλλά δεν προέρχονται από εξυγίανση, και στο τέλος αυτές που έχουν αδειοδοτηθεί πριν από την ολοκλήρωση του νομοσχεδίου και θέλουν φυσικά να μετεγκατασταθούν. Με τις προϋποθέσεις αυτές, θα μπορούσαν να ορισθούν εναλλακτικές μορφές ανάπτυξης των υπηρεσιών εφοδιαστικής, υπό τον όρο ότι η λεγόμενη «πιάτσα», δηλαδή η περιοχή υψηλής μεταφορικής ζήτησης, θα είναι μία.
Σήμερα, η αναγκαιότητα διατήρησης πια στον συγκεκριμένο χώρο κρίνεται από πολλές πλευρές αναγκαία. Υπάρχει διαρκής πρόβλεψη από το γενικό χωροταξικό σχέδιο και το Ρυθμιστικό Αθηνών. Η αγορά λειτουργεί μέσω του συγκεκριμένου χώρου, διατηρείται η εγγύτητα από το λιμάνι, την κεντρική λαχαναγορά Αθηνών, τις εθνικές οδούς, τον Ασπρόπυργο, τον σιδηρόδρομο, το αεροδρόμιο και λειτουργεί εδώ και 40 χρόνια ως πρόδρομο Αστικό Κέντρο Ενοποίησης Εμπορευμάτων (ΑΚΕΕ) που προδιαγράφει ο Ν.4302/2014 υποστηρίζοντας και το κέντρο της πρωτεύουσας. Υπάρχουν όμως και επιχειρήματα που αφορούν καθαρά την περιοχή, όπως η ερημοποίηση που ενδεχομένως θα δημιουργηθεί και θα αναθρέψει ενδεικτικά τη δημιουργία υπαίθριων αγορών εντός του αστικού ιστού, ανακαταλήψεις χώρων από Ρομά κ.λπ.
Όμοια και στην υπόλοιπη Αττική, οι επιχειρήσεις που λειτουργούν για τη διαχείριση εμπορευμάτων τρίτων δεν είναι αδειοδοτημένες για τη λειτουργία τους κι αν δεν αλλάξει κάτι άμεσα θα συνεχίσουν να λειτουργούν υπό ανοχή. Κρίσιμο σημείο αποτελεί ο συναγωνισμός που θα δημιουργηθεί με το Εμπορευματικό Κέντρο του Θριασίου, που ως μόνο νόμιμα αδειοδοτημένο θα πρέπει να ανταγωνιστεί όλες τις λοιπές μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου. Μεγάλου όγκου αποθηκεύσεις σε εμπορευμάτων τρίτων θα αποτελέσουν «μήλον της Έριδος» για την επόμενη μέρα, με τις καταγγελίες να ανταλλάσσονται μεταξύ των μεγάλων αποθηκευτών Logistics 3PL.
Κλείνοντας, όλες οι επιχειρήσεις του κλάδου, μεγάλες 3PL, μεταφορείς, διαμεταφορείς πρέπει να αντιληφθούν ότι αν δεν εξωτερικεύσουν το πρόβλημα της αδυναμίας αδειοδότησης των εγκαταστάσεων που λειτουργούν, αν δεν αναδείξουν το πρόβλημα, δεν θα επιλυθεί ποτέ. Θα βρεθούν αντιμέτωποι με όρους νομιμότητας που ενώ σήμερα υποστηρίζουν ότι διαθέτουν, αύριο θα αποτελέσουν αφορμή για την επισημοποίηση της παράνομης λειτουργίας τους.