Η Τερέζα Μέι ήταν πολύ προσεκτική στους χαρακτηρισμούς της. Δεν μίλησε ούτε για «καταπληκτική» ούτε για «σπουδαία» συμφωνία, αλλά για τη «μοναδική δυνατή» συμφωνία. Κατά τη χθεσινή γκρίζα μέρα για την Ευρωπαϊκή Ένωση – μεταφορικά και κυριολεκτικά - η Βρετανίδα πρωθυπουργός ήταν ίσως η μοναδική που δεν ήταν θλιμμένη, αναγνωρίζοντας ωστόσο ότι ήταν μία θλιβερή μέρα για αρκετούς Ευρωπαίους ηγέτες, αλλά και για πολλούς Βρετανούς – υπέρ ή κατά του Brexit.
Της Μάρως Βακαλοπούλου
[email protected]
Η Τερέζα Μέι ήταν πολύ προσεκτική στους χαρακτηρισμούς της. Δεν μίλησε ούτε για «καταπληκτική» ούτε για «σπουδαία» συμφωνία, αλλά για τη «μοναδική δυνατή» συμφωνία. Κατά τη χθεσινή γκρίζα μέρα για την Ευρωπαϊκή Ένωση – μεταφορικά και κυριολεκτικά - η Βρετανίδα πρωθυπουργός ήταν ίσως η μοναδική που δεν ήταν θλιμμένη, αναγνωρίζοντας ωστόσο ότι ήταν μία θλιβερή μέρα για αρκετούς Ευρωπαίους ηγέτες, αλλά και για πολλούς Βρετανούς – υπέρ ή κατά του Brexit.
Έπειτα από περίπου ενάμιση χρόνο διαπραγματεύσεων, οι «27» είχαν λίγα πράγματα να συζητήσουν χθες στις Βρυξέλλες. Μόνο να επικυρώσουν όσα έχουν συμφωνήσει τις τελευταίες εβδομάδες και αποτυπώνονταν σε ένα πάκο από έγγραφα που είχαν πάνω στο τραπέζι τους.
Όλοι ανεξαιρέτως συμφώνησαν ότι αυτή η συμφωνία ήταν η καλύτερη δυνατή. Τον τόνο έδωσε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. «Αυτή είναι η καλύτερη δυνατή συμφωνία για τη Βρετανία. Αυτή είναι η καλύτερη δυνατή συμφωνία για την Ευρώπη. Αυτή είναι η καλύτερη δυνατή συμφωνία», δήλωσε μετά το πέρας της Συνόδου ο Γιούνκερ καθιστώντας σαφές ότι δεν υπάρχει Plan B, πλην του Brexit χωρίς συμφωνία.
Δεν υπήρχε ωστόσο κλίμα ενθουσιασμού ούτε πολλά χαμόγελα. «Σήμερα δεν είναι μία καλή μέρα», σχολίασε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Αντόνιο Ταγιάνι. «Είναι μία θλιβερή στιγμή, μία τραγωδία», τόνισε σε πιο δραματικό τόνο ο πρόεδρος της Κομισιόν θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να περιγράψει τη μεγαλύτερη ανατροπή στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση από τη δεκαετία του 1950. Σχεδόν όλοι οι ηγέτες έδειχναν απογοητευμένοι, καθώς η Βρετανία έκανε ένα βήμα εμπρός προς την πραγματοποίηση της υπόσχεσής της να αποχωρήσει από την Ε.Ε.
«Πρέπει να αντλήσουμε όλες τις συνέπειες που δείχνουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μία εύθραυστη πλευρά. Αυτό μάς δείχνει ότι η Ευρώπη πρέπει να οικοδομηθεί ξανά», δήλωσε ο Γάλλος πρόεδρος. Σε κάθε περίπτωση, ο Εμανουέλ Μακρόν, εκ των ηγετών ίσως με την πιο σκληρή στάση καθόλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, δεν μπόρεσε να αντισταθεί στον πειρασμό και να επικρίνει τις ψεύτικες υποσχέσεις των φανατικών Brexiters. «Όσοι εξήγησαν στον βρετανικό λαό ότι θα είναι γρήγορο και εύκολο, είπαν ψέματα», τόνισε.
Πιο μετρημένες ήταν οι κουβέντες της Γερμανίδας καγκελαρίου. Χωρίς ασφαλώς να δίνει περιθώρια για άλλες διαπραγματεύσεις σε περίπτωση που η συμφωνία δεν περάσει τελικά το δύσβατο μονοπάτι της Βουλής των Κοινοτήτων, η Άγκελα Μέρκελ έκανε λόγο για μία «θλιβερή κατάσταση, η οποία περιείχε τουλάχιστον τον σπόρο μίας θετικής εξέλιξης». «Τα συναισθήματά μου είναι πολύ διαφορετικά. Αισθάνομαι πολύ στενοχωρημένη, αλλά την ίδια στιγμή έχω και μία αίσθηση ανακούφισης», δήλωσε χαρακτηριστικά η Μέρκελ.
Στην ίδια γραμμή τού «όλοι χάνουμε» κινήθηκε και ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ, ο οποίος ωστόσο είχε μία επιπλέον παρατήρηση να κάνει αναφορικά με το Γιβραλτάρ, τις μελλοντικές σχέσεις του οποίου διαπραγματεύτηκε μέχρι την τελευταία στιγμή. «Χάνουμε όλοι, κυρίως η Βρετανία. Σχετικά με το Γιβραλτάρ, κερδίζει η Ισπανία και η Ε.Ε.», επισήμανε ο Σάντσεθ.
Ο Ολλανδός πρωθυπουργός από την πλευρά του δεν είδε χθες κανέναν απολύτως νικητή. «Κανείς δεν κερδίζει. Όλοι χάνουμε επειδή αποχωρεί η Βρετανία», δήλωσε ο Μαρκ Ρούτε για να ξεκαθαρίσει πάντως ότι δεν υπάρχει καμία άλλη εναλλακτική λύση πέραν της συμφωνίας που επικυρώθηκε χθες τόσο για τους όσους της αποχώρησης όσο και για τις μελλοντικές σχέσεις.
Η αλήθεια είναι ότι η Μέι δεν έχει το δικαίωμα να δείξει λυπημένη ή απογοητευμένη. Το δύσκολο έργο που έχει μπροστά της, να «πουλήσει» τη συμφωνία στους Βρετανούς βουλευτές και τον λαό, δεν της αφήνει περιθώρια για συναισθηματισμούς.
Η Βρετανίδα πρωθυπουργός είναι αυτή που πρώτα από όλους πρέπει να υπερασπιστεί τη συμφωνία στην οποία κατέληξε με τις Βρυξέλλες και η οποία ήδη βρίσκει σθεναρή αντίσταση από τους Εργατικούς, από τους αντάρτες του κόμματός της και σκληροπυρηνικούς του Brexit, καθώς και από το DUP, το μικρό ενωτικό κόμμα της Βόρειας Ιρλανδίας από το οποίο εξαρτά τόσο καιρό την εύθραυστη πλειοψηφία της.
Όλους αυτούς, η Μέι καλείται να τους πείσει ότι η συμφωνία δεν ήταν μία «θλιβερή αποτυχία» ούτε «ιστορικό λάθος» ούτε «προδοσία» και πως σε κάθε περίπτωση χειρότερο σενάριο από το no deal Brexit, μία άτακτη αποχώρηση δηλαδή στις 29 Μαρτίου του 2019, δεν υπάρχει υπάρχει.