Είναι πλέον σαφές ακόμη και στον πιο δύσπιστο παρατηρητή ότι ο κομματικός χώρος-κληρονόμος του ιστορικού ΠΑΣΟΚ απέτυχε να αξιοποιήσει πολιτικά την τεράστια ευκαιρία που του έδωσε η «μνημονιακή» εποχή του ΣΥΡΙΖΑ, γράφει ο Μιχάλης Χατζηκωνσταντίνου.
Από την έντυπη έκδοση
Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]
Είναι πλέον σαφές ακόμη και στον πιο δύσπιστο παρατηρητή ότι ο κομματικός χώρος-κληρονόμος του ιστορικού ΠΑΣΟΚ απέτυχε να αξιοποιήσει πολιτικά την τεράστια ευκαιρία που του έδωσε η «μνημονιακή» εποχή του ΣΥΡΙΖΑ.
Με αφετηρία το 6,28% των εκλογών του Σεπτεμβρίου του 2015 η Δημοκρατική Συμπαράταξη ή Κίνημα Αλλαγής αρκούσε να εκμεταλλευτεί τη διαρροή ψηφοφόρων που προκάλεσε στον ΣΥΡΙΖΑ η εφαρμογή αυστηρής λιτότητας. Κι όμως, τη στιγμή που οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν τη συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ κάτω από το 60%, το ΚΙΝΑΛ μένει καθηλωμένο σε μονοψήφια ποσοστά, κοντά στην εκλογική επίδοση του Σεπτεμβρίου. Τι συμβαίνει λοιπόν; Γιατί αδυνατεί να προσελκύσει έστω και ένα μικρό τμήμα από τους περίπου 700.000 πολίτες που εμφανίζονται να φεύγουν από τον ΣΥΡΙΖΑ;
Ο ένοχος βρίσκεται στο εσωτερικό και δεν είναι άλλος από την κομματική «ελίτ». Μια μικρή ομάδα πρώην υπουργών, υψηλόβαθμων στελεχών και ισχυρών κομματικών «φίλων» υποσκάπτει συστηματικά όλα αυτά τα χρόνια κάθε προσπάθεια να διευρυνθεί το εκλογικό ακροατήριο. Την ώρα που οι πολίτες εγκατέλειπαν τον ΣΥΡΙΖΑ απογοητευμένοι από τα οικονομικά βάρη εκείνοι τους… διώχνουν. Στο πνεύμα του αλησμόνητου «Μαζί τα φάγαμε!» καθυβρίζουν τους εν δυνάμει ψηφοφόρους, παρουσιάζοντάς τους συλλήβδην ως «ημιμαθείς» ή «συμφεροντολόγους» και απαξιώνουν οι ίδιοι τον πολιτικό χώρο που υποτίθεται ότι διεκδικούν. Και τώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ προσεγγίζει την Κεντροαριστερά, εκείνοι όχι μόνο δεν την διεκδικούν αλλά προσπαθούν να αποδείξουν ότι την εγκατέλειψαν οριστικά. Από το εκλογικό σύστημα, και το ονοματολογικό, μέχρι τις σχέσεις Εκκλησίας - Κράτους και την πρωτοφανή υιοθέτηση του δόγματος «μηδενικής ανοχής στη βία».
Η στάση τους έχει ψυχολογική βάση: Μεταστοιχειώνουν συναισθήματα ζήλειας και φθόνου σε οργή και τυφλή επιθετικότητα για αυτούς που θεωρούν υπεύθυνους ότι τους πήραν τις «καρέκλες». Από την πρώην υπουργό που εγκαλούσε υστερικά τον υπουργό Παιδείας για «ακατάστατο γραφείο» μέχρι τα υψηλόβαθμα στελέχη τα οποία απαξιώνουν τους ευρωπαίους Σοσιαλδημοκράτες, γιατί τολμούν να συνομιλούν με τον Αλέξη Τσίπρα. Μην υποτιμάμε, όμως, και τα προσωπικά κίνητρα: Το «υστερικό» Κέντρο ίσως αδιαφορεί για το αν το κόμμα παραμείνει στο 6%. Μήπως αυτό που ενδιαφέρει τελικά είναι κάποιοι να ξαναγίνουν υπουργοί; Ακόμη και μέσω άλλων ψηφοδελτίων;