Η απόφαση της Ιεραρχίας για το προσύμφωνο Τσίπρα - Ιερώνυμου, όπως και η επίθεση που δέχθηκαν χθες στο Πολυτεχνείο υπουργοί και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αρνητικές εξελίξεις για την κυβέρνηση, ο πολιτικός και επικοινωνιακός σχεδιασμός του Μαξίμου όμως βασίζεται στην επικείμενη κατάργηση της περικοπής των συντάξεων και τη διαμόρφωση κλίματος «ανταμοιβής των θυσιών του λαού», εν όψει των εκλογικών αναμετρήσεων που έρχονται.
Του Γιάννη Καμπουράκη
[email protected]
Η απόφαση της Ιεραρχίας για το προσύμφωνο Τσίπρα - Ιερώνυμου, όπως και η επίθεση που δέχθηκαν χθες στο Πολυτεχνείο υπουργοί και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αρνητικές εξελίξεις για την κυβέρνηση, ο πολιτικός και επικοινωνιακός σχεδιασμός του Μαξίμου όμως βασίζεται στην επικείμενη κατάργηση της περικοπής των συντάξεων και τη διαμόρφωση κλίματος «ανταμοιβής των θυσιών του λαού», εν όψει των εκλογικών αναμετρήσεων που έρχονται.
Στους κόλπους της κυβέρνησης επικρατεί ήδη πανηγυρικό κλίμα και ο επικοινωνιακός μηχανισμός ξεκίνησε ήδη να δουλεύει, για να πείσει όσους περισσότερους πολίτες μπορεί ότι «είμαστε σε νέα φάση, εκτός μνημονίων», στέλνοντας σήμα ότι πολλές από τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί εντός μνημονίων μπορούν να ανατραπούν, όπως ανατράπηκε η περικοπή των συντάξεων.
Το είπε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, το επανέλαβε και ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρλέτης, όταν μιλώντας για την απόφαση του Euro Working Group είπε ότι «δείχνει τη δυνατότητα να μη εφαρμοστούν μέτρα που πάρθηκαν υπό άλλες συνθήκες. Μετά από τη σκληρή προσπάθεια των τελευταίων ετών είμαστε σε θέση να ακυρώσουμε, να βαδίσουμε σε άλλους δρόμους». Σε αυτήν την κατεύθυνση, η επόμενη κυβερνητική διαρροή είναι ότι η κυβέρνηση θα πετύχει και την κατάργηση του μείωσης του αφορολογήτου.
Με όπλο τη Συμφωνία των Πρεσπών και την ανάληψη της συνολικής ευθύνης για το μεταναστευτικό και προσφυγικό κύμα που προέρχεται από την Τουρκία στην Ευρώπη, απορροφώντας τους κραδασμούς στις ισχυρές χώρες της Ε.Ε., η κυβέρνηση καταφέρνει να κερδίσει την ανοχή του Βερολίνου και των Βρυξελλών που δεν «γκρινιάζουν» για το αν οι σημερινές αποφάσεις ή οι προεκλογικές εξαγγελίες του πρωθυπουργού προκαλέσουν ζημιά στην οικονομία σε βάθος χρόνου.
Το Μαξίμου θα στρέψει τη συζήτηση προς τις συντάξεις ή τα έκτακτα επιδόματα, υποβαθμίζοντας τη συζήτηση περί μακροοικονομικών κινδύνων, η οποία σαφώς και υπάρχει. Υπάρχει η πεποίθηση στο κυβερνητικό επιτελείο είναι ότι η αντιπολίτευση δεν έχει το σθένος να εναντιωθεί σε φιλολαϊκά μέτρα μεσούσης της προεκλογικής περιόδου, για να κατηγορήσει την κυβέρνηση ότι προς χάριν των εκλογικών της σκοπιμοτήτων ναρκοθετεί το μέλλον της ελληνικής οικονομίας. Σκοπός είναι η επιστροφή στο success story που επιχειρήθηκε να στηθεί με την αφορμή των υπογραφών για το τέλος του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά λόγω της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι, εγκαταλείφθηκε. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση σκοπεύει να σύρει την αντιπολίτευση σε ένα επικοινωνιακό παιχνίδι εντός Βουλής με αλλεπάλληλες ψηφοφορίες για τα μέτρα που εξήγγειλε ο κ. Τσίπρας στη ΔΕΘ και ενέκριναν Βερολίνο και Βρυξέλλες και την ίδια περίοδο να προσπαθεί να την πλήξει εκτός Βουλής, με όχημα τη σκανδαλολογία.
Σε αυτό το κλίμα, η ανακοίνωση από τα κυβερνητικά στελέχη «και άλλων θετικών μέτρων που έρχονται» αναζωπύρωσε τα σενάρια περί εκλογικού αιφνιδιασμού πριν από τον Μάιο, ενώ η κυβέρνηση επιμένει δημοσίως ότι οι επόμενες εθνικές εκλογές θα γίνουν τον Οκτώβριο του 2019.
Καθοριστικό ρόλο στις αποφάσεις του πρωθυπουργικού επιτελείου, θα παίξουν οι δημοσκοπήσεις που θα λάβει σε δύο δόσεις το Μαξίμου. Το πρώτο κύμα θα διενεργηθεί στις αρχές Δεκεμβρίου και το δεύτερο τέλος Φεβρουαρίου. Η κυβέρνηση αισιοδοξεί ότι η οικονομική πολιτική υπέρ των κοινωνικών ομάδων που αποτελούν εκλογικό στόχο του ΣΥΡΙΖΑ θα μικρύνει την ψαλίδα με τη Ν.Δ. και ότι η επιλογή «υπέρογκο πρωτογενές πλεόνασμα αντί ανάπτυξης», καθώς και η απουσία θετικών μέτρων για τη μεσαία τάξη που παρακολουθεί να δίνονται παροχές και να εξαγγέλλονται δεκάδες χιλιάδες προσλήψεις, δεν θα της στοιχίσουν στο δρόμο προς τις κάλπες. Όντας αναγκασμένη να περιμένει τη συμφωνία των Πρεσπών προς κύρωση στην ελληνική Βουλή, αλλά κυρίως επειδή ο κ. Τσίπρας δεν θα έχει την πλήρη εικόνα, πριν από τις δημοσκοπήσεις του Φεβρουαρίου για να πάρει την τελική του απόφαση, βασικό εκλογικό σενάριο παραμένουν οι τριπλές εκλογές τον Μάιο και εναλλακτικό οι εκλογές στο τέλος της τετραετίας.
Θέματα που έχουν προκύψει το τελευταίο διάστημα σε διάφορα δημοσιεύματα, όπως η τοποθέτηση του επόμενου Έλληνα Επιτρόπου στην Κομισιόν που ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήθελε να είναι δικής του επιρροής κλπ., δεν περιλαμβάνονται στα βασικά κριτήρια, ενώ στην κυβέρνηση δεν υπάρχει επικρατούσα άποψη. Τόσο το σενάριο των τριπλών εκλογών τον Μάιο όσο και το σενάριο του Οκτωβρίου του 2019, έχει υποστηρικτές και πολέμιους τόσο στην κυβέρνηση όσο και στην Κουμουνδούρου. Για παράδειγμα, κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης λένε ότι οι εκλογές πρέπει να γίνουν τον Μάιο επειδή όποια θετική επίδραση από τα μέτρα στην οικονομία θα έχει φανεί ως τότε, για να απορροφήσουν κραδασμούς οι κάλπες των ευρωεκλογών και της αυτοδιοίκησης, αλλά και για να μην επιδράσει αρνητικά στο πολιτικό κλίμα μία ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωκελογές, όταν τέσσερις μήνες μετά θα γίνουν οι εθνικές εκλογές. Στον αντίποδα, υπάρχουν άλλα στελέχη που εκτιμούν ότι η κυβέρνηση θα βελτιώσει τη δημοσκοπική της θέση τους επόμενους μήνες και, ακόμα και αν χάσει μία, δύο ή τρεις μονάδες στις ευρωεκλογές, τότε το άγχος και η ανασφάλεια εν όψει των εθνικών εκλογών, θα κυριεύσει την αξιωματική αντιπολίτευση.