Στον αλησμόνητο Σταύρο Τσακυράκη τη χρωστάμε τη διαπίστωση ότι, όπως η ψήφος στη Βουλή, έτσι και η νομολογία των (καθ' όλα σεβαστών κ.λπ.) δικαστηρίων την έχει την τάση να ανακαλύπτει λεφτόδεντρα, γράφει ο Αντώνης Παπαγιαννίδης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Στον αλησμόνητο Σταύρο Τσακυράκη τη χρωστάμε τη διαπίστωση ότι, όπως η ψήφος στη Βουλή, έτσι και η νομολογία των (καθ' όλα σεβαστών κ.λπ.) δικαστηρίων την έχει την τάση να ανακαλύπτει λεφτόδεντρα.
Η πρόσφατη συζήτηση για τις συντάξεις είναι αληθινά χαρακτηριστική της πικρής αυτής διατύπωσης. Ποιος μπορεί να αρνηθεί ότι κάτι που νομοθετείται -και μάλιστα με ευρύτερη πλειοψηφία, όπως θεωρείται βέβαιο ότι θα περάσει η άρση της νομοθετημένης περικοπής των «παλαιών» συντάξεων στις επόμενες εβδομάδες- δεν είναι κάτι που κρίνεται ορθό και πρέπον; Και ποιος θα τολμούσε να θεωρήσει ότι όταν τα ανώτατα δικαστήρια νομολογούν ότι οι περικοπείσες συντάξεις, ή πάλι τα δώρα κ.λπ. οφείλουν να αποδοθούν αναδρομικά στους δικαιούχους -το δε ΝΣΚ κρίνει ότι τα κατώτερα δικαστήρια ορθώς δικαιώνουν προσφεύγοντες, συνεπώς προς τι να ασκούνται ένδικα μέσα;- η απόφασή τους δεν θα πρέπει να τύχει σεβαστικής εφαρμογής;
Όταν, βέβαια, θα δοθούν τώρα τα αναδρομικά στους δικαιούχους του «σκληρού πυρήνα» -δικαστικοί (το υπόλοιπο 50% της διαφοράς αποδοχών 2012-14), ένστολοι (2012-2016), πανεπιστημιακοί (2015-2016), γιατροί ΕΣΥ (2014-2016)- αυτό θα σημάνει κάτι σαν 800 εκατ. ευρώ. Αυτοί είναι οι δικαιούχοι της υπερήφανης νομολογίας, που αφορούσε το δικαίωμα σε «αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης»: ξεκίνησε με τους δικαστικούς, αλλά σταδιακά «άνοιξε» στα ειδικά μισθολόγια. Τώρα θα 'ρθουν στη Βουλή με ειδική νομοθετική πρόνοια. Η οποία θα περάσει -στοίχημα!- με ευρύτερη πλειοψηφία.
Η προς ανατροπή βαίνουσα περικοπή των συντάξεων των «παλαιών» συνταξιούχων -όσων δηλαδή βρέθηκαν συνταξιούχοι προτού ενσκήψει ο νόμος Κατρούγκαλου, μέσα του 2016, ανεξαρτήτως αν ήταν πρόωρα συνταξιοδοτημένοι ή όχι, ή αν οι συντάξεις τους (όντως πολλές φορές ροκανισμένες από διαδοχικές μνημονιακές περικοπές) ανταποκρίνονταν ανταποδοτικά στο καθεστώς ασφαλιστικών κρατήσεων που είχαν στη διάρκεια του εργασιακού τους βίου- αφού η σχετική δέσμευση αφορούσε 1% του ΑΕΠ, σημαίνει κάτι σαν 1,8 δισ. ευρώ. Και αυτή η ρύθμιση/ανάκληση ρύθμισης θα περάσει -άμα δεν σκοντάψει στους δυσάρεστους Ευρωπαίους ή στο μοχθηρό ΔΝΤ- με ευρύτερη πλειοψηφία στη Βουλή. (Τα προεξαγγελμένα στη Θεσσαλονίκη για τις ευπαθέστερες κοινωνικές ομάδες -σχολικά γεύματα, επιδότηση ενοικίου, επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών των νέων κάτω των 25 ώστε να καταργηθεί ο υποκατώτατος μισθός, μείωση ασφαλιστικών εισφορών κοκ.- ύψους 750 εκατομμυρίων, εν ανάγκη θα ψαλιδιστούν ή θα υποστούν «άπλωμα στον χρόνο», όπως άλλωστε και το ψαλίδισμα του ΕΝΦΙΑ, αν χρειαστεί.)
Όμως η βουή που ξεσηκώθηκε γύρω από τα αναδρομικά ευρύτερα των συνταξιούχων -εκείνων που δεν είχαν τύχη αρχικώς της στοργής της «αξιοπρεπούς διαβίωσης», αλλ' αντιθέτως είχαν γίνει νομολογιακά ανεκτές οι διαδοχικές μειώσεις που υπέστησαν για λόγους, απλώς, «δημοσίου συμφέροντος»- καταλήγει να σημαίνει οτιδήποτε ανάμεσα σε 6 και 11 δισ. ευρώ. Έστω και τμηματικά, έσω και σε βάθος χρόνου, ένα τέτοιο 3,5% έως 6% του ΑΕΠ υπόσχεται δημοσιονομικό εκτροχιασμό. Πολιτικά, η σημερινή αντιπολίτευση (αξιωματική και ελάσσων) «παίρνει το αίμα της πίσω» όταν βλέπει τη σημερινή κυβέρνηση, η οποία τότε είχε ανέβει στα κάγκελα κηρύσσοντας αντισυνταγματικότητα πέραν της αναλγησίας κ.λπ., να πρέπει τώρα να βγάλει το φίδι από την τρύπα. Με μια διαφορά: ότι άμα τελικά τα δικαστήρια δεχθούν και επισφραγίσουν ευρεία αναδρομικότητα -και δεν επικαλεσθούν «δημόσιο συμφέρον» ή και «υπέρτερο δημόσιο συμφέρον» (του δημοσιονομικού εκτροχιασμού), για να περιορίσουν τα αναδρομικά σε όσους μόνο έχουν ασκήσει σχετικές προσφυγές- τα σπασμένα θα κληθούν να τα πληρώσουν οι επερχόμενες κυβερνήσεις. Γιατί κανένας δημοσιονομικός χώρος, με οιοσδήποτε νέες φορολογίες ή/και οποιεσδήποτε δρακόντειες νέες περικοπές δαπανών κι αν επιδιωχθεί, δεν μπορεί να μαζέψει τέτοιας τάξεως μεγέθους ποσά. Όταν δε αναφερόμαστε στις επερχόμενες κυβερνήσεις, δεν εννοούμε καν εκείνη που θα προκύψει από τις αμέσως επόμενες εκλογές του 2019, αλλά και εκείνη/εκείνες που θα ακολουθήσουν...
Τα λεφτόδεντρα, λοιπόν, που ξανανθίζουν, κινδυνεύουν να γίνουν η νεότερη εκδοχή του «λεφτά υπάρχουν» του 2009-10, της «ριζικής επαναδιαπραγμάτευσης» του 2012, του «σκίζουμε τα Μνημόνια με ένα νόμο/ένα άρθρο» του 2014-15. Και ναι μεν η τρόικα δεν είναι ανάμεσά μας, αλλά και η μεταμνημονιακή εποπτεία συνεχίζεται, και τα διάφορα Eurogroup σίγουρα διαβάζουν τα ενθουσιώδη δημοσιεύματα για τα αναδρομικά και -το μαντέψατε!- οι διαβόητες αγορές που επ' εσχάτων όλοι ανακαλύπτουν, κι αυτές γνωρίζουν να αξιολογούν. Τους καρπούς των λεφτόδεντρων.
Κανείς δεν αδικεί τον συνταξιούχο, που έχει υποστεί μια ντουζίνα μειώσεις και λέει για τους κυβερνώντες «να κόψουν τον λαιμό τους να βρουν λεφτά». Όμως -το ζήσαμε οδυνηρά- τα λεφτόδεντρα, παρά τις ευρείες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες και τις σοφές νομολογίες, δεν υπάρχουν.
Άμα τελικά τα δικαστήρια δεχθούν και επισφραγίσουν ευρεία αναδρομικότητα -και δεν επικαλεσθούν «δημόσιο συμφέρον» ή και «υπέρτερο δημόσιο συμφέρον», για να περιορίσουν τα αναδρομικά σε όσους μόνο έχουν ασκήσει σχετικές προσφυγές- τα σπασμένα θα κληθούν να τα πληρώσουν οι επερχόμενες κυβερνήσεις.