Αφιερώματα
Τετάρτη, 31 Οκτωβρίου 2018 19:15

Το στοίχημα της αξιοπιστίας για τη διαμεσολάβηση

Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι στη χώρα μας η ιδιωτική ασφάλιση δεν αναπτύσσεται με ανάλογους των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών ρυθμούς. Είναι δεδομένο ότι οι αιτίες δεν εδράζονται κυρίαρχα στην οικονομική κρίση. Η παρατήρηση του δείκτη των ετησίως παραγόμενων ασφάλιστρων επί του ΑΕΠ της τελευταίας 10ετίας αποτυπώνει την προαναφερόμενη στασιμότητα, παρότι το ίδιο διάστημα δημιουργήθηκαν ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη της ασφαλιστικής βιομηχανίας.

Του Δημήτρη Γαβαλάκη

Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι στη χώρα μας η ιδιωτική ασφάλιση δεν αναπτύσσεται με ανάλογους των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών ρυθμούς. Είναι δεδομένο ότι οι αιτίες δεν εδράζονται κυρίαρχα στην οικονομική κρίση. Η παρατήρηση του δείκτη των ετησίως παραγόμενων ασφάλιστρων επί του ΑΕΠ της τελευταίας 10ετίας αποτυπώνει την προαναφερόμενη στασιμότητα, παρότι το ίδιο διάστημα δημιουργήθηκαν ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη της ασφαλιστικής βιομηχανίας. 

Ενδεικτικά αναφέρω τη δυνατότητα ανάπτυξης του κλάδου Αστικής ευθύνης μέσω της έμμεσης υποχρέωσης, λόγω αντίστοιχων ρητρών στις ιδιωτικές συμβάσεις, των ασφαλίσεων προστασίας δεδομένων και φυσικά τη δυνατότητα ανάπτυξης των κλάδων υγείας και σύνταξης, λόγω μείωσης του επιπέδου των παροχών του δημόσιου τομέα.

Οι καταγεγραμμένες αιτίες, από σχετικές έρευνες, είναι αρκετές και δυστυχώς μέσα σε αυτές παραμένει η έλλειψη της απαραίτητης αξιοπιστίας, του υποψήφιου προς ασφάλιση κοινού, προς τον θεσμό. Και αυτό παρότι η ασφαλιστική βιομηχανία στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια όχι μόνο έχει κάνει πολύ σημαντικά βήματα βελτίωσης των παρεχόμενων υπηρεσιών, και μάλιστα σε ένα ακόμα αυστηρότερο περιβάλλον εποπτικού ελέγχου, αλλά ταυτόχρονα στην κρίσιμη στιγμή της μείωσης της αξίας των ελληνικών ομολόγων προστάτευσε απόλυτα τους κατόχους συνταξιοδοτικών συμβολαίων καλύπτοντας με ίδια κεφάλαια την όποια μείωση της αξίας των χαρτοφυλακίων.

Η ασφαλιστική αγορά στην Ελλάδα όπως και σε όλη την Ευρώπη επιχειρεί από το 2016 σε ένα αυστηρότατο περιβάλλον εποπτείας με βάση ένα κοινό ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο -το Solvency 2- εξασφαλίζοντας την απαιτούμενη φερεγγυότητα των ασφαλιστικών εταιρειών και κατά συνέπεια το υψηλότερο δυνατό επίπεδο προστασίας για τους ασφαλισμένους.

Παράλληλα όμως με τη θετική ανταπόκριση των ασφαλιστικών εταιρειών στις απαιτήσεις των καιρών αντίστοιχη είναι και η εξέλιξη της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης στην ελληνική αγορά. Των ανθρώπων δηλαδή που διαμεσολαβούν ανάμεσα στον ασφαλισμένο και την ασφαλιστική εταιρεία με στόχο πάντα την πληρέστερη και ποιοτικότερη κάλυψη των ασφαλιστικών αναγκών των πελατών τους και σύμμαχο τα ασφαλιστικά προϊόντα που παράγουν οι ασφαλιστικές εταιρείες.

Τα τελευταία χρόνια ο χώρος της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης έχει καταγράψει σημαντικά βήματα εξέλιξης παρέχοντας ποιοτικότερες υπηρεσίες τόσο λόγω της σημαντικής βελτίωσης του γνωστικού του επιπέδου όσο και της χρήσης της τεχνολογίας, προσπαθώντας να ανταποκριθεί πληρέστερα στις ολοένα και αυξανόμενες απαιτήσεις των καταναλωτών - ασφαλισμένων. Προς αυτή την κατεύθυνση σημαντική είναι και η συνεισφορά του εποπτικού πλαισίου που θέτει αυστηρούς κανόνες δεοντολογίας και διαφάνειας.

Αυτό που, εύλογα, δεν έχει γίνει ευρέως γνωστό, είναι ότι το επόμενο διάστημα στη χώρα μας θα τεθεί σε ισχύ ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο προκύπτει από την υποχρέωση ενσωμάτωσης της ευρωπαϊκής οδηγίας για τη διανομή ασφαλιστικών συμβολαίων - της I.D.D. 

Το πλαίσιο αυτό θέτει ακόμα αυστηρότερους κανόνες για την προστασία του καταναλωτή-ασφαλισμένου από αθέμιτες πρακτικές, απαιτώντας ταυτόχρονα αναλυτικότερη ενημέρωση αλλά και διαφάνεια από όποιο δίκτυο διαθέτει ασφαλιστικά προγράμματα (ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές, bancassurance, direct πωλήσεις ασφαλιστικών εταιριών).

Το νέο αυτό περιβάλλον όχι μόνο θα αναδείξει την αξία και τη χρησιμότητα του επαγγελματία ασφαλιστικού διαμεσολαβητή, αλλά θα λειτουργήσει καταλυτικά στην περαιτέρω βελτίωση της αξιοπιστίας του θεσμού στην ελληνική κοινωνία.

Η επιστημονική διαδικασία ανάλυσης των ασφαλιστικών αναγκών τόσο των ιδιωτών όσο και των επιχειρήσεων, η τεκμηρίωση της αξίας του προτεινόμενου ασφαλιστικού προϊόντος και η απλότητα στην επεξήγηση καλύψεων και εξαιρέσεων, ώστε να εξασφαλίζεται η αναγκαία κατανόηση, θα πρέπει να μην αποτελούν μόνο την υποχρέωση προσαρμογής στο κανονιστικό πλαίσιο αλλά και το όχημα για τη βελτίωση του επιπέδου αξιοπιστίας της αγοράς και των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών. Με τον τρόπο αυτό η ανάπτυξη της ασφαλιστικής βιομηχανίας θα επιτύχει τους ρυθμούς που της αναλογούν στον ουσιαστικό της ρόλο για προστασία της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας και των πολιτών της.