Οι αριθμοί επιβεβαιώνουν τις ανησυχίες. Η στιγμή της αλήθειας έχει έλθει για την Ευρωζώνη, που καλείται να αντιμετωπίσει σοβαρές πολιτικές προκλήσεις, εν μέσω ενός ολοένα και πιο ασταθούς γεωπολιτικού περιβάλλοντος. Οι προκλήσεις βρίσκουν την οικονομία της Ζώνης του Ευρώ αποδυναμωμένη, διχασμένη και με ανοικτές ακόμη κάποιες από τις πληγές του παρελθόντος, γράφει η Αγγελική Κοτσοβού.
Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Οι αριθμοί επιβεβαιώνουν τις ανησυχίες. Η στιγμή της αλήθειας έχει έλθει για την Ευρωζώνη, που καλείται να αντιμετωπίσει σοβαρές πολιτικές προκλήσεις, εν μέσω ενός ολοένα και πιο ασταθούς γεωπολιτικού περιβάλλοντος. Οι προκλήσεις βρίσκουν την οικονομία της Ζώνης του Ευρώ αποδυναμωμένη, διχασμένη και με ανοικτές ακόμη κάποιες από τις πληγές του παρελθόντος.
Η οικονομία κατέβασε ταχύτητα στο τρίτο τρίμηνο, με ρυθμούς ανάπτυξης μόλις 0,2%, τους βραδύτερους της τελευταίας τετραετίας. Το «φρένο» στην ανάπτυξη οφείλεται κυρίως στη στασιμότητα της Ιταλίας, της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας στην «οικογένεια» του ευρώ. Και το μπρα ντε φερ μεταξύ Ρώμης και Βρυξελλών για τον προϋπολογισμό του 2019 προοιωνίζεται ακόμη πιο δύσκολες ημέρες, σε μια εποχή που η Ευρωζώνη βάλλεται από παντού. Από τον εμπορικό πόλεμο μέχρι την ιταλική κρίση και το Brexit, οι απειλές παραμένουν «σημαντικές», για να επικαλεστούμε τις πρόσφατες δηλώσεις του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι.
Η αντιπαράθεση με την Ιταλία «ροκανίζει» τα θεμέλια του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, η Βρετανία παίρνει τον Μάρτιο οριστικό «διαζύγιο» από την ευρωπαϊκή οικογένεια και οι λαϊκιστές συνωμοτούν, επιδιώκοντας αναδιαμόρφωση του ευρωπαϊκού πολιτικού τοπίου στις επικείμενες ευρωεκλογές.
Το οικονομικό momentum χάνεται και στη Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, καθώς ο εμπορικός πόλεμος πλήττει τις εξαγωγές. Σε πολιτικό επίπεδο, η μετάβαση στη μετά Μέρκελ εποχή εντείνει την αβεβαιότητα.
Οι προκλήσεις στενεύουν τα περιθώρια του Μάριο Ντράγκι για το επόμενο βήμα στη νομισματική πολιτική. Η ΕΚΤ ξεπέρασε τα όρια των δυνατοτήτων της στις προσπάθειες στήριξης της ανάπτυξης, μειώνοντας τα επιτόκια σε επίπεδα κάτω του μηδενός, αγοράζοντας κρατικά ομόλογα συνολικού ύψους 2,6 τρισ. ευρώ και διοχετεύοντας άπλετη ρευστότητα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Χαράσσοντας τη νομισματική πολιτική με γνώμονα το βασικό της δόγμα, που είναι η σταθερότητα των τιμών, η ΕΚΤ εμμένει στο χρονοδιάγραμμα για τερματισμό του QE στα τέλη του έτους και αύξηση επιτοκίων από το 2019. Ο πληθωρισμός στη Γερμανία ανήλθε τον Οκτώβριο στο 2,4%, στα υψηλότερα επίπεδα εξίμισι ετών, ενώ και σε επίπεδο Ευρωζώνης τον Σεπτέμβριο υπερέβη τον στόχο 2% της ΕΚΤ. Ο Ντράγκι δεν διαθέτει «κρυστάλλινη μπάλα» για να γνωρίζει τις μελλοντικές εξελίξεις, ούτε μπορεί να επέμβει στο τερέν της πολιτικής. Αυτή τη φορά η κρίση είναι υπαρξιακή. Και η Ευρώπη δεν μπορεί να προστρέξει στην ΕΚΤ για βοήθεια.