Ακόμη και η συμμετοχή στην πιο σκληρή αντιπαράθεση είναι ρόλος και οι ρόλοι εναλλάσσονται. Αρκεί να σε αντέξει η σκηνή κι ας μη φανεί στο χειροκρότημα. Χωρίς τον ρόλο, τι είσαι στο θέατρο της πολιτικής; Ο ρόλος σε εξάπτει και σε αποκαθιστά. Συχνά είναι πιο ισχυρός απ’ τον χαρακτήρα, την ιδεολογία, τη θεωρία, το ύφος ή το ήθος. Παίζεις, λοιπόν, παίζεις. Οτιδήποτε άλλο σε βγάζει από το οικοσύστημά σου, γιατί ο κόσμος δεν ορίζεται εντέλει παρά μόνο από τον τρόπο που ο ρόλος επινοεί τον εαυτό σου, γράφει η Κατερίνα Τζωρτζινάκη.
Από την έντυπη έκδοση
της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Ακόμη και η συμμετοχή στην πιο σκληρή αντιπαράθεση είναι ρόλος και οι ρόλοι εναλλάσσονται. Αρκεί να σε αντέξει η σκηνή κι ας μη φανεί στο χειροκρότημα. Χωρίς τον ρόλο, τι είσαι στο θέατρο της πολιτικής; Ο ρόλος σε εξάπτει και σε αποκαθιστά. Συχνά είναι πιο ισχυρός απ’ τον χαρακτήρα, την ιδεολογία, τη θεωρία, το ύφος ή το ήθος. Παίζεις, λοιπόν, παίζεις. Οτιδήποτε άλλο σε βγάζει από το οικοσύστημά σου, γιατί ο κόσμος δεν ορίζεται εντέλει παρά μόνο από τον τρόπο που ο ρόλος επινοεί τον εαυτό σου.
Στον χώρο της πολιτικής μπαίνεις με το δραματουργικό σου οπλοστάσιο. Πώς αλλιώς; Έχεις παράσταση, καθ’ υπόδειξη επικοινωνιολόγων, ψηφολόγων και πάσης φύσεως σκηνοθετών. Τα πράγματα είναι απλά. Ακόμη κι αν λες κάτι και ταυτόχρονα το υπονομεύεις με τον τρόπο που το λες ή όταν, ανάλογα με τη θέση στη θεατρική σύμβαση, θεωρείς σωστή μια πρόταση και την αντίθετή της; Αντίφαση. Τα μαθηματικά δεν την καταδέχονται (αρχή της μη αντίφασης),τα πολιτικά την καλοδέχονται. Ε, καλά και ο Ουΐτμαν. «Αντιφάσκω με τον εαυτό μου, γιατί είμαι απεριόριστος».
Απεριόριστη ελαστικότητα και στην πολιτική σκηνή. Τα πράγματα είναι απλά και καθόλου ποιητικά. «Όπως έχουν εξελιχθεί, πρέπει η Συμφωνία να περάσει απ’ αυτήν τη Βουλή, γιατί μετά θα ‘χουμε πρόβλημα». Δεν το λέει κυβερνητικός, πρώην υπουργός το καταθέτει και τους παριστάμενους σε αμηχανία εκθέτει. «Μα», ψελλίζουν, «δεν είναι κακή και για τα εθνικά συμφέροντα βλαπτική;» «Ήδη, παράγει αποτελέσματα», απαντά και ξεγλιστρά.
Ο θεατής δεν ξέρω αν χειροκροτά. Διψασμένος για κουβέντες, αλλά πιο πολύ για το ποιος έχει δίκιο. Ο λόγος δεν φτάνει, όταν η αμφιβολία βγαίνει σεργιάνι. Πού να πιάσει λιμάνι, με λέξεις που καταρρέουν και συναισθήματα που ρέουν;
«Ένας ρομαντικός θα το έκανε τραγωδία, ένας ξένος θα το ζούσε σαν κωμωδία... ανακατεύω και τα δύο, και ήδη γυρίζω σελίδα για μια καινούργια ειρωνεία», όπως θα ‘λεγε ο Πεσόα.