Οι ασθενείς με καρκίνο θα μπορούσαν να απαλλαγούν από την περιττή χημειοθεραπεία - και τις παρενέργειες της, με τη βοήθεια μίας νέας εξέτασης αίματος η οποία βρίσκεται σε κλινικές δοκιμές σε περισσότερα από 40 νοσοκομεία στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.
Της Ανθής Αγγελοπούλου
Οι ασθενείς με καρκίνο θα μπορούσαν να απαλλαγούν από την περιττή χημειοθεραπεία - και τις παρενέργειες της, με τη βοήθεια μίας νέας εξέτασης αίματος η οποία βρίσκεται σε κλινικές δοκιμές σε περισσότερα από 40 νοσοκομεία στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.
Οι ερευνητές του πανεπιστημίου της Μελβούρνης διερευνούν κατά πόσο οι ασθενείς μετά από χειρουργική επέμβαση καρκίνου μπορούν να αξιολογηθούν με μια απλή εξέταση αίματος ώστε να προσδιοριστεί αν χρειάζονται χημειοθεραπεία ή όχι. Τα αποτελέσματα από την ίδια εξέταση θα μπορούν επίσης, να βοηθήσουν στην επιλογή της δόσης για τους ασθενείς που χρειάζονται χημειοθεραπεία, ανάλογα με τον κίνδυνο επανεμφάνισης του καρκίνου.
Σήμερα, σύμφωνα με τους ερευνητές, πολλοί ασθενείς με καρκίνο πρώιμου σταδίου που έχουν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση λαμβάνουν χημειοθεραπεία ως προφύλαξη επειδή, δεν υπάρχει κάποιος αξιόπιστος τρόπος ώστε να γνωρίζει ο θεράπων ιατρός ποιος ασθενής θα έχει επανεμφάνιση της νόσου ή όχι. Έτσι, όπως επισημαίνει η επικεφαλής της μελέτης, αναπληρώτρια καθηγήτρια Jeanne Tie, κλινική επιστήμονας στο Ινστιτούτο “Walter και Eliza Hall” και ογκολόγος στο Κέντρο Καρκίνου “Peter MacCallum” σε πολλές περιπτώσεις, οι ασθενείς λαμβάνουν περιττή χημειοθεραπεία.
Και ενώ όπως λέει, η χημειοθεραπεία είναι μια βασική και σωτήρια θεραπεία, δεν χρειάζεται να την κάνουν όλοι οι ασθενείς και με την εξέταση αυτή θα γνωρίζουν ποιοι ασθενείς μπορούν να την παραλείψουν και έτσι να αποφύγουν τις όποιες σοβαρές και συνεχιζόμενες παρενέργειες που σχετίζονται με τη χημειοθεραπεία.
Βραχυπρόθεσμα όπως λέει, τα άτομα που λαμβάνουν χημειοθεραπεία μπορεί να εμφανίσουν μια σειρά ανεπιθύμητων ενεργειών, όπως πόνο, κόπωση, ναυτία και άλλα πεπτικά προβλήματα, προβλήματα αιμορραγίας και αυξημένη ευαισθησία σε λοίμωξη. Ενώ, οι μακροπρόθεσμες παρενέργειες της χημειοθεραπείας μπορεί να περιλαμβάνουν προβλήματα καρδιάς, πνεύμονα, νεύρου και μνήμης και προβλήματα γονιμότητας.
Σύμφωνα με την καθηγήτρια Tie, ένα αξιόπιστο αποτέλεσμα του «κυκλοφορούντος DNA του όγκου (ctDNA)» στο αίμα θα υποδεικνύει σε έναν ογκολόγο εάν ή όχι ο ασθενής του έπειτα από τη χειρουργική επέμβαση απομάκρυνσης του καρκίνου του χρειάζεται να ξεκινήσει χημειοθεραπεία για να έχει την καλύτερη πιθανότητα πρόληψης υποτροπής.
Επίσης, εκτός του ότι θα μπορεί δείχνει ποιος ασθενής χρειάζεται να λάβει χημειοθεραπεία, η εξέταση θα μπορεί να επιλέγει και τις δόσεις χημειοθεραπείας που πρέπει να δίνονται στο κάθε σχήμα για τον κάθε ασθενή, ανάλογα με τη δόση που είναι ακριβώς απαραίτητη για τον κάθε ένα.
Νέα δοκιμή για την υποτροπή του καρκίνου
Η εξέταση ctDNA αναζητά θραύσματα DNA όγκου στο αίμα ενός ασθενούς μετά την απομάκρυνση του όγκου. Η μελέτη ελέγχει εάν η ποσότητα ctDNA στο αίμα ενός ασθενούς υποδεικνύει τον κίνδυνο υποτροπής και αυτό καθορίζει αν ποιοι είναι οι ασθενείς με τον υψηλότερο κίνδυνο για να αντιμετωπιστούν επιθετικά με χημειοθεραπεία και ποιοι είναι οι ασθενείς χωρίς ανιχνεύσιμο ctDNA στο αίμα τους άρα με χαμηλό κίνδυνο υποτροπής του καρκίνου που μπορεί να μην χρειάζονται χημειοθεραπεία.
Η συμμετοχή στη μελέτη
Η εξέταση αίματος ctDNA αναπτύχθηκε μέσω συνεργασίας μεταξύ του Ινστιτούτου Walter και Eliza Hall στην Αυστραλία και του Κέντρου Καρκίνου Johns Hopkins Kimmel των ΗΠΑ.
Η δοκιμή ξεκίνησε σε ασθενείς με πρώιμο στάδιο καρκίνου του εντέρου το 2015 και έχει ήδη αποδείξει ότι μπορεί να καθορίσει εάν αυτοί οι ασθενείς μπορούν να χωριστούν σε ομάδες υψηλού κινδύνου και χαμηλού κινδύνου. Η μελέτη επεκτάθηκε στις γυναίκες με καρκίνο των ωοθηκών το 2017.
Να σημειωθεί ότι πάνω από 400 ασθενείς έχουν ήδη ενταχθεί στις δοκιμές του τεστ ctDNA (DYNAMIC), αλλά οι επικεφαλής ερευνητές ελπίζουν να προσλάβουν 2000 συμμετέχοντες. Επιπλέον, περισσότερα από 40 νοσοκομεία σε όλες τις πολιτείες της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας συμμετέχουν στη δοκιμή, καθιστώντας την μία από τις μεγαλύτερες δοκιμές στην Αυστραλία και διεθνώς για να διερευνήσει μια προγνωστική εξέταση αίματος που θα κατευθύνει τη θεραπεία του καρκίνου. Οι δοκιμές αναμένεται να διαρκέσουν έως το 2021 για καρκίνο του εντέρου και ως το 2019 για καρκίνο των ωοθηκών.
Πηγή: https://www.wehi.edu.au/news/cancer-blood-test-trialed-prevent-unnecessary-chemo