Όταν κυβερνήσεις και μεγάλες επιχειρήσεις της «ώριμης», δημοκρατικής Δύσης κλείνουν οικονομικές συμφωνίες με αυταρχικά καθεστώτα, που κατηγορούνται για παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, βρίσκουν μία πολύ καλή δικαιολογία, αν όχι προς την κοινή γνώμη, τουλάχιστον προς τον εαυτό τους. Αν δεν το κάνουμε εμείς, θα το κάνει κάποιος άλλος. Όσοι θέλουν πιο πειστικό αφήγημα, το διανθίζουν με επιχειρήματα τύπου «ποιοι είμαστε εμείς να κρίνουμε το πολιτικό σύστημα άλλων κρατών», γράφει η Νατάσα Στασινού.
Από την έντυπη έκδοση
της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Όταν κυβερνήσεις και μεγάλες επιχειρήσεις της «ώριμης», δημοκρατικής Δύσης κλείνουν οικονομικές συμφωνίες με αυταρχικά καθεστώτα, που κατηγορούνται για παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, βρίσκουν μία πολύ καλή δικαιολογία, αν όχι προς την κοινή γνώμη, τουλάχιστον προς τον εαυτό τους. Αν δεν το κάνουμε εμείς, θα το κάνει κάποιος άλλος. Όσοι θέλουν πιο πειστικό αφήγημα, το διανθίζουν με επιχειρήματα τύπου «ποιοι είμαστε εμείς να κρίνουμε το πολιτικό σύστημα άλλων κρατών».
Αλλά έρχεται η στιγμή που τίποτα από τα παραπάνω δεν μπορεί να κρύψει την πραγματικότητα. Η υπόθεση Κασόγκι είναι μία τέτοια στιγμή. Ηχηρά ονόματα της Wall Street ακύρωσαν την παρουσία τους στο Νταβός της Ερήμου και τα επενδυτικά σχέδια του Ριάντ φάνηκε να παγώνουν. Αλλά έως εκεί. Δεν σημαίνει ότι θα σταματήσουν να κάνουν business με το βασίλειο των Σαούντ, ότι θα σταματήσουν να λαμβάνουν προμήθειες για έκδοση μετοχών και συμβουλευτικές υπηρεσίες σε μεγάλα deals. Φέτος μόνο αυτές ανέρχονται σε 247 εκατ. δολάρια. Ούτε βεβαίως ότι ο Λευκός Οίκος θα ακυρώσει τα σχέδια για πώληση όπλων ύψους 110 δισ. δολαρίων, τα οποία «θα δημιουργήσουν εκατοντάδες θέσεις εργασίας». Δεν το έκανε άλλωστε ούτε όταν ο ΟΗΕ μιλούσε για μία άνευ προηγουμένου ανθρωπιστική κρίση στην Υεμένη, την οποία Ριάντ και Τεχεράνη έχουν μετατρέψει σε πεδίο της δικής τους αντιπαράθεσης.
Εκτός από τη Δύση, όμως, στο παιχνίδι έχουμε την Τουρκία του Ερντογάν να κάνει αίφνης μαθήματα δημοκρατίας και διαφάνειας και να προσβλέπει σε πολιτικά και οικονομικά οφέλη, με τις φήμες να κάνουν λόγο για φθηνό δάνειο. Το ίδιο οι αγιατολάδες του Ιράν ή οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, που δύσκολα θα πείσουν για τον σεβασμό τους στα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα χάσουν την ευκαιρία.
Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τα ηνία του πανίσχυρου βασιλείου ο Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν κατέστη φανερή η προσπάθειά του να ανακόψει τις φιλοδοξίες Άγκυρας και Τεχεράνης για αύξηση της επιρροής τους στον μουσουλμανικό κόσμο, να αντιμετωπίσει την επιστροφή της Ρωσίας στην περιοχή, αλλά και να μεταμορφώσει οικονομικά το βασίλειο. Η ρήξη με το Κατάρ, η εισβολή στην Υεμένη, η σύλληψη του Χαρίρι, αλλά και η συμφωνία ΟΠΕΚ - Ρωσίας, η άρση της απαγόρευσης οδήγησης στις γυναίκες ή τα σχέδια για εισαγωγή της Aramco, αν και φαινομενικά ασύνδετα μεταξύ τους, όλα ήταν κομμάτια ενός μεγάλου σχεδίου.
Η Δύση επικροτούσε τα καλά, ξεχνούσε (με μικρές εξαιρέσεις) να στηλιτεύσει τα στραβά. Τώρα, το «αν όχι εμείς, θα βρεθεί κάποιος άλλος» απλά δεν φτάνει.