Απόψεις
Δευτέρα, 08 Οκτωβρίου 2018 12:00

«Ψυχρός» κυβερνοπόλεμος

Μανία κατασκοπείας και κυβερνοεπιθέσεων έχει κυριεύσει τον τελευταίο καιρό τις μεγάλες οικονομίες του πλανήτη, δημιουργώντας ένα κλίμα «ψυχρού πολέμου», από το οποίο κανένας δεν γνωρίζει πώς και πότε θα βγει. 

Από την έντυπη έκδοση

Της Έφης Τριήρη
[email protected]

Μανία κατασκοπείας και κυβερνοεπιθέσεων έχει κυριεύσει τον τελευταίο καιρό τις μεγάλες οικονομίες του πλανήτη, δημιουργώντας ένα κλίμα «ψυχρού πολέμου», από το οποίο κανένας δεν γνωρίζει πώς και πότε θα βγει. Οι κυβερνοεπιθέσεις έχουν επανειλημμένως χαρακτηριστεί από πολλούς διεθνείς οργανισμούς ως ένας από τους βασικούς κινδύνους που απειλούν την παγκόσμια οικονομία, καθώς πλήττονται χρήστες, εταιρείες αλλά και πολίτες. 

Το κυβερνοέγκλημα κοστίζει στον πλανήτη περί τα 600 δισ. δολάρια ετησίως, σύμφωνα με έκθεση του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών και της εταιρείας λογισμικού ασφαλείας McAfee. Πρόκειται αναμφισβήτητα για μία τεράστια «τρύπα», αντίστοιχη με το 0,7% του παγκόσμιου ΑΕΠ, με βάση εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Άρα είναι μία απειλή μεγαλύτερη από αυτή του εμπορικού πολέμου μεταξύ των κορυφαίων οικονομιών του πλανήτη. Το ΔΝΤ, σε πρόσφατες εκτιμήσεις του, θεωρεί ότι ένας εμπορικός πόλεμος θα μπορούσε να πλήξει την παγκόσμια οικονομία κατά 0,5% έως το 2020, ήτοι περίπου 450 δισ. δολάρια. 

Επενδυτές και επιχειρήσεις γνωρίζουν πολύ καλά τους κινδύνους, με θέματα που σχετίζονται με το ηλεκτρονικό εμπόριο και τις κυβερνοεπιθέσεις να συγκαταλέγονται στις βασικές ανησυχίες τους, σύμφωνα με έρευνα της PricewaterhouseCoopers. Όμως, όπως φαίνεται, η πολιτική ρητορική για τους εμπορικούς δασμούς προσλαμβάνει πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα από τις περιπτώσεις άνευ προηγουμένου χειραγώγησης του διαδικτύου. Ένα θέμα που επανήλθε δριμύτερα την προηγούμενη εβδομάδα με το «τριπλό χτύπημα».

Το Πεκίνο φέρεται, σύμφωνα με τηλεγράφημα του Bloomberg, να έκανε ηλεκτρονική κατασκοπεία για υποκλοπή τεχνολογίας, όπως επανειλημμένως το έχει κατηγορήσει ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, τοποθετώντας τσιπ σε hardware που χρησιμοποιούσαν αμερικανικοί κολοσσοί, όπως Apple και Amazon.com. Επίσης, δυτικές δυνάμεις, μεταξύ των οποίων η Βρετανία και η Ολλανδία, κατηγόρησαν τη Ρωσία ότι ενορχήστρωσε μια σειρά κυβερνοεπιθέσεων παγκοσμίως, ανάμεσα στις οποίες μια απόπειρα εναντίον του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων στην Ολλανδία - ειδικά μετά την απόπειρα δηλητηρίασης Ρώσου πρώην πράκτορα και της κόρης του στο Σάλσμπερι της Βρετανίας. Ακόμα, το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης κατήγγειλε Ρώσους στρατιωτικούς για κυβερνοεπιθέσεις που συνδέονται με τα αντιντόπινγκ αποτελέσματα αθλητών των Ολυμπιακών Αγώνων.

Το πρόβλημα με τις κυβερνοεπιθέσεις είναι ότι δεν αποτελούν στατικό πρόβλημα, καθότι όσο ο ψηφιακός κόσμος αναπτύσσεται, οι εταιρείες επεκτείνονται διαδικτυακά, οι χρήστες χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο το διαδίκτυο, με αποτέλεσμα οι επιθέσεις αυτές να αυξάνονται. Αυτό σημαίνει ότι η προπαγάνδα, η προώθηση συμφερόντων και η παραβίαση των προσωπικών δεδομένων θα συνεχίσουν να υφίστανται σε έναν κόσμο που το δικαίωμα του πολίτη δεν προασπίζεται επαρκώς και το κράτος δικαίου υπολειτουργεί, παρότι οι δημοκρατίες «ανθούν» στον Δυτικό κόσμο. Αλήθεια, πόσες δημοκρατίες ανά τον κόσμο μπορούμε να υποδείξουμε ως φωτεινά παραδείγματα για το πώς διαχειρίζονται τις υποθέσεις τους;