Κόσμος
Σάββατο, 06 Οκτωβρίου 2018 00:03

DW: Δάσος Χάμπαχ εναντίον Σκουριών…

Η περίπτωση του δάσους Χάμπαχ στη Ρηνανία είναι αντίστοιχη με αυτήν των Σκουριών. Με τη διαφορά ότι στην πρώτη περίπτωση οι ακτιβιστές κατήγαγαν περηφανή νίκη, έστω και προσωρνή. Ο γερμανικός τύπος πανηγυρίζει.

Η περίπτωση του δάσους Χάμπαχ στη Ρηνανία είναι αντίστοιχη με αυτήν των Σκουριών. Με τη διαφορά ότι στην πρώτη περίπτωση οι ακτιβιστές κατήγαγαν περηφανή νίκη, έστω και προσωρνή. Ο γερμανικός τύπος πανηγυρίζει.

«Hambi bleibt», το δάσος Χάμπι θα παραμείνει, φώναζαν με το χαιδευτικό του όνομα ακτιβιστές την περασμένη εβδομάδα αποχαιρετώντας ενδόμυχα το αρχέγονο δάσος Χάμπαχ στη Ρηνανία Βεστφαλία, που διεκδικεί το παρακείμενο εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας RWE, για να το εκμεταλλευτεί, έπειτα από άδεια της τοπικής κυβέρνησης, και να εξορύξει τον λιγνίτη που βρίσκεται στο υπέδαφος.

Ανεπηρέαστοι δικαστές

Και εκεί που όλα ήταν έτοιμα για να ξεκινήσει το κόψιμο των αιωνόβιων δέντρων το διοικητικό εφετείο του Μίνστερ αποδέχθηκε τα ασφαλιστικά μέτρα της περιβαλλοντικής οργάνωση BUND και έτσι σταμάτησε προσωρινά το κόψιμο των δέντρων μέχρις ότου δικαστήριο της Κολωνίας αποφασίσει για την ουσία της υπόθεσης. «Το RWE και η τοπική κυβέρνηση αισθάνονταν προφανώς μεγάλη βεβαιότητα από νομικής πλευράς» σχολιάζει η Westfälische Nachrichten την αναπάντεχη τροπή της υπόθεσης. «Οι δικαστές δεν επέτρεψαν να επηρεαστούν από τις υπερβολικές και δραματικές προειδοποιήσεις του ενεργειακού κολοσσού για συνεπαγόμενες ελλείψεις στον εφοδιασμό ενέργειας, διότι δεν είχαν να παρουσιάσουν πειστικά επιχειρήματα. Κάπως έτσι ηχεί ένα χαστούκι». Και η Rundschau της Φραγκφούρτης προσθέτει: «Επρόκειτο για μια βαριά ήττα για το RWE και την τοπική κυβέρνηση, οι οποίοι παρά το ότι δεν υπάρχει ακόμη απόφαση της αρμόδιας επιτροπής για τη σταδιακή απεξάρτηση τη χώρας από την παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ορυκτών καυσίμων, ήθελαν να δημιουργήσουν τετελεσμένα γεγονότα και χωρίς λόγο κλιμάκωσαν την αντιπαράθεση».

Η Süddeutsche Zeitung πανηγυρίζει για την τροπή της υπόθεσης και υποστηρίζει ότι τώρα υπάρχει χρόνος για να επικρατήσουν λογική και νέοι συμβιβασμοί. «Η σημερινή απόφαση δείχνει ότι η κλιματική αλλαγή και η συζήτηση για επικείμενη έξοδο της Γερμανίας από την ενέργεια του άνθρακα δεν μπορούν να προσπεράσουν κανέναν. Με αυστηρότητα οι δικαστές απορρίπτουν τον ισχυρισμό του RWE, ότι όποιος σήμερα δεν αφανίζει δάση, απειλείται αύριο με μπλακ άουτ».

Ευρωπαϊκές αξίες και οικονομικά συμφέροντα

Περί Ευρώπης ο λόγος σε μακροσκελές άρθρο του περιοδικού der Spiegel, ή καλυτέρα περί «Δύσης που βρίσκεται σε διαδικασία διάβρωσης». Με αφορμή τις επικείμενες ευρωεκλογές ο αρθρογράφος διαπιστώνει ότι η ΕΕ αποτελεί κοινότητα αξιών υπό αίρεση με βάσεις που διαλύονται.  «Εάν η εκλογική συμμετοχή μειωθεί περισσότερο από ότι την περασμένη φορά, που ήταν στο 42,5%, τότε θα είναι πολύ πιο δύσκολος ο σχηματισμός φιλοευρωπαϊκής πλειοψηφίας κομμάτων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο» επισημαίνει. «Είναι επίσης αμφίβολο, εάν ένας εκ των κεντρικών υποψηφίων από τις ευρωπαϊκές κομματικές οικογένειες θα μπορέσει να προσελκύσει πλειοψηφία για να μπορέσει να ασκήσει με πειστικότητα το αξίωμα του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής».

Ο γερμανός σχολιαστής ονομάζει τα σημεία που θεωρεί επιλήψιμα. «Οι ευρωπαϊκές κομματικές οικογένειες είναι παράξενοι σχηματισμοί» σημειώνει. Υπάρχουν μόνο υπό τη μορφή ομάδων στο Ευρωκοινοβούλιο. Στο ΕΛΚ για παράδειγμα ανήκουν μεταξύ άλλων κόμματα με αμφίβολη δημοκρατική φήμη, όπως το Fidesz του Ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτωρ Όρμπαν. Το ευρωπαϊκό κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών περιλαμβάνει διαφθαρμένα κόμματα, όπως το βουλγαρικό, το ρουμανικό και το μαλτέζικο…. Οι μεγάλες κομματικές οικογένειες ασκούνται σε ένα είδος μεταξύ τους αλληλεγγύης, σε σημείο που απαξιώνουν την έννοια και την ίδια τους την αξιοπιστία».

Μεταξύ άλλων το περιοδικό ασκεί κριτική και στα ιδρυτικά μέλη της ΕΕ, κυρίως στη Γερμανία. «Μόνο η Γαλλία εκφράστηκε με οξύ τόνο εναντίον των κατά τη γνώμη της ανελεύθερων δημοκρατιών των χωρών της Α. Ευρώπης» υπογραμμίζει. «Προκαλεί έκπληξη η στάση του Βερολίνου. Πολλά δείχνουν ότι οφείλεται όχι τόσο στην ιδιαίτερη ιστορική ευαισθησία του, αλλά περισσότερο στα μαζικά οικονομικά συμφέροντα της Γερμανίας».