Η νέα απόφαση για χαλάρωση των περιορισμών στην ανάληψη μετρητών και στη μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό, φέρνει πιο κοντά την πλήρη άρση των capital controls. Η πλήρης κατάργηση των δύο από τους τρεις πυλώνες που εκπονήθηκαν στον οδικό χάρτη της 15ης Μαΐου του 2017 των capital control είναι -χωρίς αμφιβολία- κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση.
Του Κωνσταντίνου Β. Κόλλια
Η νέα απόφαση για χαλάρωση των περιορισμών στην ανάληψη μετρητών και στη μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό, φέρνει πιο κοντά την πλήρη άρση των capital controls. Η πλήρης κατάργηση των δύο από τους τρεις πυλώνες που εκπονήθηκαν στον οδικό χάρτη της 15ης Μαΐου του 2017 των capital controls είναι -χωρίς αμφιβολία- κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση.
Όμως, η κατάργηση και του τρίτου πυλώνα του Οδικού χάρτη, που αναφέρεται στην άρση των περιορισμών στη μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό, αποτελεί το σημαντικότερο βήμα για τις εξαγωγικές δραστηριότητες των επιχειρήσεων και την αύξηση της ανταγωνιστικότητάς τους.
Βέβαια, η ευφορία από την απόφαση για μερική άρση των capital controls δεν συνοδεύτηκε από αναβάθμιση της επενδυτικής βαθμίδας της Ελλάδας από τους διεθνείς οίκους. Η αναβολή της αναβάθμισης από τον πιστοληπτικό οίκο Moody’s και η διατήρηση της χώρας σε Β3 με θετικές προοπτικές υποδηλώνουν ότι οι κίνδυνοι είναι ακόμα ορατοί.
Έτσι, η επιφυλακτικότητα των αγορών και των επενδυτών προς την Ελλάδα επικεντρώνεται στο ότι η χώρα απέχει 6 βαθμίδες, σύμφωνα με τον οίκο Moody’s από Β3 σε Βaa3, ώστε τα ομόλογά της να θεωρούνται επενδύσιμα, αλλά και στη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος, κυρίως λόγω των υψηλότατων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, που ξεπερνάνε τα 88 δισ. ευρώ και έχοντας ως στόχο τα 64,6 δισ. ευρώ έως το τέλος του 2019. Επιπροσθέτως, οι διεθνείς οικονομικές αναταραχές δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την Ελλάδα, που βλέπει το δεκαετές ομόλογό της να είναι ιδιαίτερα ευάλωτο και να ξεπερνάει το 4%.
Η στήριξη της ελληνικής οικονομίας και η ανάπτυξή της δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από τους επενδυτές του εξωτερικού. Οι εγχώριοι επενδυτές και οι τράπεζες θα πρέπει να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη. Η σταδιακή αύξηση των καταθέσεων δεν είναι αρκετή για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, που παρουσιάζονται ευάλωτα, παρά την περαιτέρω μείωση της εξάρτησής τους από το μηχανισμό έκτακτης ρευστότητας (ELA), στα 5,2 δισ. Ευρώ. Η χρηματοδότηση της οικονομίας παραμένει σε αρνητική τροχιά, της τάξεως του -2,3% σε ετήσια βάση, δημιουργώντας ένα επιπλέον πονοκέφαλο στους πολίτες και στις επιχειρήσεις.
Η εμπιστοσύνη των αγορών είναι ένα στοίχημα για την ελληνική κυβέρνηση που δεν πρέπει να χαθεί. Η ένταξη της χώρας στο μηχανισμό ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δεν επιτεύχθηκε σε αντίθεση με την Κύπρο, που - έστω και στο φινάλε - θα προλάβει το τρένο του φθηνού χρήματος.
Η πλήρης υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, σε συνδυασμό με την εφαρμογή των δεσμεύσεων – στόχων, αλλά και τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος, αποτελούν μονόδρομο για την ελληνική οικονομία, ώστε να γίνει εφικτή η εφαρμογή ενός Εθνικού Αναπτυξιακού Σχεδίου.
Μόνο έτσι, η πλήρης άρση των capital controls θα ωφελήσει άμεσα την ελληνική οικονομία - πέραν της διευκόλυνσης των εξαγωγών -, ώστε να αρχίσει να κινείται σε σταθερά ανοδικούς και βιώσιμους αναπτυξιακούς ρυθμούς.
*Ο Κωνσταντίνος Β. Κόλλιας είναι Πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος