Θα έχουμε άραγε «καπνό» υπέρ μιας λύσης του προβλήματος με τη γειτονική πΓΔΜ στο δημοψήφισμα της επόμενης Κυριακής ή θα δούμε να επαναλαμβάνεται ο κύκλος των χαμένων ευκαιριών και να αναγεννάται ο κίνδυνος «γιουγκοσλαβοποίησης» των Βαλκανίων;
Από την έντυπη έκδοση
Του Μωυσή Λίτση
[email protected]
Θα έχουμε άραγε «καπνό» υπέρ μιας λύσης του προβλήματος με τη γειτονική πΓΔΜ στο δημοψήφισμα της επόμενης Κυριακής ή θα δούμε να επαναλαμβάνεται ο κύκλος των χαμένων ευκαιριών και να αναγεννάται ο κίνδυνος «γιουγκοσλαβοποίησης» των Βαλκανίων;
Δεν γνωρίζουμε αν η στράτευση της αμερικανικής και ευρωπαϊκής πολιτικής ηγεσίας θα βοηθήσει στο να αποφανθούν οι πολίτες της πΓΔΜ θετικά στο δημοψήφισμα, μιας και η μέχρι σήμερα εμπειρία από ανάλογες στρατεύσεις σε κρίσιμα δημοψηφίσματα δείχνει συνήθως το αντίθετο αποτέλεσμα.
Σε αντίθεση με τη δεκαετία του ‘90, που η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας δημιουργούσε ανασφάλεια για ξύπνημα αλυτρωτισμών και συνέβαλε στο να χαθεί η ευκαιρία το πρόβλημα να είχε λυθεί από τότε, σήμερα είναι προφανές ότι κανένας δεν έχει να κερδίσει από την επιστροφή των Βαλκανίων σε εποχές εντάσεων και απομονωτισμού.
Η ειρωνεία είναι ότι τα Σκόπια επιλέγουν να ενταχθούν στους δύο θεωρούμενους άλλοτε πυλώνες σταθερότητας στην περιοχή, την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, που ήταν άλλωστε το βασικό κίνητρο για τον «ιστορικό συμβιβασμό» με την Ελλάδα, σε μία εποχή που κάθε άλλο παρά σταθερότητα αποπνέουν.
Η Ε.Ε., διχασμένη στο μείζον ζήτημα του προσφυγικού, ετοιμάζεται να αποχαιρετήσει το Ηνωμένο Βασίλειο, άγνωστο με τι επιπτώσεις, αν συνεχιστεί το ναυάγιο της μη επίτευξης συμφωνίας.
Το ΝΑΤΟ βάλλεται από τον ίδιο τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, που υπό την απειλή... αποχώρησης των ΗΠΑ πιέζει τους Ευρωπαίους να βάλουν ακόμη πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη και να πληρώσουν περισσότερα για την άμυνα, που κάθε άλλο με άμυνα μοιάζει στο εντεινόμενο κλίμα «ψυχρού πολέμου» με τη Ρωσία και την ένταση στην ευρύτερη γειτονιά, στη Μέση Ανατολή.
Το ζήτημα είναι αν το ενδεχόμενο «ναι» των Σκοπίων θα γίνει και «ναι» στην Ελλάδα, με δεδομένες τις λεπτές ενδοκυβερνητικές ισορροπίες, ή θα προκαλέσει εξελίξεις ανάλογες με αυτές τη δεκαετία του ‘90, στην τότε κυβέρνηση Μητσοτάκη, όταν και αυτή προσπαθούσε να λύσει το ζήτημα, με την αποσύνθεση της Γιουγκοσλαβίας προ των πυλών.
Στην περίπτωση βέβαια που οι πολίτες της πΓΔΜ απορρίψουν τη Συμφωνία των Πρεσπών την Κυριακή, τότε η διπλωματία των διαμεσολαβητών θα έχει για μία ακόμη φορά αποτύχει...