Κοινωνία
Δευτέρα, 23 Ιουλίου 2018 12:18

To 2% χωρίς αντιστάθμισμα στραγγαλίζει τα MME

Στη μάχη της επιβίωσης επιμένουν εδώ και καιρό τα ΜΜΕ, τα οποία ενώ αναμένουν από την Κυβέρνηση μέτρα στήριξής τους, βρίσκονται αντιμέτωπα με ένα νέο οικονομικό βάρος, την καταβολή από 1η Ιανουαρίου 2018 ειδικής εργοδοτικής εισφοράς 2% επί του ετήσιου τζίρου τους.

Στη μάχη της επιβίωσης επιμένουν εδώ και καιρό τα ΜΜΕ, τα οποία ενώ αναμένουν από την Κυβέρνηση μέτρα στήριξής τους, βρίσκονται αντιμέτωπα με ένα νέο οικονομικό βάρος, την καταβολή από 1η Ιανουαρίου 2018 ειδικής εργοδοτικής εισφοράς 2% επί του ετήσιου τζίρου τους.

Ο Όμιλος της Ναυτεμπορικής τα τελευταία χρόνια έχει εκπέμψει με πολλούς τρόπους την αγωνία του για τα τεκταινόμενα στον κλάδο, αρχής γενομένης από την κατάργηση των ισολογισμών και μετέπειτα του αγγελιοσήμου.

Από τότε είχαμε κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου φωνάζοντας ότι οδηγούμαστε σε μια υπερσυγκέντρωση στον τομέα της πληροφόρησης, που σε κάθε περίπτωση θα λειτουργήσει σε βάρος της αντικειμενικής ενημέρωσης, του πλουραλισμού και εν τέλει της Δημοκρατίας.

Αυτός ήταν εξάλλου και ο λόγος για τον οποίο ο Τύπος, συνολικά, αναμένει εδώ και μήνες μέτρα στήριξής του, για τα οποία έχει δεσμευθεί η κυβέρνηση. Οι σχετικές ανακοινώσεις έγιναν πέρυσι, ωστόσο μέχρι και σήμερα ο καθ΄ ύλην αρμόδιος υπουργός επιμένει να μην ανοίγει τα χαρτιά  του, με αποτέλεσμα ο χρόνος να κυλά σε βάρος όλων μας ανεξαιρέτως.

Λόγοι διαφάνειας στο δημόσιο λόγο είναι αυτοί που πλέον επιβάλλουν την άμεση παρέμβαση της κυβέρνησης, ώστε να αποτραπούν τα χειρότερα, όχι μόνο για τα ΜΜΕ, αλλά και για την ίδια την κοινωνία.

Κι ενώ ο Τύπος αναζητεί διέξοδο από τα αδιέξοδά του, η κυβέρνηση όχι απλά δεν παρενέβη στηρίζοντάς τον, αλλά επέβαλε από την 1ηΙανουαρίου ένα ακόμη οικονομικό βάρος: Την ειδική εργοδοτική εισφορά 2% επί του ετήσιου τζίρου των ΜΜΕ υπέρ του ΕΔΟΕΑΠ.

Και βεβαίως κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει με τη διάσωση του ΕΔΟΕΑΠ και με την εγγραφή σε αυτόν περισσότερων μελών ώστε να καταστεί βιώσιμο το ταμείο. 

Όμως είναι άλλο πράγμα η βιωσιμότητα του ταμείου στο πλαίσιο της ισονομίας και άλλο πράγμα να πληρώσει ένας υγιής κλάδος (τα ιντερνετικά μέσα ενημέρωσης) τα σπασμένα προηγούμενων δεκαετιών. 

Αυτήν τη φορά δεν μπορούμε παρά να ταυτιστούμε με τη θέση της Ένωσης Εκδοτών Διαδικτύου (ΕΝΕΔ) της οποίας μέλος της είναι και το naftemporiki.gr, η οποία, μεταξύ άλλων, εστιάζει και στην τιμολόγηση των διαφημίσεων σε αλλοδαπές – πολυεθνικές διαδικτυακές πλατφόρμες, ανοίγοντας το επίσης μείζον ζήτημα για τη διαμόρφωση του νέου μοντέλου τιμολόγησης στο «περιεχόμενο» του Διαδικτύου. 

Σύμφωνα με την ΕΝΕΔ «από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε ο διάλογος για τον ΕΔΟΕΑΠ, ξεκαθάρισε πως πάγια θέση της είναι μεν η ένταξη των δημοσιογράφων των διαδικτυακών επιχειρήσεων στο εν λόγω ταμείο (ή σε άλλο ταμείο αλλά πάντως μαζί με τους συναδέλφους τους των λοιπών «παραδοσιακών» μέσων ενημέρωσης) και βεβαίως η διάσωση αυτού στο πλαίσιο λογικών ρυθμίσεων, αλλά σε καμία περίπτωση δε μπορεί να κληθούν αυτές οι επιχειρήσεις να αναλάβουν τις αμαρτίες άλλων».

«Με τη νέα ρύθμιση», αναφέρει η ΕΝΕΔ, «ευνοούνται για πολλοστή φορά οι γνωστές αλλοδαπές – πολυεθνικές διαδικτυακές πλατφόρμες που εισπράττουν πάνω από το 70% των εσόδων από τη διαδικτυακή διαφήμιση στην Ελλάδα, χωρίς να καταβάλλουν ούτε ένα ευρώ σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές και χωρίς να απασχολούν ούτε ένα εργαζόμενο στην Ελλάδα. Βεβαίως, η νέα εισφορά 2%, ως διατυπώθηκε στην τροπολογία, δεν τις αφορά (ενώ θα μπορούσε, αν η ρύθμιση είχε θεσπισθεί με διαφορετικό τρόπο), κάτι που οδηγεί στην έτι περαιτέρω αύξηση του αθέμιτου ανταγωνισμού εις βάρος των ελληνικών διαδικτυακών επιχειρήσεων».

Η ειδική εισφορά 2% επί του κύκλου εργασιών στο internet προστέθηκε ως νομοτεχνική βελτίωση στην τροπολογία του Υπ. Εργασίας στο νομοσχέδιο «Εναρμόνιση του ελληνικού δικαίου με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου» που ψηφίστηκε πρόσφατα στη βουλή, προκαλώντας την αντίδραση της Ένωσης Εκδοτών Διαδικτύου (ΕΝΕΔ) η οποία ανακοίνωσε ότι θα επιδιώξει άμεσα την ακύρωση των σχετικών διατάξεων της νέας ρύθμισης.

Στην τροπολογία που κατατέθηκε προστέθηκε το εξής κείμενο:

«(στ) Ειδική εισφορά ποσοστού 2% επί των αμοιβών των υπηρεσιών διαφήμισης ή προβολής ή εν γένει προώθησης πωλήσεων προϊόντων ή διάθεσης υπηρεσιών που τελούνται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο μέσω διαδικτύου (internet), εφόσον ο λήπτης των εν λόγω υπηρεσιών έχει κατοικία ή έδρα στην Ελλάδα και ανεξαρτήτως του τόπου κατοικίας ή έδρας του παρόχου των υπηρεσιών και η οποία δεν βαρύνει τα πρόσωπα που καταβάλουν αυτή κατά την ως άνω περίπτωση β» (σ.σ. η περίπτωση Β αναφέρεται στην εισφορά 2% επί του τζίρου των ΜΜΕ που εντάσσονται στον ΕΔΟΕΑΠ (Δείτε σχετικά ποιοι εντάσσονται στον ΕΔΟΕΑΠ, καθώς και το άτυπα κωδικοποιημένο κείμενο που παρατίθεται κατωτέρω) .

«ε) Η ειδική εισφορά της περίπτ. στ’ της παρ. 1 παρακρατείται από το λήπτη των υπηρεσιών κατά την μερική ή ολική καταβολή της οικείας αμοιβής και αποδίδεται στον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. το αργότερο μέχρι το τέλος του μήνα που έπεται της ημερομηνίας εκδόσεως του οικείου παραστατικού. Με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα».

Οι διαδικτυακές επιχειρήσεις στήθηκαν, αναπτύχθηκαν, λειτούργησαν και λειτουργούν ακόμα ως σοβαρές καινοτόμες επιχειρήσεις με βάση τα διεθνή standards του management και της χρηστής διοίκησης. 

Τώρα, τα μέλη της ΕΝΕΔ καλούνται πρωτίστως να προστατεύσουν το δικαίωμα στην αξιοπρεπή εργασία των εργαζομένων στις επιχειρήσεις του ίντερνετ, αλλά και τις χιλιάδες θέσεις εργασίας που έχουν δημιουργηθεί. 

Το μέτρο, όπως επιβλήθηκε, λειτούργησε ως μια καθαρή οριζόντια φορολογία και μάλιστα ατεκμηρίωτη, αφού δεν έχει προηγηθεί καμία οικονομοτεχνική ή αναλογιστική μελέτη βιωσιμότητας.

Πρόκειται για παραβίαση του άρθρου 78 του Συντάγματος, αφού δεν αφορά τέλος με ανταποδοτική εισφορά, αλλά άμεσο φόρο – γενική θυσία χωρίς κανένα όφελος υπέρ του γενικού συμφέροντος.

Γίνεται λοιπόν απολύτως αντιληπτό ότι η επιβολή της εν λόγω εργοδοτικής εισφοράς δεν «συνεπάγεται ανταπόδοση συγκεκριμένης δημόσιας υπηρεσίας προς τους βαρυνόμενους». 

Και τούτο, διότι επιβάλλεται οριζόντια, σε όλους τους ιδιοκτήτες επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Ψυχαγωγίας που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως εάν έχουν υπαχθεί, κατόπιν αίτησής τους, στην επικουρική ασφάλιση, υγεία και πρόνοια του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., και ανεξαρτήτως εάν απασχολείται σε αυτές προσωπικό.

Επίσης, η παράλειψη σύνταξης αναλογιστικής μελέτης προσκρούει στο άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, παραβιάζοντας τις αρχές της ασφάλειας του δικαίου, της προστατευόμενης εμπιστοσύνης και της χρηστής διοίκησης, οι οποίες απορρέουν από την αρχή του κοινωνικού κράτους και συνιστά παράβαση νόμου.

Όπως επισημαίνουν έγκριτοι νομικοί, η νομοθετική εξουσιοδότηση έπρεπε να είχε παρασχεθεί στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και όχι στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΔΟΕΑΠ, με αποτέλεσμα να παραβιάζεται το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος.

Στο μεταξύ, παρά το γεγονός ότι καταργήθηκε το αγγελιόσημο που επιβάρυνε διαφημιστές και διαφημιζόμενους, ήρθε στη θέση του μια επαχθής και υπέρμετρη εισφορά σε βάρος των ιδιοκτητών επιχειρήσεων στο ίντερνετ χωρίς να προβλεφθεί κάποια ευνοϊκή ρύθμιση με αντισταθμιστικό χαρακτήρα ή έστω μία μεταβατική διάταξη κατά την οποία θα εξασφαλιζόταν μία πηγή εσόδων για τα μέλη των Ενώσεων που δραστηριοποιούνται στη διαδικτυακή ενημέρωση.

Ο ψηφιακός Τύπος δεν πρέπει να βάλλεται οικονομικά.

Η ΕΝΕΔ θα υπερασπιστεί το Δικαίωμα στην Εργασία και το Δικαίωμα στην Ενημέρωση με γνώμονα την ισονομία και την ισηγορία.