Τη θέση της για το Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου (Π.Ι.Ι.Ε.Τ.) κάνει γνωστή αναλυτικά η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, «προς αποκατάσταση της αλήθειας», με αφορμή «τα όσα δυσάρεστα συνέβησαν και τα όσα ανακριβή δημοσιεύθηκαν προσφάτως».
Τη θέση της για το Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου (Π.Ι.Ι.Ε.Τ.) κάνει γνωστή αναλυτικά η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, «προς αποκατάσταση της αλήθειας», με αφορμή «τα όσα δυσάρεστα συνέβησαν και τα όσα ανακριβή δημοσιεύθηκαν προσφάτως».
Όπως αναφέρει, ο Ιερός Ναός Ευαγγελιστρίας Τήνου δεν διοικείται από την Εκκλησία, αλλά από κρατικό Ίδρυμα (Π.Ι.Ι.Ε.Τ.), εποπτευόμενο από το υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Στη δεκαμελή Διοικούσα Επιτροπή (Δ.Ε.) του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. η Εκκλησία εκπροσωπείται μόνον από τον Μητροπολίτη Σύρου, ως πρόεδρο, ενώ τους εννέα επιτρόπους εκλέγουν οι αιρετοί εκπρόσωποι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης της Τήνου, η εν Αθήναις Αδελφότητα Τηνίων και ο Μητροπολίτης Σύρου ως εκπρόσωπος του κλήρου. «Πρακτικά, η πλειοψηφούσα παράταξη του εκάστοτε δημάρχου εκλέγει την πλειοψηφία των επιτρόπων, που διοικούν και διαχειρίζονται τον Ιερό Ναό. Επιπλέον, ο δήμος Τήνου και τοπικοί φορείς εισπράττουν τα εκ του νόμου ποσοστά τους από τα έσοδα του Ιερού Ναού, τα οποία προέρχονται από το υστέρημα των προσκυνητών και την ευλάβειά τους προς την Παναγία Θεοτόκο».
Η Εκκλησία της Ελλάδος εξηγεί ότι από το 1976 οι εννέα επίτροποι ψηφίζουν μεταξύ τους για τον αντιπρόεδρο και τον γενικό γραμματέα της Επιτροπής, θέσεις απαραίτητες για την καθημερινή εκτέλεση των αποφάσεων της επιτροπής, καθώς ο Μητροπολίτης πρόεδρος δεν βρίσκεται καθημερινά στην Τήνο, αφού εδρεύει στη Σύρο και διαποιμαίνει 12 νησιά. Από το 1976 μέχρι το 2014 ο Μητροπολίτης Σύρου δεν είχε δικαίωμα ψήφου για την εκλογή του αντιπροέδρου και του γενικού Γραμματέα, παρά μόνον οι εννεά επίτροποι, «οπότε η πλειοψηφία του Δημοτικού Συμβουλίου Τήνου είχε και εδώ καθοριστική επιρροή. Με τον νόμο 4301/2014 επί υπουργίας Α. Λοβέρδου δόθηκε απλώς στον επιχώριο Μητροπολίτη το δικαίωμα ψήφου».
Στην ίδια ανακοίνωση της Εκκλησίας σημειώνεται ότι «αντίθετα με τις διαδόσεις που ακόμα ακούγονται, περί δήθεν υπαγωγής του Ιδρύματος στον έλεγχο της Εκκλησίας», ο νόμος 4301/2014 διατήρησε ρητώς σε ισχύ τον προηγούμενο νόμο 349/1976 και δεν μετέβαλε τίποτε άλλο στη διοίκηση και διαχείριση του Ιδρύματος (εποπτεία του κράτους, συγκρότηση και εκλογή της Δ.Ε., διαχείριση και γενικά λειτουργία και φύση του). «Αυτό επιβεβαίωσε η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ (3631/2015), που απέρριψε ομόφωνα την αίτηση ακύρωσης του δήμου Τήνου κι έκρινε ως συνταγματικό τον νόμο 4301/2014 κι ως νόμιμη την ψήφο του τοπικού Μητροπολίτη κι απέρριψε τον ισχυρισμό του δήμου ότι δήθεν το Ίδρυμα υπήχθη στην Εκκλησία».
«Επειδή η δικαστική διαδικασία δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα για τον δήμαρχο Τήνου, η ομόφωνη απόφαση του ΣτΕ παρακάμφθηκε μέσω βουλευτικής τροπολογίας, που υπερψήφισαν τον Φεβρουάριο 2018 ο Σύριζα και το Ποτάμι. Η τροπολογία αφαίρεσε την ψήφο από τον Σεβ. Μητροπολίτη Σύρου, καθαίρεσε αναιτιολόγητα από τις 30.6.2018 την νομίμως εκλεγμένη (στις 10.12.2017) Επιτροπή και επέβαλε επανάληψη των αρχαιρεσιών. Αυτό συνέφερε μια μερίδα δημοτικών αρχόντων και βουλευτών της περιοχής, που αντιλαμβάνονται τον Ι. Ναό Ευαγγελιστρίας όχι ως ιερό ίδρυμα και πανελλήνιο προσκύνημα, αλλά ως δημοτική επιχείρηση και χώρο ασκήσεως μικροπολιτικής. Έτσι κατανοούν αυτοί οι πολιτικοί παράγοντες την Εκκλησία: με "διακοσμητική" την παρουσία των Επισκόπων και Κληρικών, μολονότι στη λειτουργική παρουσία και στα επιτραχήλια των τελευταίων ο πιστός λαός εναποθέτει τα βάρη του, τις ανησυχίες του και εκεί ευρίσκει ελπίδα. Παραβλέπουν ότι οι πιστοί που καταφθάνουν στην Τήνο αναζητούν στον Ιερό Ναό της Παναγίας το ιατρείο και θεραπευτήριο των καθημερινών προβλημάτων και ψυχικών παθημάτων τους» αναφέρει η Εκκλησία της Ελλάδος.
Τονίζει εκ νέου ότι «ο Ιερός Ναός δεν είναι τόπος ασκήσεως κομματικής επιρροής, αλλά πανίερο προσκύνημα πανελλαδικής εμβέλειας και αυτό είναι μείζων τιμή και ευλογία για τον λαό της Τήνου και για όλον τον ορθόδοξο κόσμο. Όποιοι πολιτικοί δηλώνουν ευλάβεια προς την Ιερά Εικόνα, αλλά ταυτοχρόνως καλλιεργούν στον λαό την αντιπάθεια προς την τοπική Εκκλησία, προωθούν μια μορφή ειδωλολατρίας. Τα σεβάσματα της πίστεως δεν νοούνται έξω από τη λατρευτική πράξη της ορθόδοξης Εκκλησίας, που ζει και οργανώνεται γύρω από τον Επίσκοπο κάθε περιοχής».
«Ποιον λοιπόν και γιατί ενοχλεί το δικαίωμα ψήφου του Επισκόπου σε μια δημοκρατική κοινωνία; "Θράσος" διαθέτουν όποιοι χαρακτηρίζουν ως "υπερεξουσία" του Σεβ. Μητροπολίτη Σύρου το αυτονόητο δικαίωμα να ψηφίζει στο συλλογικό όργανο, που προεδρεύει και το οποίο διοικεί ορθόδοξο Ιερό Ναό της περιοχής του. Διαφημίζουν τη μεθόδευσή τους ως κατάκτηση του λαού της Τήνου, καπηλευόμενοι την ευαισθησία του -αυτά ουδεμία σχέση έχουν με τον λαό. Ο δε λαός εκλέγει τους πολιτικούς εκπροσώπους του στη Βουλή και την Τοπική Αυτοδιοίκηση για να ασχολούνται με την πολιτική, όχι με τη διοίκηση και λειτουργία των Ναών.
Επιπλέον, είναι παράδοξο ότι όσοι αφαίρεσαν το δημοκρατικό δικαίωμα της ψήφου από τον επιχώριο Μητροπολίτη κάνουν λόγο για Χούντα. Η Χούντα είχε αποκεφαλίσει την εκλεγμένη διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος και το ίδιο έκαναν και αυτοί με την τροπολογία τους, αφού καθαίρεσαν την εκλεγμένη Διοικούσα Επιτροπή. Πάντως θα ήταν εντιμότερο οι "προοδευτικοί" πολιτικοί, που ασχολούνται με τα παγκάρια των Ναών να μην δηλώνουν, τουλάχιστον, ότι τάσσονται ταυτοχρόνως υπέρ του "χωρισμού" Κράτους και Εκκλησίας» καταλήγει η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος.