Θα τρίβουν τα μάτια τους όταν δουν τα νέα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ 2018 εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενοι, ιδιαίτερα της Αττικής».Αυτό υποστήριξε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΠΟΜΙΔΑ) αμέσως μετά την ανακοίνωση των νέων αντικειμενικών αξιών που ισχύουν άμεσα για τον ΕΝΦΙΑ 2018 και από τις αρχές του 2019 για όλους τους υπόλοιπους φόρους, γράφει ο Γιώργος Κούρος.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Κούρου
[email protected]
Θα τρίβουν τα μάτια τους όταν δουν τα νέα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ 2018 εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενοι, ιδιαίτερα της Αττικής».
Αυτό υποστήριξε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΠΟΜΙΔΑ) αμέσως μετά την ανακοίνωση των νέων αντικειμενικών αξιών που ισχύουν άμεσα για τον ΕΝΦΙΑ 2018 και από τις αρχές του 2019 για όλους τους υπόλοιπους φόρους.
Μένει φυσικά να δούμε τα φετινά εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ για να καταλήξουμε εάν έχει δίκιο η ΠΟΜΙΔΑ ή το υπουργείο Οικονομικών, που επισημαίνει ότι το 97% των φυσικών προσώπων θα έχουν εκκαθαριστικά μειωμένα, αμετάβλητα ή με οριακή αύξηση σε σχέση με πέρυσι.
Που βέβαια πολύ απλά αυτό σημαίνει ότι το 3% των ιδιοκτητών θα κληθεί να κλείσει τον «λογαριασμό» του φετινού ΕΝΦΙΑ, που παραμένει σταθερός στα 2,65 δισ. ευρώ.
Ανεξάρτητα βέβαια από το πόσοι και πόσο θα επιβαρυνθούν και φέτος, διότι κάποιοι πάντα πρέπει να πληρώνουν, αφού σε διαφορετική περίπτωση τα νούμερα δεν βγαίνουν, η ουσία είναι μία.
Καμία αλλαγή στην παρούσα φάση δεν μπορεί να έχει ως στόχο την ελάφρυνση των ιδιοκτητών.
Αυτό είναι το δεδομένο.
Δεν είναι τυχαίο ότι δεν υπήρξε διάταξη για μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης κατοικίας, γεγονός που θα οδηγήσει σε αύξηση του φόρου εισοδήματος πολλών ιδιοκτητών και ενοικιαστών κατοικιών. Δεν περιελήφθη τελικά στο νομοσχέδιο διάταξη για την κατάργηση του φόρου υπεραξίας.
Αλλά ούτε μειώθηκαν οι συντελεστές εμπορικότητας των επαγγελματικών ακινήτων, ούτε αναπροσαρμόστηκαν οι συντελεστές παλαιότητας των παλαιών ακινήτων.
Και δεν πρόκειται φυσικά οι ανωτέρω αλλαγές να υιοθετηθούν, εάν πρώτα δεν βρεθούν δημοσιονομικά ισοδύναμα που θα πρέπει να κλείνουν τη «μαύρη τρύπα» που θα ανοίξει στα έσοδα και στον προϋπολογισμό. Δηλαδή, κάποιοι άλλοι θα πρέπει να πληρώσουν, αν και πιο «σίγουρα» έσοδα από τα ακίνητα δεν υπάρχουν.
Δυστυχώς και πάλι το συμπέρασμα είναι ένα. Η πολιτική για τα ακίνητα αντιμετωπίζεται μόνο εισπρακτικά.
Όλοι, μηδενός εξαιρουμένου, αποφεύγουν μια συνολική φορολογική πολιτική, ώστε κάθε πολίτης να γνωρίζει τι πληρώνει και εάν συμφέρει ή όχι η επένδυση σε ακίνητα.