Άκρως απογοητευτικά, σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή των ενηλίκων σε προγράμματα δια βίου μάθησης στη χώρα μας, είναι τα ευρήματα έρευνας που εκπόνησαν το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ και τα οποία παρουσιάστηκαν στο CEDEFOP στη Θεσσαλονίκη.
Της Βάσως Βεγίρη
[email protected]
Άκρως απογοητευτικά, σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή των ενηλίκων σε προγράμματα δια βίου μάθησης στη χώρα μας, είναι τα ευρήματα έρευνας που εκπόνησαν το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ και τα οποία παρουσιάστηκαν στο CEDEFOP στη Θεσσαλονίκη.
Η έρευνα έγινε με επιστημονικά κριτήρια και ήταν επαναλαμβανόμενη για τα έτη 2011, 2013, 2015 και 2016, με αντιπροσωπευτικό δείγμα μισθωτών του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, αυτοαπασχολούμενων και εργοδοτών, καθώς και ανέργων, στα μεγάλα αστικά κέντρα (Αττική, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Ηράκλειο, Λάρισα) και με τηλεφωνικές συνεντεύξεις βάση ερωτηματολογίου. Επιστημονικός υπεύθυνος της έρευνας είναι ο καθηγητής Δια Βίου Μάθησης και Εκπαίδευσης Ενηλίκων του πανεπιστημίου Πατρών, Θανάσης Καραλής, ενώ την ανάλυση των ποσοτικών δεδομένων ανέλαβε η εταιρία ερευνών κοινής γνώμης MARC AE.
Σύμφωνα με την έρευνα, εννέα στους δέκα πολίτες δεν συμμετέχουν σε προγράμματα γενικής εκπαίδευσης ενηλίκων και τρεις στους τέσσερις λένε ότι θέλουν να συμμετάσχουν σε κάποιο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, ωστόσο την επόμενη χρονιά δεν θα συμμετάσχουν. Όσον αφορά τους ανέργους, η αναλογία αυτή είναι 14 στους 15, τους αυτοαπασχολούμενους τρεις στους τέσσερις και τους μισθωτούς δύο στους τρεις. Από τα βασικότερα εμπόδια για τη συμμετοχή είναι το κόστος, η έλλειψη χρόνου λόγω υποχρεώσεων και η έλλειψη ενημέρωσης, ενώ στα κίνητρα για συμμετοχή καθοριστικό ρόλο φαίνεται να παίζουν αυτά που αφορούν την εργασία (διατήρηση θέσης, αποδοτικότητα), αλλά και η ίδια η διαδικασία της μάθησης.
Την περίοδο 2011 – 2015 η συμμετοχή αυξάνεται κατά 8,1%, αλλά το 2016 σημειώνεται μία σημαντική μείωση των ποσοστών συμμετοχής που αγγίζει τις έξι ποσοστιαίες μονάδες, με αποτέλεσμα τα ποσοστά συμμετοχής να επανέρχονται στα επίπεδα του 2011. Σύμφωνα με τον κ. Καραλή, το έτος 2015 παρατηρείται μεγάλος αριθμός επιδοτούμενων προγραμμάτων.
Kομβικής σημασίας για τη συμμετοχή σε προγράμματα δια βίου μάθησης είναι η αποτύπωση των κινήτρων, αλλά κυρίως των εμποδίων, προκειμένου να διερευνηθούν οι τρόποι διεύρυνσης της πρόσβασης των πολιτών σε εκπαιδευτικά προγράμματα. Συνηθέστερα και σημαντικότερα εμπόδια είναι το κόστος συμμετοχής σε τέτοια εκπαιδευτικά προγράμματα και η ελλιπής ενημέρωση, ενώ ευθύνες φέρουν επίσης η έλλειψη χρόνου, λόγω επαγγελματικών ή άλλων υποχρεώσεων, η ποιότητα και οργάνωση των σεμιναρίων, που δεν είναι στα επιθυμητά επίπεδα (σε αυτό παρατηρείται πενταπλάσια αύξηση από το 2011 μέχρι το 2016), ο τόπος διεξαγωγής και η μεγάλη διάρκεια των σεμιναρίων. «Ζητούμενο εξακολουθεί να παραμένει η καλύτερη στόχευση των εφαρμοζόμενων πολιτικών, προκειμένου να καλυφθούν εκείνες οι κοινωνικές ομάδες για τος οποίες με βάση τα δεδομένα της έρευνας διαπιστώνεται υστέρηση στη συμμετοχή» επεσήμανε ο κ. Καραλής. Σε ερώτηση για το τι θα διευκόλυνε τη συμμετοχή, οι απαντήσεις αφορούσαν τη βελτίωση του μισθού (39% το 2011 και 41% το 2016), η καλύτερη ενημέρωση, η δυνατότητα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης (27% και 37% για 2011 και 2016 αντίστοιχα), η αναγνώριση προσόντων, κ.α.
Την ημερίδα χαιρέτισαν οι πρόεδροι της ΓΣΕΕ και ΓΣΕΒΕΕ, Γιάννης Παναγόπουλος και Γιώργος Καββαθάς, ο αντιδήμαρχος Παιδείας και Αθλητισμού του δήμου Θεσσαλονίκης, Αλέξανδρος Μπαρμπουνάκης και ο αντιπεριφερειάρχης της ΠΚΜ, Δημήτρης Χατζηβρέττας, ενώ παρεμβάσεις έκαναν ο γγ Δια Βίου Μάθησης του υπουργείου Παιδείας, Παυσανίας Παπαγεωργίου και η διοικήτρια του ΟΑΕΔ, Μαρία Καραμεσίνη, η οποία προσδιόρισε ως βασικά αίτια των προβλημάτων συμμετοχής στη συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση το χαμηλό ύψος δημοσίων πόρων, το μειωμένο ενδιαφέρον των επιχειρήσεων και το ακατάλληλο θεσμικό πλαίσιο.