Απόψεις
Πέμπτη, 14 Ιουνίου 2018 10:25

Από την υβριδική λύση στην «ασφαλή έξοδο»

Ναι, το έχουμε ομολογήσει: επειδή, όταν ακόμη και μετά την εκδήλωση της ιταλικής κρίσης και το «σφίξιμο» των αγορών κεφαλαίου -ας μη μιλούμε για κλείσιμο και το γρουσουζέψουμε- για τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου η κυβερνητική γραμμή παρέμεινε σταθερή υπέρ της «καθαρής εξόδου», με άρνηση της όποιας προληπτικής γραμμής στήριξης (ή άλλου, αλλιώς ονοματολογημένου προγράμματος στήριξης), είχαμε ξεμείνει με την απορία ποια ήταν η ακριβής θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Από την έντυπη έκδοση

Του Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]

Ναι, το έχουμε ομολογήσει: επειδή, όταν ακόμη και μετά την εκδήλωση της ιταλικής κρίσης και το «σφίξιμο» των αγορών κεφαλαίου -ας μη μιλούμε για κλείσιμο και το γρουσουζέψουμε- για τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου η κυβερνητική γραμμή παρέμεινε σταθερή υπέρ της «καθαρής εξόδου», με άρνηση της όποιας προληπτικής γραμμής στήριξης (ή άλλου, αλλιώς ονοματολογημένου προγράμματος στήριξης), είχαμε ξεμείνει με την απορία ποια ήταν η ακριβής θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Γιατί; Επειδή γινόταν βαθμιαία σαφές ότι ασφαλώς και καταγγελλόταν η κυβέρνηση για λάθος χειρισμούς και κακό αποτέλεσμα κ.λπ. όμως… πρόταση για προσφυγή σε προληπτική γραμμή δεν υπήρχε από τη Ν.Δ. (ο έτερος των συμμετεχόντων στην κυβέρνηση του 2014, ο Βαγγέλης Βενιζέλος, πήρε εξαρχής και κράτησε σταθερά αυτήν τη στάση της διεκδίκησης προληπτικής γραμμής. Όπως και ο Γιάννης Στουρνάρας ως ΤτΕ/ΕΚΤ). 

Είχαμε λοιπόν απευθυνθεί, σε κάποια συνεδριακή διοργάνωση, στον Χρήστο Σταϊκούρα, ο οποίος ως υπουργός αναπληρωτής Οικονομικών στην κυβέρνηση Σαμαρά/Βενιζέλου/ Στουρνάρα (και τώρα σκιώδης Οικονομικών στη Ν.Δ.) είχε μια εποπτεία των πραγμάτων, να μας διευκρινίσει σαν ποια θα ήταν τελικά η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με πολύ προσεκτικό τρόπο, μας είχε περιγράψει ότι εκείνο που θα αποτελούσε θέση/αίτημα θα ήταν όχι προληπτική γραμμή, ούτε έξοδος χωρίς κάλυψη - αλλά «μια ασφαλής έξοδος». Με την εξειδίκευση ότι θα ‘πρεπε να έχει επιδιωχθεί στην τελική διαπραγμάτευση μέρος των αδιάθετων υπολοίπων του τρίτου Χρηματοδοτικού Προγράμματος των 84 δισ. (κάπου 27,5 δισ., όχι αμελητέο ποσό) που έχει παραμείνει διαθέσιμο στη μετά-την-έξοδο Ελλάδα (εδώ είπαμε μια ανακρίβεια: το ποσό αυτό «φεύγει» από τις οθόνες με τη λήξη του Προγράμματος).

Αυτή η θέση ξεκαθάρισε αρκετά - με τελευταίο βήμα την τοποθέτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Γ.Σ. της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, όπου έθεσε στο τραπέζι την πρόταση ένα ποσό της τάξεως των 7-8 δισ. από αυτό το αδιάθετο υπόλοιπο του τρίτου Προγράμματος να διατεθεί (δηλαδή… να διεκδικηθεί από τους «εταίρους»/από τον ESM η διάθεσή του) προκειμένου να μειωθεί ισόποσα η αποστράγγιση της αγοράς με την πρακτική των repos από το Δημόσιο, από ΔΕΚΟ και άλλους φορείς Γενικής Κυβέρνησης. Κάτι τέτοιο θα επέτρεπε να αυξηθεί η καταθετική βάση των τελευταίων στο τραπεζικό σύστημα, επιτρέποντας μιαν αύρα ρευστότητας στην οικονομία. Από την ίδια πηγή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθούν πόροι για αποπληρωμή των arrears του Δημοσίου, τα οποία βρίσκονται μεν σε συγκριτικά χαμηλό επίπεδο κάτω των 3,5 δισ. ευρώ (πλην αν ευρηματική λογιστική έχει κρατήσει πίσω άλλα κονδύλια…). και αυτό, προφανώς, θα απαιτούσε διαπραγμάτευση με τους «εταίρους»/τον ESM.

Βέβαια, τη διαπραγμάτευση κάθε φορά κάνει η κυβέρνηση και όχι η αντιπολίτευση! Όμως ήδη φαίνεται ότι από την άλλη πλευρά του λόφου -εκείνην των «εταίρων»- ωριμάζουν αντίστοιχες σκέψεις. Και μάλιστα στο πιο υψηλό επίπεδο, εκείνο της γερμανικής καγκελαρίας (θυμηθείτε τη διατύπωση Μέρκελ: «Είμαι πολύ αισιόδοξη ότι θα βρεθεί μια καλή λύση για την Ελλάδα στο ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους») μετά και τη συνάντηση Μέρκελ-Λαγκάρντ. Όσο η πλήρης παραμονή του ΔΝΤ στο μετά-το-Πρόγραμμα καθεστώς της Ελλάδας αμβλύνεται, ως ενδεχόμενο, τόσο η Γερμανία «ανακαλύπτει» τη δική της την ευθύνη. Για μιαν Ελλάδα που πείσθηκε/πιέσθηκε να αναζητήσει τα υπερυψηλά πρωτογενή πλεονάσματα ώστε (αν κοιτάξουμε το πράγμα από τα μάτια των «εταίρων»…) να έχει θυσιάσει προσδοκία ανάπτυξης προκειμένου να βρίσκει πόρους για αποπληρωμή τόκων το 2019-22. Διατηρώντας μεν την αρκετά ανελαστική στάση στην έγκριση πειστικών μέτρων ελάφρυνσης του χρέους -για τους γνώριμους ΓερμανοΓερμανικούς λόγους- αναζητά η Γερμανία άλλες μεθοδεύσεις ώστε να ανοίξει μια ομπρέλα (καλύτερα: ένα αλεξίπτωτο) πάνω από την Ελλάδα. Χωρίς να φέρνει στο κεφάλι της σημερινής κυβέρνησης (που ήδη σηκώνει το βάρος της επίλυσης του Μακεδονικού, υπό τα χειροκροτήματα και με τις ευχές του διεθνούς συστήματος) μη-διαχειρίσιμο πολιτικό κόστος.

Γιατί μη-διαχειρίσιμο πολιτικά θα ήταν να μεταστραφεί η κυβέρνηση Τσίπρα και να ζητήσει τη χορήγηση προληπτικής γραμμής: βλέπετε, η PCCL δεν σου «επιβάλλεται», εσύ τη ζητάς και σου χορηγείται! Και η μετάβαση Κλάους Ρέγκλινγκ -του ESM- στο Μέγαρο Μαξίμου, «κάτι» από αυτήν την προβληματική αισθανόμαστε ότι κουβάλησε.

Έτσι λοιπόν, μετά την προηγούμενη περίοδο όπου η συζήτηση ήταν για «καθαρή έξοδο»/Τσίπρας, «αρκετά καθαρή έξοδο»/Τσακαλώτος, «αυτοδύναμη έξοδο»/Τζανακόπουλος, θα μπορούσαμε τώρα να κινούμεθα στον αστερισμό της «ασφαλούς εξόδου». Παράλληλα με την υβριδική εκδοχή παρακολούθησης μετά-το-Πρόγραμμα, την θυμόσαστε κι αυτήν;