Έπειτα από αρκετές εβδομάδες έκλειψης -ας μην το πούμε εξαφάνισης- η Άγκελα Μέρκελ επανήλθε. Και επανήλθε μέσω «FAZ am Sontag», όπως «επιβαλλόταν» από τις τωρινές συνθήκες. Και επανήλθε τοποθετούμενη -εν πολλοίς- επί των προτάσεων Εμανουέλ Μακρόν για «Το Μέλλον της Ευρώπης», γράφει ο Αντώνης Παπαγιαννίδης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Έπειτα από αρκετές εβδομάδες έκλειψης -ας μην το πούμε εξαφάνισης- η Άγκελα Μέρκελ επανήλθε. Και επανήλθε μέσω «FAZ am Sontag», όπως «επιβαλλόταν» από τις τωρινές συνθήκες. Και επανήλθε τοποθετούμενη -εν πολλοίς- επί των προτάσεων Εμανουέλ Μακρόν για «Το Μέλλον της Ευρώπης».
Βλέπετε, στις 28/29 Ιουνίου έχουμε Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κι από δίπλα Κορυφής της Ευρωζώνης, όπου θα καταλήξουν (κατά την ημερήσια διάταξη του πρώτου) θέματα όπως το Μεταναστευτικό, η Ασφάλεια και Άμυνα, αλλά και τα μέτωπα Απασχόλησης/Ανάπτυξης/Ανταγωνιστικότητας, καθώς και του μεσοπρόθεσμου προϋπολογισμού της Ένωσης. Πέραν τούτων όμως, σε συνέχεια της Κορυφής του Μαρτίου και του Eurogroup του Μαΐου θα υπάρξουν στο τραπέζι και θέματα όπως η ενίσχυση της Τραπεζικής Ένωσης ή η αναθεώρηση λειτουργίας του ESM - δηλαδή ο πυρήνας ακριβώς του «Μέλλοντος της Ευρώπης». Για όσους αγαπούν την ευρωπαϊκή διάλεκτο, τα συμπεράσματα της Κορυφής της Ευρωζώνης της 23ης Μαρτίου έλεγαν: «[Οι ηγέτες] θα συνεχίσουν τις σχετικές συζητήσεις στην Κορυφή της Ευρωζώνης τον Ιούνιο του 2018».
Άμα πιάσει όμως κανείς και αντιπαραβάλλει τις αρχικές θέσεις Μακρόν με την πρόσφατη ανταπόκριση Μέρκελ, βλέπει κάτι που θα ‘πρεπε να θεωρείται αναμενόμενο μετά την επιμελημένη σιωπή του Βερολίνου. Η Γερμανία «χρειάζεται» να προσέλθει στην πρωτοβουλία της Γαλλίας, αν είναι να διατηρηθεί κάτι από την προοπτική της Ευρώπης (μετά το Brexit) και της Ευρωζώνης (μετά την ιταλική κρίση, με ισπανική παραπέρα). Τι θα κάνει, λοιπόν, συνεχίζοντας τη λογική του ποδηλάτου - το οποίο, ως γνωστόν, χρειάζεται να προχωράει έστω και επιβραδύνοντας/έστω και τρανταζόμενο, γιατί άμα σταθεί, τότε ο ποδηλάτης γκρεμίζεται; Θα δεχθεί το πλαίσιο, τις διατυπώσεις μεταρρύθμισης. Και θα περιορίσει το μέγεθος των προσαρμογών, εν ανάγκη μέχρι να αδειάσουν από περιεχόμενο.
Αν προτιμάτε: θα διασωθούν οι διατυπώσεις, τα λόγια («Words, words, words» κατά τον Σαιξπηρικό Άμλετ), αλλά θα αφεθεί προσεκτικά στο περιθώριο η λειτουργική διάσταση. Έτσι, η πρόταση Μακρόν για δημιουργία προϋπολογισμού της Ευρωζώνης -ο οποίος επρόκειτο να λειτουργήσει διορθωτικά στις στρεβλώσεις που αποδεδειγμένα εγκατέστησε η υλοποίηση της ΟΝΕ με «Ν» αλλά χωρίς «Ο»- ψαλιδίζεται κατά δύο ή τρεις διαστάσεις: Πρώτον, ως «επενδυτικός» θα μπορεί να καλύψει μόνον ορισμένο είδος δαπανών, όπως εκείνες για την αντιμετώπιση της υστέρησης υποδομών ή/και της αντιστάθμισης μεταρρυθμίσεων - κάτι μπορεί να φαντασθεί η μεταμνημονιακή Ελλάδα σχετικώς με το δεύτερο! Δεύτερον, πως ενώ η προτεινόμενη από Μακρόν κλίμακα μεγέθους πήγαινε να φέρει κάτι από ομοσπονδιακή οσμή στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, από Μέρκελ ρητώς αναφέρεται ότι το ύψος του εν λόγω προϋπολογισμού θα κινείται σε «μικρό διψήφιο» ποσό δισεκατομμυρίων. [Για όποιον δεν έχει εύκολα τα νούμερα, ο σημερινός προϋπολογισμός της Ε.Ε. είναι κάπου στα 160 δισ. ευρώ. Δηλαδή στο 1% του ΑΕΠ των χωρών της Ένωσης που παριστάνει ότι πορεύεται προς ομοσπονδιοποίηση]. Υπάρχει και άλλη δυνητική παγίδα: Θα είναι χωριστός από τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. -κάτι σαν προϋπολογισμός Ευρωζώνης- ή θα έλθει απλώς να αντισταθμίσει την απώλεια κονδυλίων λόγω Brexit; Με το τελευταίο αυτό συναρθρώνεται μια άλλη επιμελημένη σιωπή Μέρκελ: αφορά την πρόταση Μακρόν για κοινό υπουργό Οικονομικών, ο οποίος αν είχε σύνδεση μ’ έναν ουσιαστικό προϋπολογισμό δεν θα περιοριζόταν στο ένα σοϊμπλικό όνειρο «ο Κύριος Δημοσιονομική Πειθαρχία».
Αλλά και στη μετεξέλιξη του ESM σε ενός είδους Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, το οποίο θα είχε τη δυνατότητα να παρέχει βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση σε χώρες υπό πίεση λόγω εξωγενών σοκ (εδώ: με προϋπόθεση ακριβή χρόνο αποπληρωμής), αλλά και να δίνει μακροπρόθεσμη διευκόλυνση (εδώ: με όρο αυστηρή αιρεσιμότητα/conditionality στην κατεύθυνση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων), η προσέγγιση Μέρκελ τονίζει τη σύνδεση με όρους και με την αντίστοιχη παρακολούθηση/εποπτεία. Επιπλέον, θεωρεί ως προϋπόθεση να είναι το «ΕΝΤ» ο αξιολογητής της βιωσιμότητας της κατάστασης, ex ante και ex post, προσαρμογής κάθε προσφεύγοντος στη στήριξή του χώρας. [Κάπως σαν το επιχειρούμενο τωρινό DSA των θεσμών για την Ελλάδα, μετά τη διακριτική απομάκρυνση του ΔΝΤ].
Όλα αυτά, για να κωδικοποιηθούν κατά τρόπο γερμανικά αποδεκτό, αποκτούν την ετικέτα «Ναι στην αλληλεγγύη. Όχι σε μια Ένωση χρέους» (δηλαδή όχι σε μεταβιβαστική λειτουργία, όχι και σε συνευθύνη). Οι Βρυξέλλες έβηξαν διακριτικά: δεν μπορεί να μην είσαι με τη Γερμανία, αλλά το ποδήλατο πάει να πέσει. Το Παρίσι, σωφρόνως πράττον, δεν ακούγεται. Εμείς, δε, «ο Νότος» ας πούμε καλούμεθα να βολευτούμε με ό,τι προκύψει. Και όπως πακεταριστεί επικοινωνιακά.