Αφιερώματα
Πέμπτη, 24 Μαΐου 2018 16:40

Πώς η επιχειρηματική εξωστρέφεια στηρίζει την οικονομία

Η γεωπολιτική κατάσταση που θα επικρατήσει στην ευρύτερη περιοχή θα διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην πορεία των εξαγωγών, σύμφωνα με τους αναλυτές του ΠΣΕ. Όπως σημειώνουν, ήδη, από τον Μάρτιο του 2018, είναι γνωστό ότι η οικονομία μας παρουσιάζεται ευάλωτη σε εξωγενείς παράγοντες, οικονομικής και γεωπολιτικής φύσης. Μάλιστα, τονίζουν με νόημα πως τρεις από τους πέντε κορυφαίους προορισμούς των ελληνικών προϊόντων, Τουρκία, Βουλγαρία και Κύπρος, είναι οικονομίες που επηρεάζονται από τις γεωπολιτικές εξελίξεις. Με προσδοκίες και συγκρατημένη αισιοδοξία ξεκίνησε το 2018 για τις ελληνικές εξαγωγές. Ο τερματισμός της ύφεσης, η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και η επιστροφή της οικονομίας σε τροχιά σταθεροποίησης δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια επιτυχημένη πορεία και τη φετινή χρονιά, ύστερα από το ιστορικό ρεκόρ που κατεγράφη το 2017.

Του Γιάννη Κανουπάκη
[email protected]

Η γεωπολιτική κατάσταση που θα επικρατήσει στην ευρύτερη περιοχή θα διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην πορεία των εξαγωγών, σύμφωνα με τους αναλυτές του ΠΣΕ. Όπως σημειώνουν, ήδη, από τον Μάρτιο του 2018, είναι γνωστό ότι η οικονομία μας παρουσιάζεται ευάλωτη σε εξωγενείς παράγοντες, οικονομικής και γεωπολιτικής φύσης. Μάλιστα, τονίζουν με νόημα πως τρεις από τους πέντε κορυφαίους προορισμούς των ελληνικών προϊόντων, Τουρκία, Βουλγαρία και Κύπρος, είναι οικονομίες που επηρεάζονται από τις γεωπολιτικές εξελίξεις. Με προσδοκίες και συγκρατημένη αισιοδοξία ξεκίνησε το 2018 για τις ελληνικές εξαγωγές. Ο τερματισμός της ύφεσης, η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και η επιστροφή της οικονομίας σε τροχιά σταθεροποίησης δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια επιτυχημένη πορεία και τη φετινή χρονιά, ύστερα από το ιστορικό ρεκόρ που κατεγράφη το 2017.

Σύμφωνα με ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), επί των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, οι εξαγωγές συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών στο σύνολο του 2017, δηλαδή στο διάστημα Ιανουαρίου - Δεκεμβρίου 2017, αυξήθηκαν κατά 13,2% και ανήλθαν στα 28,46 δισ. ευρώ από 25,15 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2016. Το προηγούμενο ρεκόρ εξωστρέφειας ήταν το 2012, όταν η συνολική αξία των ελληνικών εξαγωγών είχε φθάσει στα 27,34 δισ. ευρώ. Ενθαρρυντική εξέλιξη αποτελεί επίσης η άνοδος των ελληνικών εξαγωγών προς τις Τρίτες Χώρες, ενδεικτικό της στροφής των εξαγωγικών επιχειρήσεων προς νέες αγορές που έχουν προοπτικές, καθώς επίσης και το γεγονός πως στα χρόνια της ύφεσης ιδρύθηκαν πάρα πολλές εξαγωγικές επιχειρήσεις. Απαραίτητη ωστόσο προϋπόθεση, για να εκμεταλλευτούν οι Έλληνες εξαγωγείς τις ευκαιρίες που υπάρχουν στις διεθνείς αγορές, είναι η άρση των αντικινήτρων που ταλανίζουν τα τελευταία χρόνια την εγχώρια επιχειρηματικότητα, αρχίζοντας από τη μείωση της φορολογίας, την πλήρη άρση των capital controls και την αποκατάσταση της χρηματοδότησης, ειδικά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. 

Ειδικότερα, οι εξαγωγές της Ελλάδας προς την Ε.Ε. (28) συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών καταλαμβάνουν πλέον (στοιχεία 2017) μερίδιο 53,1% επί των συνολικών εξαγωγών. Το μερίδιό τους κατά το 2016 ανερχόταν σε 55,7%. Στον αντίποδα, οι εξαγωγές προς τις Τρίτες Χώρες το 2017 σημείωσαν σημαντική άνοδο και καταλαμβάνουν πλέον μερίδιο επί των συνολικών εξαγωγών 46,9% από 44,3% στο αντίστοιχο περσινό έτος. 

Η Ιταλία εξακολουθεί και κατά το 2017 να αποτελεί το σημαντικότερο προορισμό των ελληνικών εξαγωγών, ενώ στη δεύτερη θέση ακολουθεί η Γερμανία. Στην 3η θέση βρίσκεται η Τουρκία που ανέβηκε μία θέση (από 4η το 2016), ξεπερνώντας την Κύπρο που ήταν πέρυσι στην 3η θέση. Η Βουλγαρία παρέμεινε στην 5η θέση, όπως και το 2016. Στην 6η θέση βρίσκεται, με άνοδο κατά δύο θέσεις από το αντίστοιχο περσινό έτος, ο Λίβανος, στην 7η  οι ΗΠΑ (υποχωρώντας κατά μία θέση), το Ηνωμένο Βασίλειο στην 8η θέση (από 7η). Την πρώτη δεκάδα των κυριότερων προορισμών συμπληρώνουν η Ρουμανία στην 9η θέση -ίδια θέση με το 2016- και η Γαλλία 10η με άνοδο μίας θέσης από πέρυσι.

Ως προς τους προορισμούς των ελληνικών εξαγωγών ανά οικονομική ένωση, πέραν της αξιοσημείωτης (7,7%) αύξησης προς την Ε.Ε., οι αποστολές προς τις 17 χώρες της Ευρωζώνης αυξήθηκαν κατά 7,4%, ενώ ανοδικά κινήθηκαν οι εξαγωγές προς όλες τις άλλες οικονομικές ενώσεις, πλην MERCOSUR. Συγκεκριμένα, προς τις χώρες του ΟΟΣΑ η αύξηση των εξαγωγών είναι της τάξης του 12,6%, προς τις χώρες του G7 6,3%, προς τις αναδυόμενες BRICS 18,9% προς τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες του OPEC 12,8%, προς τις χώρες της Οικονομικής Συνεργασίας Μαύρης Θάλασσας (ΟΣΕΠ) 19,8%, ενώ προς τις χώρες της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης 8,8%.

Αντίστοιχα, ως προς τη σύνθεση των εξαγωγών κατά μεγάλες κατηγορίες προϊόντων, η συνολική αύξηση οφείλεται στην πολύ μεγάλη άνοδο των εξαγωγών καυσίμων (κατά 30%) και λόγω των διεθνών τιμών του πετρελαίου. Σημαντικά αυξημένες εμφανίζονται οι εξαγωγές πρώτων υλών (26,2%). Οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων παρουσιάζουν αύξηση κατά 9,7%, και διατηρούν μερίδιο 42,6% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών. Αντίθετα, οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων εμφανίζονται ελάχιστα μειωμένες -1,4% και τέλος οι χαμηλές σε αξία εξαγωγές της κατηγορίας Είδη & συναλλαγές μη ταξινομημένα συρρικνώνονται κατά 2,8%. 

Σε ό,τι αφορά τις εισαγωγές το 2017, καταγράφεται μεγάλη άνοδος (13,7%) και η αξία τους διαμορφώθηκε σε 49,03 δισ. ευρώ έναντι 43,12 δισ. ευρώ κατά το 2016. Η αντίστοιχη μεταβολή χωρίς τα πετρελαιοειδή δείχνει επίσης αύξηση της τάξης του 10,2%, ή κατά 3,42 δισ. ευρώ.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών των κινήσεων ήταν να αυξηθεί σημαντικά το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου κατά 14,4%, στα 20,56 δισ. ευρώ (από 17,97 δισ. ευρώ το 2016). Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου αυξήθηκε επίσης κατά 14,4%, στα 17,32 δισ. ευρώ (από 15,14 δισ. ευρώ το 2016).

Οι εξελίξεις κατά γεωγραφικές περιοχές και χώρες
Διατήρηση υψηλών ρυθμών αύξησης καταγράφουν οι εξαγωγικές επιδόσεις της χώρας στο διάστημα Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2017, κατά 13,2%, στα 28.463,5 εκατ. ευρώ από 25.150 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του 2016. Η αύξηση αυτή οφείλεται στις ανοδικές τάσεις που καταγράφονται στις ελληνικές εξαγωγές προς όλους τους σημαντικούς πελάτες ελληνικών προϊόντων - και προς την Ε.Ε. και προς τις Τρίτες Χώρες. Η αύξηση προς την Ε.Ε., όπως προαναφέρθηκε, είναι στο 7,7%, ενώ πολύ μεγαλύτερη εμφανίζεται η αύξηση προς Τρίτες Χώρες (20,1%). Οι εξαγωγές που κατευθύνονται προς χώρες της ΕΕ είναι πλέον το 53,1% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών, έναντι 46,9% που κατευθύνονται προς Τρίτες Χώρες.   
Α) Οι εξαγωγές προς την Ευρωπαϊκή Ένωση 
Η αύξηση κατά 7,4% (από 9.798,1 εκατ. ευρώ σε 10.518,5 εκατ. ευρώ) των εξαγωγών προς την Ευρωζώνη (18), που απορρόφησε το 37% των συνολικών εξαγωγών στο εξεταζόμενο έτος, προκύπτει από την ενίσχυση των αποστολών προς όλους (πλην τριών χωρών) τους προορισμούς της Ευρωζώνης. Συγκεκριμένα, για τους επτά κυριότερους προορισμούς εντός Ευρωζώνης: οι εξαγωγές προς την Ιταλία -κυριότερη χώρα προορισμού ελληνικών εξαγωγών- εμφανίζουν αύξηση κατά 8,1% (από 2.810,9 εκατ. ευρώ σε 3.037,8 εκατ. ευρώ), προς τη Γερμανία αύξηση κατά 4,4% (από 1.930 εκατ. ευρώ σε 2.015,5 εκατ. ευρώ), ενώ προς την Κύπρο σημειώνεται μεγάλη άνοδος κατά 13,2% (από 1.523,9 εκατ. ευρώ σε 1.724,5 εκατ. ευρώ). 

Ακολουθούν στη σειρά -με κριτήριο την αξία εξαγωγών- η Γαλλία με αύξηση εξαγωγών κατά 7,9% (από 703,7 εκατ. ευρώ σε 759,5 εκατ. ευρώ), η Ισπανία που εμφανίζει οριακή μείωση στις αποστολές κατά 0,7% (από 698,1 εκατ. ευρώ σε 693,1 εκατ.), η Ολλανδία επίσης με ελαφρά αύξηση κατά 1,7% (από 604,9 εκατ. ευρώ σε 615,4 εκατ. ευρώ) και το Βέλγιο προς το οποίο αυξάνονται σημαντικά οι εξαγωγές κατά 13,5 % (από 345,4 εκατ. ευρώ σε 391,8 εκατ. ευρώ).

Από τις εξαγωγικές επιδόσεις προς τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης αξίζει να αναφερθούν οι σημαντικές ποσοστιαίες αυξήσεις προς Ιρλανδία (44,3%, από 83,6 εκατ. ευρώ σε 120,5 εκατ. ευρώ) και προς Μάλτα (10,7%, από 214,4 εκατ. ευρώ σε 237,4 εκατ. ευρώ). Από την άλλη, αξιοσημείωτη ποσοστιαία μείωση καταγράφουν οι ελληνικές εξαγωγές προς τη Φινλανδία ( -11,9%, από 152,3 εκατ. ευρώ σε 134,2 εκατ. ευρώ) και προς τη Σλοβενία (-6,1%, από 210,5 εκατ. ευρώ σε 197,6 εκατ. ευρώ).

Όσον αφορά τις χώρες-μέλη της Ε.Ε. που δεν ανήκουν στην Ευρωζώνη, οι εξαγωγές αυξήθηκαν προς αυτές κατά 8,5% και ανήλθαν στα 4.582,2 εκατ. ευρώ από 4.221,9 εκατ. ευρώ. Η Βουλγαρία -κυριότερος πελάτης για τα ελληνικά προϊόντα στην εν λόγω κατηγορία χωρών- εμφανίζει άνοδο των εξαγωγών κατά 7,7% (από 1.252,6 εκατ. ευρώ σε 1.348,6 εκατ. ευρώ) και ακολουθούν (με βάση το μέγεθος των εξαγωγών) με αυξήσεις το Ην. Βασίλειο κατά 3,8% (από 1.065 εκατ. ευρώ σε 1.105 εκατ. ευρώ), η Ρουμανία κατά 13,1% (από 750,3 εκατ. ευρώ από 848,4 εκατ. ευρώ), η Πολωνία κατά 14,5% (από 395 εκατ. ευρώ σε 452,4 εκατ. ευρώ), η Τσεχία με αύξηση 11,7% (από 203,3 εκατ. ευρώ σε 227 εκατ. ευρώ). 

Στη συνέχεια της σχετικής κατάταξης είναι η Δανία με μεγάλη αύξηση 16,1% (από 166,2 εκατ. ευρώ σε 193 εκατ. ευρώ), η Σουηδία οι εξαγωγές προς την οποία αυξήθηκαν 5,5% (από 182,7 εκατ. ευρώ σε 192,8 εκατ. ευρώ), η Ουγγαρία με αύξηση 9,3% (από 125,4 εκατ. ευρώ σε 137,1 εκατ. ευρώ), ενώ η σχετική λίστα κλείνει με τις εξαγωγές προς την Κροατία που εμφάνισαν μείωση 4,9% (από 81,4 εκατ. ευρώ σε 77,4 εκατ. ευρώ).
Β) Οι εξαγωγές προς Τρίτες Χώρες (εκτός Ε.Ε.) 
Τα μεγαλύτερα μερίδια ελληνικών εξαγωγών εκτός προορισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφορούν αποστολές προς τις Λοιπές Χώρες της Ευρώπης (πλην Ε.Ε.) με μερίδιο 16,9% (στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών) και προς την περιοχή της Μ. Ανατολής & Β. Αφρικής (μερίδιο 15%). Αξιοσημείωτα μερίδια έχουν και οι εξαγωγές προς τις χώρες της Ασίας (πλην Μ. Ανατολής) (6,3%) και προς τη Β. Αμερική (5,1%). 

Αναλυτικότερα, οι εξαγωγές προς τις Λοιπές Χώρες της Ευρώπης (πλην Ε.Ε.) καταγράφουν μεγάλη αύξηση για το 2017, της τάξης του 26,8%. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι και προς τους 6 κυριότερους προορισμούς παρατηρούνται ανοδικές τάσεις των ελληνικών εξαγωγών και μάλιστα ισχυρές. Ξεχωρίζει βέβαια το γεγονός ότι οι εξαγωγές προς την Τουρκία αυξήθηκαν κατά πολύ (44,4%), σε 1.951,5 εκατ. ευρώ από 1.351,3 εκατ. ευρώ. 

Αξιοσημείωτες επιδόσεις των εξαγωγών καταγράφονται προς την πΓΔΜ με αύξηση κατά 13,3% (σε 641,6 εκατ. ευρώ από 566,5 εκατ. ευρώ), προς το Γιβραλτάρ αύξηση 66% (σε 633,6 εκατ. ευρώ € από 381,4 εκατ. ευρώ) και προς την Αλβανία αύξηση 21,9% (σε 461,1 εκατ. ευρώ από 378,3 εκατ. ευρώ). Αυξήσεις παρουσιάζονται και προς Σερβία κατά 12,6% (σε 252,9 εκατ. ευρώ από 224,5 εκατ. ευρώ) και Ρωσία κατά 8,8% (σε 234 εκατ. ευρώ από 215,2 εκατ. ευρώ). 

Οι ελληνικές εξαγωγές προς την περιοχή της Μ. Ανατολής & Β. Αφρικής καταγράφουν σημαντική αύξηση κατά 16,3% (από 3.679,9 εκατ. ευρώ σε 4.279,2 εκατ. ευρώ), παρά τη γενικότερη ρευστότητα στην πολιτική και οικονομική κατάσταση αρκετών εκ των χωρών της εν λόγω περιοχής. Για την ακρίβεια, από τις 9 χώρες που αποτελούν τους κυριότερους πελάτες ελληνικών προϊόντων στην περιοχή, οι επτά εμφανίζουν ανοδικές τάσεις των εξαγωγών, κάποιες εξ αυτών εντυπωσιακές ποσοστιαία. Προς δύο χώρες της περιοχής καταγράφεται υποχώρηση των ελληνικών αποστολών.

Συγκεκριμένα, με κριτήριο την αξία των εξαγωγών κατά το διάστημα Ιανουάριος-Δεκέμβριος του 2017, πρώτος πελάτης ελληνικών προϊόντων για την περιοχή αναδεικνύεται ο Λίβανος με μεγάλη αύξηση (19,1%) των αποστολών (στα 1.249,3 εκατ. ευρώ από 1.048,9 εκατ. ευρώ). Ακολουθεί η Αίγυπτος με οριακή αύξηση 0,7% (στα 755,5 εκατ. ευρώ από 750,1 εκατ. ευρώ), η Σ. Αραβία με πολύ μεγάλη άνοδο 52,1% (στα 680,3 εκατ. ευρώ από 447,3 εκατ. ευρώ), το Ισραήλ  επίσης με πολύ μεγάλη αύξηση των εξαγωγών 63,6% (στα 442,4 εκατ. ευρώ από 270,4 εκατ. ευρώ).

Η Λιβύη είναι η μία εκ των χωρών του σχετικού καταλόγου με σημαντική μείωση, -19,5% (στα 266,9 εκατ. ευρώ από 331,8 εκατ. ευρώ), ενώ ακολουθούν τα Ην. Αρ. Εμιράτα με αύξηση 5,7% (στα 255,6 εκατ. ευρώ από 241,8 εκατ. ευρώ), η Τυνησία, προς την οποία οι εξαγωγές αυξάνονται κατά πολύ (41,1%), από τα 102,3 εκατ. ευρώ το 2016 στα 144,3 εκατ. ευρώ το 2017. Μεγάλη πτώση σημειώνουν οι εξαγωγές προς την Αλγερία, κατά -31,5% (στα 138,8 εκατ. ευρώ από 202,7 εκατ. ευρώ), ενώ ο κατάλογος των εννέα κυριότερων προορισμών ελληνικών προϊόντων στην περιοχή Μ. Ανατολής & Β. Αφρικής κλείνει με τις εξαγωγές προς το Μαρόκο με αύξηση 20,9% (από τα 82,4 εκατ. ευρώ στα 99,65 εκατ. ευρώ). Άξιο ιδιαίτερης αναφοράς είναι επίσης το γεγονός της πολύ μεγάλης αύξησης (υπερδιπλασιασμός) των εξαγωγών προς το Ιράκ (στα 60,6 εκατ. ευρώ από 27,5 εκατ. ευρώ).

Οι εξαγωγές προς τις Χώρες της Ασίας (πλην Μ. Ανατολής) κατά το διάστημα Ιανουάριος-Δεκέμβριος του 2017 εμφάνισαν πολύ μεγάλη ποσοστιαία αύξηση, της τάξης του 37,8%, σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό έτος. Ανήλθαν στα 1.807,1 εκατ. ευρώ από 1.311,2 εκατ. ευρώ. Από τις 8 χώρες με αξιοσημείωτη αξία εξαγωγών, οι έξι πρώτες εμφανίζουν αύξηση με πάρα πολύ υψηλούς ρυθμούς, ενώ μόλις μία εμφανίζει συρρίκνωση των ελληνικών εξαγωγών.

Αναλυτικά, με σειρά βάσει αξίας εξαγωγών, πρώτος πελάτης ελληνικών προϊόντων στην εξεταζόμενη περιοχή αναδεικνύεται για το 2017 η Κίνα με μεγάλη αύξηση 44,4% (από 328,1 εκατ. ευρώ σε 473,8 εκ.€) και ακολουθούν η Σιγκαπούρη, οι εξαγωγές προς την οποία σχεδόν διπλασιάστηκαν (από 279,6 εκατ. ευρώ σε 457,4 εκατ. ευρώ). 

Στην 3η θέση είναι οι εξαγωγές προς τη Ν. Κορέα με επίσης μεγάλη άνοδο 44,4% (από 133,5 εκατ. ευρώ σε 192,8 εκατ. ευρώ), η Γεωργία με υπερδιπλασιασμό εξαγωγών (από 61,4 εκατ. ευρώ σε 127,8 εκατ. ευρώ), ενώ την πρώτη 6άδα των κυριότερων πελατών στην περιοχή κλείνουν με εντυπωσιακές αυξήσεις η Ινδία (+55,8%, από 62,4 εκατ. ευρώ σε 97,3 εκατ. ευρώ) και η Ιαπωνία (+70%, από 55,5 εκατ. ευρώ σε 94,3 εκατ. ευρώ). Ακολουθούν στη σειρά το Χονγκ Κονγκ (+29,7%, από 61,3 εκατ. ευρώ σε 79,4 εκατ. ευρώ), και τέλος η Ινδονησία που εμφανίζει μείωση 6,8% (από 72,8 εκατ. ευρώ σε 67,8 εκατ. ευρώ).

Η ενίσχυση κατά 2,6% των εξαγωγών προς τη Β. Αμερική (από 1.402,8 εκατ. ευρώ σε 1.439,8 εκατ. ευρώ) οφείλεται κυρίως στην άνοδο των αποστολών προς τον σημαντικότερο πελάτη ελληνικών προϊόντων στην εν λόγω περιοχή, τις ΗΠΑ, κατά περίπου αντίστοιχο ποσοστό 2,5% (από 1.095,5 εκατ. ευρώ σε 1.122,7 εκατ. ευρώ). Οι εξαγωγές προς τον Καναδά ενισχύθηκαν κατά 11% (από 137 εκατ. ευρώ σε 152,2 εκατ. ευρώ), ενώ προς το Μεξικό υποχώρησαν κατά 3,1% (από 170,3 εκατ. ευρώ σε 165 εκατ. ευρώ). 

Προκειμένου να ολοκληρωθεί ο χάρτης των προορισμών των ελληνικών εξαγωγών, παρατίθενται παρακάτω τα στοιχεία για τις αποστολές προς τις υπόλοιπες περιοχές, οι οποίες όμως συγκεντρώνουν πολύ μικρό μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών.

Συγκεκριμένα, οι χαμηλές σε αξία εξαγωγές προς τις Λοιπές Χώρες της Αμερικής μειώθηκαν σημαντικά κατά το 2017 (-26,9%) και ανήλθαν στα 204,3 εκατ. ευρώ από 279,3 εκατ. ευρώ το περσινό έτος (2016). Η συρρίκνωση αυτή οφείλεται στις μεγάλες μειώσεις των αποστολών κυρίως προς τη Βραζιλία (από 94,7 εκατ. ευρώ στα 26,1 εκατ. ευρώ), αλλά και προς τη Χιλή (από 23,8 εκατ. ευρώ στα 12,7 εκατ. ευρώ) και τη Βενεζουέλα (από 8,3 εκατ. ευρώ στα 2,4 εκατ. ευρώ). Αντίθετα, οι εξαγωγές προς τον βασικό πλέον πελάτη ελληνικών προϊόντων στην εν λόγω περιοχή, τον Παναμά, αυξήθηκαν στα 106,5 εκατ. ευρώ φέτος, από 97,5 εκατ. ευρώ το 2016 και ουσιαστικά αμετάβλητες -στα 45,3 εκατ. ευρώ- παρέμειναν οι εξαγωγές προς τις Μπαχάμες.

Οι εξαγωγές προς τις χώρες της Αφρικής (πλην Βόρειας Αφρικής) κατά το διάστημα Ιανουάριος-Δεκέμβριος 2017 σημείωσαν αύξηση 24,6% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό δωδεκάμηνο, αν και παραμένουν χαμηλές σε αξία, αφού ανήλθαν στα 153,2 εκατ. ευρώ από 122,9 εκατ. ευρώ. Ως προς τους κύριους πελάτες ελληνικών προϊόντων προς την εν λόγω περιοχή, αξίζει να αναφερθούν: οι αυξήσεις των εξαγωγικών επιδόσεων προς Δημ. της Ν. Αφρικής (από 52,9 εκατ. ευρώ σε 64,5 εκατ. ευρώ), προς τη Νιγηρία (από 21,9 εκατ. ευρώ σε 33,9 εκατ. ευρώ) και προς την Γκάνα (από 16,3 εκατ. ευρώ σε 28,3 εκατ. ευρώ), καθώς και η μείωση των εξαγωγών προς Αιθιοπία (από 14,4 εκατ. ευρώ σε 11,3 εκατ. ευρώ).

Οι επίσης χαμηλές σε αξία ελληνικές εξαγωγές προς την Ωκεανία σημείωσαν αύξηση 17,6% (από 141,6 εκατ. ευρώ σε 153,2 εκατ. ευρώ). Η αύξηση αυτή αφορά τόσοστις εξαγωγές προς την Αυστραλία κατά 17,5% (από 128,5 εκατ. ευρώ σε 151 εκατ. ευρώ) όσο και προς τη Ν. Ζηλανδία από 13,2 εκατ. ευρώ σε 15,7 εκατ. ευρώ.

Τέλος, οι ελληνικές εξαγωγές που αφορούν τους Εφοδιασμούς Πλοίων, εμφανίζονται σχεδόν μηδενισμένες. Συγκεκριμένα, στα πλοία με σημαία τρίτων χωρών σε 0,9 εκατ. ευρώ από 4,9 εκατ. ευρώ. Όσον αφορά προς τα πλοία με σημαία κράτους της Ε.Ε., καταγράφηκαν ελάχιστης αξίας εξαγωγές για το 2017. 

Οι εισαγωγές
Όσον αφορά τις εισαγωγές, παρατηρείται σημαντική αύξηση για το δωδεκάμηνο Ιανουάριος-Δεκέμβριος 2017, κατά 13,7% και η αξία τους διαμορφώθηκε σε 49.026,6 εκατ. ευρώ από 31.124,2 εκατ. ευρώ κατά το 2016. Αυξημένες (7,4%) καταγράφονται οι εισαγωγές από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι εισαγωγές από τις 17 χώρες της Ευρωζώνης εμφανίζουν αύξηση 7,3%, ενώ αυτές από τις χώρες μέλη της Ε.Ε. που δεν είναι ενταγμένες στη ζώνη του ευρώ αυξάνονται κατά 7,9%. 

Οι εισαγωγές από τις λοιπές χώρες της Ευρώπης (εκτός Ε.Ε.) εμφανίζουν μεγαλύτερη άνοδο της τάξης του 13%, κυρίως λόγω της ενίσχυσης των εισαγωγών από τη Ρωσία.

Πολύ μεγάλες αυξήσεις των εισαγωγών παρατηρούνται από τη Μ. Ανατολή & Β. Αφρική (42,5%), με ορισμένες χώρες από την εν λόγω περιοχή να καταγράφουν εντυπωσιακές ποσοστιαίες ανόδους εισαγωγών (Λιβύη, Αλγερία, Ιράκ, Ιράν).

Σημαντικές αυξήσεις στις εισαγωγές καταγράφονται επίσης από τις λοιπές (πλην Μ. Ανατολής) χώρες της Ασίας (16,1%) (ιδιαίτερα από Νότια Κορέα και Αζερμπαϊτζάν), από τις χώρες της Β. Αμερικής (12,7%) και από τις λοιπές χώρες της Αφρικής (πλην Β. Αφρικής) κατά 31,1%, αν και εξακολουθούν να είναι πολύ χαμηλές σε συνολική αξία. 

Ελαφρά ενισχυμένες εμφανίζονται οι εισαγωγές από τις χώρες της Ωκεανίας στα 20,5 εκατ. ευρώ, ενώ αντίθετα πτωτική ήταν η τάση των εισαγωγών από τις Λοιπές Χώρες της Αμερικής (-3,7%).  

Οι επιδόσεις κατά μεγάλες κατηγορίες προϊόντων
Με βάση τα προσωρινά στοιχεία του δωδεκάμηνου Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2017 κατά μεγάλες κατηγορίες προϊόντων, η σημαντική αύξηση των ελληνικών εξαγωγών οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στη μεγάλη αύξηση των εξαγωγών καυσίμων κατά 30%, αλλά και στις αυξήσεις στις εξαγωγές των βιομηχανικών προϊόντων (9,7%) και των πρώτων υλών (26,2%). Μειωμένες (-1,4%) ήταν οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων.

Αναλυτικότερα, όσον αφορά τα αγροτικά προϊόντα, η μείωση (-1,4%) των εξαγωγών, σε 5.547,9 εκατ. ευρώ από 5.629,2 εκατ. ευρώ, οφείλεται στην πτωτική τάση των αποστολών της υποκατηγορίας «λάδια & λίπη ζωικής ή φυτικής προέλευσης», σε 562,2 εκατ. ευρώ από 668,4 εκατ. ευρώ (-15,9%) -δηλαδή κατά κύριο λόγο των εξαγωγών ελαιόλαδου. Ελαφρά αυξημένες καταγράφονται οι εξαγωγές της σημαντικότερης υποκατηγορίας «τρόφιμα και ζώα ζωντανά» (4.279,9 εκατ. ευρώ από 4.230,9 εκατ. ευρώ), η οποία αφορά το 15% των συνολικών ελληνικών εξαγωγών κατά το 2017. Μικρή μείωση (-3,3%) εμφανίζει η υποκατηγορία «ποτά και καπνός» (705,8 εκατ. ευρώ από 729,9 εκατ. ευρώ). 

Οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων σημειώνουν άνοδο 9,7% με την αξία τους να ανέρχεται σε 12.139,1 εκατ. ευρώ το πρώτο δωδεκάμηνο του 2017, από 11.066 εκατ. ευρώ κατά το 2016. Αυξημένες παρουσιάζονται οι εξαγωγικές επιδόσεις της μεγαλύτερης υποκατηγορίας βιομηχανικών προϊόντων «βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κατά πρώτη ύλη» κατά 16,5% (σε 4.567 εκατ. ευρώ από 3.921,8 εκατ. ευρώ). Θετικό επίσης πρόσημο εμφανίζουν οι εξαγωγές στην υποκατηγορία «χημικά προϊόντα & συναφή (μ.α.κ.)» κατά 11,7% (σε 3.018,5 εκατ. ευρώ από 2.701,7 εκατ. ευρώ) και αυτές στην υποκατηγορία «διάφορα βιομηχανικά είδη» κατά 7,1% (σε 2.022,3 εκατ. ευρώ από 1.888,9 εκατ. ευρώ). Αντίθετα, οι εξαγωγές της υποκατηγορίας «μηχανήματα & υλικό μεταφορών» εμφανίζουν οριακή υποχώρηση κατά 0,9% (σε 2.531,3 εκατ. ευρώ από 2.553,7 εκατ. ευρώ).

Ως προς τις υπόλοιπες μεγάλες κατηγορίες προϊόντων, αναφέρθηκε ήδη η πολύ μεγάλη αύξηση των εξαγωγών καυσίμων κατά 30% (σε 8.967,9 εκατ. ευρώ από 6.896,6 εκατ. ευρώ), οι οποίες κατά το 2017 καταλαμβάνουν μερίδιο 31,5% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών, από 27,4% το αντίστοιχο περσινό έτος. Οι εξαγωγές των πρώτων υλών εμφανίζουν μεγάλη αύξηση (26,2%) και ανήλθαν σε 1.279,6 εκατ. ευρώ από 1.013,9 εκατ. ευρώ. Τέλος, οι χαμηλές σε αξία εξαγωγές της κατηγορίας «είδη και συναλλαγές μη ταξινομημένα κατά κατηγορίες» εμφανίζουν μικρή μείωση 2,8% (σε 529 εκατ. ευρώ από 544,3 εκατ. ευρώ).

Όσον αφορά τις εισαγωγές, η σημαντική άνοδος κατά 13,7% (από 43.124,2 εκατ. ευρώ σε 49.026,6 εκατ. ευρώ) κατά το δωδεκάμηνο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2017 σε σχέση με το 2016 οφείλεται στην πολύ μεγάλη ενίσχυση των εισαγωγών καυσίμων σε 12.213,4 εκατ. ευρώ από 9.728,5 εκατ. ευρώ. Αξίζει να επαναληφθεί η επισήμανση ότι οι μεγάλες αλλαγές στην αξία των συναλλαγών καυσίμων εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό από τις μεταβολές των διεθνών τιμών του πετρελαίου μεταξύ των δύο συγκρινόμενων ετών. 

Οι εισαγωγές βιομηχανικών προϊόντων, που αποτελούν, κατά το 2017, το 59% του συνόλου των ελληνικών εισαγωγών και εξακολουθούν να είναι η σημαντικότερη κατηγορία, ενισχύθηκαν κατά 10,5% (σε 28.928,7 εκατ. ευρώ από 26.173,1 εκατ. ευρώ). 

Πιο αναλυτικά για τα βιομηχανικά προϊόντα, η κυριότερη υποκατηγορία «μηχανήματα & υλικό μεταφορών» παρουσιάζει αύξηση των εισαγωγών κατά 14,8% (σε 10.907,5 εκατ. ευρώ από 9.505,4 εκατ. ευρώ), ενώ ανοδικά κινούνται και οι άλλες τρεις υποκατηγορίες. Συγκεκριμένα, οι εισαγωγές για «χημικά προϊόντα & συναφή (μ.α.κ.)» στα 7.232,4 εκατ. ευρώ από 6.734,1 εκατ. ευρώ (+7,4%), για «βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κατά πρώτη ύλη» στα 5.719,6 εκατ. ευρώ από 5.057,3 εκατ. ευρώ (+13,1%) και για τα «διάφορα βιομηχανικά είδη» στα 5.069,1 εκατ. ευρώ από 4.876,3 εκατ. ευρώ (+4%).

Οι εισαγωγές αγροτικών προϊόντων αυξήθηκαν κατά 5%. Η αύξηση αυτή οφείλεται στην ενίσχυση των εισαγωγών της μεγαλύτερης υποκατηγορίας αγροτικών προϊόντων «τρόφιμα & ζώα ζωντανά» κατά 4,7% (στα 5.516,7 εκατ. ευρώ από 5.267,4 εκατ. ευρώ). Μεγάλη αύξηση εισαγωγών καταγράφεται στην υποκατηγορία «λάδια και λίπη ζωικής ή φυτικής προέλευσης» κατά 19,3% (σε 285,4 εκατ. ευρώ από 239,3 εκατ. ευρώ). Τέλος, οι αφίξεις προϊόντων της υποκατηγορίας «ποτά και καπνός» ενισχύθηκαν ελαφρά συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό διάστημα (623,4 εκατ. ευρώ από 611,4 εκατ. ευρώ). 

Ανοδικά κινήθηκαν οι εισαγωγές της κατηγορίας «πρώτες ύλες» κατά 13,9%, στα 1.206,2 εκατ. ευρώ από 1.059,4 εκατ. ευρώ, ενώ το μερίδιό τους στο σύνολο των ελληνικών εισαγωγών ανέρχεται στο 2,5%. Τέλος, οι εισαγωγές της πολύ χαμηλής σε αξία κατηγορίας «είδη και συναλλαγές μη ταξινομημένα κατά κατηγορίες» ανήλθαν στα 252,8 εκατ. ευρώ από μόλις 45,1 εκατ. ευρώ.