Στους νέους διδάκτορες, που αποφοίτησαν από τα ελληνικά ΑΕΙ το 2015, εστιάζει η νέα μελέτη του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ), παρουσιάζοντας μια σειρά από ενδιαφέροντα στοιχεία για το ανθρώπινο ερευνητικό δυναμικό της χώρας.
Στους νέους διδάκτορες, που αποφοίτησαν από τα ελληνικά ΑΕΙ το 2015, εστιάζει η νέα μελέτη του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ), παρουσιάζοντας μια σειρά από ενδιαφέροντα στοιχεία για το ανθρώπινο ερευνητικό δυναμικό της χώρας. Σημειώνεται πως στη δεκαετία 2005-2015 αναγορεύθηκαν, περίπου, 20.000 διδάκτορες.
Συγκεκριμένα, στη μελέτη με τίτλο «Στατιστικά στοιχεία για τους διδάκτορες που αποφοίτησαν από τα ελληνικά ΑΕΙ το 2015» παρουσιάζονται στατιστικά δεδομένα (κατανομή διδακτόρων ανά ίδρυμα και σχολή, επιστημονικά πεδία διατριβών, διεθνής κινητικότητα, προηγούμενοι τίτλοι σπουδών, κ.ά.) που αφορούν όσους αναγορεύθηκαν διδάκτορες κατά το έτος 2015, έχοντας εκπονήσει τη διατριβή τους σε ελληνικά Πανεπιστήμια.
Σύμφωνα με τη διευθύντρια του ΕΚΤ, Δρ Εύη Σαχίνη: «Οι κάτοχοι διδακτορικού τίτλου σπουδών αποτελούν την αιχμή στο ανθρώπινο ερευνητικό δυναμικό, με πολύ υψηλό επίπεδο τυπικών και ουσιαστικών προσόντων, δεξιοτήτων και εξειδικευμένων γνώσεων. Ιδιαίτερη σπουδαιότητα έχουν οι νέοι διδάκτορες οι οποίοι αποφοιτούν κάθε χρόνο από τα ελληνικά Πανεπιστήμια, και οι οποίοι αποτελούν πολύτιμο κεφάλαιο για τη μετάβαση σε μία οικονομία έντασης γνώσης».
Όπως αναφέρει η μελέτη, το 2015 αναγορεύθηκαν 1.810 νέοι διδάκτορες από ελληνικά ΑΕΙ, με την πλειοψηφία να αποκτά τον προηγούμενο ακαδημαϊκό τίτλο σπουδών τους (πτυχίο ή μεταπτυχιακό) στην Ελλάδα (86%), ενώ αρκετοί (14%) επέστρεψαν μετά από σπουδές στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιταλία και τις ΗΠΑ.
Ο αριθμός των αναγορεύσεων νέων διδακτόρων από τα ελληνικά ΑΕΙ κατά την περίοδο 2005-2015 κυμαίνεται περί τα 2.000 άτομα κατ' έτος. Το 2015, το ΕΚΠΑ και το ΑΠΘ αποτελούν τα πανεπιστήμια στα οποία εκπονήθηκαν οι περισσότερες διδακτορικές διατριβές (28% και 18%, αντίστοιχα). Ακολουθούν το ΕΜΠ και τα Πανεπιστήμια Πατρών, Κρήτης και Θεσσαλίας.
Όσον αφορά το φύλο των νέων διδακτόρων, το 2015 καταγράφεται σχεδόν απόλυτη ισοκατανομή ως προς τον αριθμό των ανδρών (50,7%) και γυναικών (49,3%). Όσον αφορά την ηλικία, οι περισσότεροι από τους νέους διδάκτορες, είναι έως 35 ετών (46,6%), ενώ έπεται η ηλικιακή ομάδα 35-44 έτη (38,1%).
Σύμφωνα με την ποσοστιαία κατανομή του κύριου επιστημονικού πεδίου της διδακτορικής διατριβής, οι περισσότερες εξ αυτών αφορούν την Ιατρική και τις Επιστήμες Υγείας (31,6%), ενώ ακολουθούν οι Φυσικές Επιστήμες (24,3%) και οι Κοινωνικές Επιστήμες (23%). Χαμηλότερα ποσοστά καταλαμβάνουν οι Επιστήμες Μηχανικού και Τεχνολογίας, οι Ανθρωπιστικές Επιστήμες και οι Γεωργικές Επιστήμες.
Διερευνώντας το εκπαιδευτικό επίπεδο των γονέων των διδακτόρων, σε ποσοστό 37,6% τουλάχιστον ο ένας από τους δύο γονείς ήταν κάτοχος πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (36,7%). Ακολουθούν οι απόφοιτοι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (32,5%). Οι γονείς κάτοχοι διδακτορικού τίτλου βρίσκονται στην τέταρτη θέση, με ποσοστό 8,5%.
Βασική πηγή χρηματοδότησης των διδακτορικών σπουδών για το 36,8% των νέων διδακτόρων του 2015 ήταν οι προσωπικές αποταμιεύσεις και η υποστήριξη από την οικογένεια, ενώ για το 28,6% ήταν η λήψη υποτροφίας από ελληνικό ίδρυμα.
Οι περισσότεροι από τους διδάκτορες χρειάστηκαν 6 έτη για την ολοκλήρωση της διατριβής τους (26,5%). Παραπλήσια είναι τα ποσοστά εκείνων των διδακτόρων, οι οποίοι χρειάστηκαν 4, 5 και 7 έτη για την ολοκλήρωση της διατριβής τους (14,9%, 16,6% και 15,4%, αντίστοιχα).
Για τους διδάκτορες οι οποίοι διέμειναν στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια των διδακτορικών τους σπουδών, κυρίως για τη διενέργεια έρευνας στο πλαίσιο της διατριβής τους, οι δημοφιλέστερες χώρες ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο (22,6%), η Γερμανία (16,7%) και οι ΗΠΑ (12,1%).