Ο Ρουμάνος θεατρικός σκηνοθέτης και κινηματογραφιστής Λουτσιάν Πιντιλίε, ο οποίος είχε καταφύγει στη Γαλλία μετά την απαγόρευσή του από το κομμουνιστικό καθεστώς, πέθανε χθες σε ηλικία 84 ετών, όπως ανακοίνωσε η διεύθυνση του νοσοκομείο «Ελίας» του Βουκουρεστίου, όπου νοσηλευόταν.
Ο Ρουμάνος θεατρικός σκηνοθέτης και κινηματογραφιστής Λουτσιάν Πιντιλίε, ο οποίος είχε καταφύγει στη Γαλλία μετά την απαγόρευσή του από το κομμουνιστικό καθεστώς, πέθανε χθες σε ηλικία 84 ετών, όπως ανακοίνωσε η διεύθυνση του νοσοκομείο «Ελίας» του Βουκουρεστίου, όπου νοσηλευόταν.
Στρατευμένος σκηνοθέτης, ο Λουτσιάν Πιντιλίε ήταν η ενσάρκωση του ρουμανικού σινεμά για τριάντα χρόνια πριν από την εμφάνιση μιας «νουβέλ βαγκ» νέων κινηματογραφιστών, τους οποίους ενέπνευσε, στη διεθνή σκηνή. Το 1998 είχε λάβει το ειδικό βραβείο της επιτροπής στη Μόστρα της Βενετίας για το «Terminus paradis» ενώ τα «Ένα αξέχαστο καλοκαίρι» (1994) και «Πολύ αργά» (1996) είχαν παρουσιαστεί στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ των Καννών.
Η δεύτερη ταινία του, «Η Αναπαράσταση» (1968), που ανακηρύχθηκε πρόσφατα η καλύτερη ρουμανική ταινία όλων των εποχών από την εθνική εταιρεία κριτικών κινηματογράφου, του είχε κοστίσει μια πρώτη απαγόρευση από το καθεστώς του Νικολάε Τσουσέσκου. Αυτή η κοινωνική σάτιρα για την αναπαράσταση, για εκπαιδευτικούς σκοπούς, ενός τσακωμού μεταξύ δύο νέων, αποσύρθηκε μερικές εβδομάδες μετά την έξοδό της στις κινηματογραφικές αίθουσες. «Ήταν η απήχησή της που προκάλεσε τη λογοκρισία. Αυτό συνέβαινε όταν ένα έργο γινόταν επικίνδυνο», εξηγούσε ο κινηματογραφιστής σε μια συνέντευξη, το 2010.
Το 1972, σκηνοθέτησε στο θέατρο «Bulandra» του Βουκουρεστίου τον «Επιθεωρητή» του Νικολάι Γκόγκολ, όμως έπειτα από τρεις παραστάσεις το Συμβούλιο Πολιτισμού και σοσιαλιστικής Εκπαίδευσης αποφάσισε να το απαγορεύσει. «Ήμουν 35 χρονών όταν με απαγόρευσαν από την κομμουνιστική Ρουμανία – αυτό κράτησε 17 χρόνια. Πέρασα τη ζωή μου ανάμεσα σε λογοκρισίες και απαγορεύσεις κάθε είδους», είχε αναφέρει σε μια άλλη συνέντευξή του.
Το 1973 έφυγε από τη Ρουμανία και εγκαταστάθηκε στη Γαλλία όπου ανέβασε έργα των Τσέχοφ, Ιονέσκο, Γκόρκι, Ίψεν, Πιραντέλο και Στρίντμπεργκ. Έπρεπε να περιμένει την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος, στα τέλη του 1989, προκειμένου να επιστρέψει στη χώρα του.
«Η βελανιδιά», που γυρίστηκε το 1992 για τα τελευταία χρόνια του καθεστώτος, προβλήθηκε εκτός συναγωνισμού στις Κάννες. Χωρίς ψευδαισθήσεις για τη μετακομμουνιστική Ρουμανία, γύρισε ταινίες όπως οι: «Πολύ αργά» (1996), «Το απόγευμα ενός βασανιστή» (2001), «Νίκι και Φλο» (2003). Ταινίες όπου το χιούμορ αναμιγνύεται με το τραγικό.