Απόψεις
Σάββατο, 12 Μαΐου 2018 07:00

Αγνοώντας τα σημάδια

Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ περνούσε από συνέντευξη τους υποψηφίους για την προεδρία της Fed, το ενδιαφέρον του φέρεται να επικεντρωνόταν σε μία και μοναδική ερώτηση: «Δεν πρόκειται να χαλάσεις την πανέμορφη αγορά μετοχών μου, έτσι;», αφήνοντας να εννοηθεί ότι δεν επιθυμούσε επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων, ταράζοντας το κλίμα ευφορίας στη Wall Street, γράφει η Αγγελική Κοτσοβού.

Από την έντυπη έκδοση 

Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]

Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ περνούσε από συνέντευξη τους υποψηφίους για την προεδρία της Fed, το ενδιαφέρον του φέρεται να επικεντρωνόταν σε μία και μοναδική ερώτηση: «Δεν πρόκειται να χαλάσεις την πανέμορφη αγορά μετοχών μου, έτσι;», αφήνοντας να εννοηθεί ότι δεν επιθυμούσε επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων, ταράζοντας το κλίμα ευφορίας στη Wall Street.

Δεν ξέρουμε εάν ο νέος πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, θα εισακούσει τον Αμερικανό πρόεδρο ή θα εστιάσει στις βασικές εντολές της κεντρικής τράπεζας, που είναι ο πληθωρισμός και η σταθερότητα της αμερικανικής οικονομίας. Αυτό που ξέρουμε είναι ότι η Wall Street δεν ταράχθηκε από την απόφαση της Ουάσιγκτον να αποσυρθεί από τη διεθνή συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, ούτε από την κλιμάκωση της έντασης μεταξύ Ιράν και Ισραήλ.

Μετά βίας αντέδρασε και στη σινο-αμερικανική εμπορική διαμάχη, αδιαφορεί μπροστά στο ράλι του πετρελαίου και αγνοεί επιδεικτικά την ανησυχητική αύξηση των επιτοκίων στις αγορές ομολόγων, με την απόδοση του αμερικανικού 10ετούς πάνω από το φράγμα του 3%.

Τι είναι όμως εκείνο που ενδιαφέρει πραγματικά τους επενδυτές; Μια πρώτη απάντηση είναι να συνεχιστεί το πάρτι. Η δεύτερη είναι εξίσου οφθαλμοφανής: «Είναι η οικονομία, ανόητε!», για να επικαλεστούμε τη γνωστή ρήση του Μπιλ Κλίντον.

Μπορεί ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος να δυναμιτίζει τις γεωπολιτικές εντάσεις και να ταράζει την καθεστηκυία τάξη στο παγκόσμιο εμπόριο, στο εσωτερικό όμως χαρίζει στην αμερικανική οικονομία απλόχερα δώρα. Η πρόσφατη μεταρρύθμιση του φορολογικού κώδικα άνοιξε την πόρτα για μείωση του συντελεστή φορολόγησης επιχειρήσεων στο 20% από 35%, «χαρίζοντας» στις εταιρείες της Αμερικής πάνω από ένα τρισ. δολάρια. Την ίδια στιγμή, αυξάνει τις κρατικές δαπάνες διοχετεύοντας ζεστό χρήμα 1,3 τρισ. δολαρίων.

Τι κι αν τα μειωμένα φορολογικά έσοδα και η αύξηση των δαπανών προβλέπεται να εκτοξεύσουν το έλλειμμα πάνω από τα 800 δισ. δολάρια και το δημόσιο χρέος στα 16 τρισ. δολάρια. Για όσον καιρό η ατμομηχανή της αμερικανικής οικονομίας αυξάνει ταχύτητα, οι επενδυτές έχουν μια καλή δικαιολογία για να αναμένουν μεγαλύτερα κέρδη στη Wall Street. Και φαίνεται να μην είναι ακόμη ψυχολογικά έτοιμοι να αποδεχθούν ως σημάδι αφύπνισης το μίνι κραχ του Φεβρουαρίου, ούτε τις προειδοποιήσεις περί διόρθωσης και υπερβολικά υψηλών αποτιμήσεων, παρότι γνωρίζουν ότι το ράλι, που ήδη μετράει εννέα χρόνια ζωής, δεν μπορεί να διαρκέσει για πάντα.