Απόψεις
Παρασκευή, 04 Μαΐου 2018 11:16

Εξωστρέφεια μμε: Ανάπτυξη με ρεαλισμό

Βασικός μοχλός της ανάπτυξης κάθε μορφής επιχειρηματικότητας παραμένει η καινοτομία, καθώς οι καινοτόμες επιχειρήσεις αναπτύσσονται δύο φορές πιο γρήγορα από τις επιχειρήσεις που αποτυγχάνουν να καινοτομήσουν (Έκθεση Ευρωπαϊκής Επιτροπής-Ε.Ε. για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις-ΜΜΕ 2016/2017).

Από την έντυπη έκδοση

Των Κωνσταντίνου Ζοπουνίδη* και Χρήστου Λεμονάκη**

Βασικός μοχλός της ανάπτυξης κάθε μορφής επιχειρηματικότητας παραμένει η καινοτομία, καθώς οι καινοτόμες επιχειρήσεις αναπτύσσονται δύο φορές πιο γρήγορα από τις επιχειρήσεις που αποτυγχάνουν να καινοτομήσουν (Έκθεση Ευρωπαϊκής Επιτροπής-Ε.Ε. για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις-ΜΜΕ 2016/2017). Επιπλέον, οι επιχειρήσεις που αναπτύσσονται ταχύτερα έχουν περισσότερες πιθανότητες να συνεχίσουν να καινοτομούν. Κατά συνέπεια, οι πολιτικές που υποστηρίζουν την καινοτομία είναι ζωτικής σημασίας για κάθε χώρα, πολύ περισσότερο για την Ελλάδα. Οι εταιρείες που αναπτύσσονται είναι εκείνες που εντοπίζουν κενά σε αγορές εντός και εκτός των τοπικών αγορών που δραστηριοποιούνται και εστιάζονται σε προϊόντα και υπηρεσίες που εξελίσσουν κατάλληλα, προωθώντας την κατάρτιση των εργαζομένων τους. 

Η ενθάρρυνση των εξαγωγών αποτελεί βασικό στόχο στήριξης της βιωσιμότητας των Ελληνικών Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων - μμε. Βασικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι εταιρείες που επιθυμούν να δημιουργήσουν νέα προϊόντα και να προσφέρουν νέες βελτιωμένες υπηρεσίες στο κοινό είναι μεταξύ των άλλων η έλλειψη ισχυρών συνεργασιών, η μη πρόσληψη εξειδικευμένων υπαλλήλων, με έμφαση στην κατάρτιση σε Τεχνολογίες Πληροφοριών και Επικοινωνών (ΤΠΕ), σύμφωνα με την Έκθεση της Ε.Ε. για τις μμε (2016/2017). Ο δρόμος για εξωστρέφεια, το να εξαγάγουν δηλαδή οι μμε τα προϊόντα τους στο εξωτερικό, αποτελεί βασική διέξοδο μεγέθυνσής τους και αντιστάθμισης της απώλειας πωλήσεων από την ελληνική αγορά.

Οι μμε σήμερα αντιμετωπίζουν δυσκολία πρόσβασης σε φτηνό και επαρκές για τις ανάγκες τους δανειακό χρήμα, ενώ αδυνατούν να προμηθεύουν «μεγάλους πελάτες», υπό καθεστώς σημαντικού ανταγωνισμού σε επίπεδο τιμών, σε συνδυασμό με παροχή πιστώσεων σημαντικού ύψους, όπως αυτές που ισχύουν σε διάφορες προμήθειες του δημόσιου τομέα. Η κατάσταση αυτή δυσκολεύει πολύ περισσότερο την καθημερινή λειτουργία των μμε, καταδεικνύοντας την ανάγκη φυγής τους προς τα εμπρός, κάνοντας το άλμα για ανάπτυξη και πώληση προϊόντων σε ξένες αγορές.

Πράγματι, η πρόσβαση στις αγορές παραμένει μια σημαντική πρόκληση για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των μμε. Πολλές καινοτόμες νέες εταιρείες αντιμετωπίζουν ένα τέτοιο βήμα με σκεπτικισμό, καθώς η όποια μεγέθυνσή τους σε όρους Ενεργητικού (ή Πωλήσεων) δύναται να τις ωθήσει σε πιθανή τιμωρία, με περισσότερο επαχθείς κανόνες λειτουργίας στο μέλλον για τις ίδιες, λόγω της δυσκολίας πρόσβασής τους σε κεφάλαια για τη μόχλευση της δραστηριότητάς τους.

Χαρακτηριστικά

Οι ταχέως αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη δημιουργία πλούτου μέσω της εξωστρέφειάς τους και της επακόλουθης δημιουργίας θέσεων απασχόλησης. Ωστόσο, πολλές από τις μμε της Ε.Ε.-28 διοικούνται από αυτοαπασχολούμενους, δηλαδή από άτομα που δραστηριοποιούνται σε μια επιχείρηση, αλλά όχι με αμειβόμενη απασχόληση.

Αυτές οι επιχειρήσεις ενδέχεται να έχουν διαφορετική υπόσταση, ωστόσο όλες έχουν ως κοινό στοιχείο ότι τουλάχιστον ένας αυτοαπασχολούμενος συμμετέχει στην επιχείρηση. Το ποσοστό της αυτοαπασχόλησης στη συνολική απασχόληση ποικίλλει σημαντικά μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. Το 2016 κυμαινόταν από 7,7% στη Δανία έως 29,5% στην Ελλάδα. Το στοιχείο αυτό μπορεί να ερμηνεύσει και το γεγονός ότι οι μμε στην Ελλάδα επλήγησαν σκληρά από την κρίση. Το 2017 η προστιθέμενη αξία και η απασχόληση ήταν ακόμα 34,0% και 18,4% χαμηλότερα από τις αντίστοιχες τιμές του 2008. 

Ωστόσο, η ελληνική οικονομία σημείωσε πρόσφατα σημαντική πρόοδο στην ανάκαμψη από την ύφεση και οι μμε δείχνουν κάποια σημάδια ανάκαμψης. Σύμφωνα με εκθέσεις της Ε.Ε., οι νέες τεχνολογίες πληροφοριών οδήγησαν σε νέους τρόπους παραγωγής και ευκαιρίες ενίσχυσης της ανάπτυξης των μμε. Προβλήματα, βέβαια, εντοπίζονται στην έλλειψη ρευστότητας στην αγορά και σε ζητήματα αναδιάρθρωσης οφειλών υπερχρεωμένων επιχειρήσεων, που εμποδίζονται μεταξύ των άλλων και από ανεπαρκείς ρυθμίσεις στο πτωχευτικό και προ-πτωχευτικό δίκαιο. Ωστόσο ο Νόμος 4469/2017, που αφορά τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, προβλέπει μία διαδικασία ρύθμισης όλων των οφειλών μιας επιχείρησης προς το σύνολο των πιστωτών, π.χ.: τράπεζες, εφορίες, ασφαλιστικά ταμεία και λοιπούς ιδιώτες, η οποία θα βρίσκεται σε ισχύ έως το τέλος του 2018.

Η εφαρμογή του νόμου αυτού προβλέπεται να μειώσει το σημαντικό απόθεμα δανείων σε καθυστέρηση (Non-Performing Loans, NPLs) και να ενισχύσει την πραγματική οικονομία, λόγω της καλύτερης διαχείρισης των καθυστερήσεων από μέρους των πιστωτικών ιδρυμάτων και της ενίσχυσης των πιστωτικών γραμμών στις μμε. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν, άλλωστε, και στοιχεία του Συνδέσμων Ελλήνων Βιομηχάνων (Εβδομαδιαίο Δελτίο 15/02/2018), αναγνωρίζονται ως τρία τα σημαντικότερα προβλήματα που προήλθαν από την εφαρμογή των μνημονίων στη χώρα μας: 1. η υπερ-φορολόγηση της οικονομίας, 2. η ακριβή σε όρους επιτοκιακού κόστους τραπεζική χρηματοδότηση, και 3. η υψηλή διαρθρωτική ανεργία. Το δε πρόβλημα της υπερ-φορολόγησης των συνεπών φορολογούμενων και των οργανωμένων επιχειρήσεων ανακόπτει την πρόοδο προς την αποκατάσταση της συνολικής ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, ενώ επιδρά επιβαρυντικά στην περαιτέρω μεγέθυνση της εξαγωγικής δραστηριότητας των μμε, καθώς δεν επιτρέπει στις επιχειρήσεις να αξιοποιήσουν επαρκώς τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται στις διεθνείς αγορές. Η ταχεία εξομάλυνση των τριών παραπάνω παραγόντων δύναται να περιορίσει την ανάσχεση σε επίπεδο μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, που σημειώθηκε κατά την περίοδο των μνημονίων.

Έλλειμμα εξωστρέφειας 

Στην τρέχουσα επιχειρηματική πραγματικότητα είναι εμφανές το κενό εξωστρέφειας των ελληνικών μμε, κυρίως κατά τα έτη της οικονομικής κρίσης, σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Οι ελληνικές μμε εμφανίζουν ποσοστό που ανέρχεται στο 11% των πωλήσεων (εξαγωγές), έναντι ποσοστού 18% (κατά μ.ό.) των επιχειρήσεων της Ε.Ε., (Μελέτη Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος-ΕΤΕ, Survey of Greek SMEs: Extroversion, April 2018).

Αυτή η αρνητική απόκλιση είναι ιδιαίτερα έντονη στους τομείς των ΤΠΕ και των μηχανημάτων (κατά 28 μονάδες και 10 μονάδες, αντίστοιχα), ενώ τα τρόφιμα και τα ορυκτά ξεχωρίζουν θετικά όσον αφορά την εξωστρέφεια έναντι του ευρωπαϊκού μ.ό., κατά 12 μονάδες και 3 μονάδες αντίστοιχα.

Κατά γενική ομολογία οι μμε στην Ελλάδα χαρακτηρίζονται από μια τάση εσωστρέφειας, καθώς ο προσανατολισμός τους στην εσωτερική αγορά και η στενή τους σχέση με τις τοπικές κοινωνίες καθιστά τη βιωσιμότητά τους εξαρτώμενη του εισοδήματος των εγχώριων καταναλωτών. Οι πολιτικές λιτότητας σε συνδυασμό με τη μείωση του διαθέσιμου προς κατανάλωση εισοδήματος περιόρισε τα αποτελέσματα των μμε. Επιπλέον, η ένταση του ανταγωνισμού, με την απελευθέρωση των αγορών και την είσοδο νέων μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών στην αγορά (πολυκαταστημάτων), όξυνε τις πιέσεις προς τις μμε. Επιπλέον, λόγω του μεγέθους τους, χαρακτηρίζονται από τεχνολογική υστέρηση, ενώ δεν διαθέτουν και τους αναγκαίους πόρους για να υιοθετήσουν τεχνολογικές καινοτομίες στην παραγωγή, στοιχείο που θα τους επέτρεπε την παραγωγή διαφοροποιημένων προϊόντων και περισσότερο ανταγωνιστικών σε αγορές με εξειδίκευση στη ζήτηση.

Ωστόσο, παρά το αρνητικό κλίμα, η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα το 2017 σημείωσε βελτίωση, κυρίως στο δεύτερο εξάμηνο του 2017, με τη μεταποίηση να αποτελεί τον τομέα που ξεχώρισε σε θετικά αποτελέσματα, κυρίως λόγω της ενίσχυσης του εξαγωγικού προσανατολισμού μερίδας μμε, που αντιπροσωπεύουν το 31% του τομέα (έναντι ποσοστού 26% το 2012).

Η έρευνα της ΕΤΕ με δείγμα 600 μμε κατέδειξε ότι μία στις τρεις ελληνικές μμε με πιθανή εξαγωγική δραστηριότητα (κυρίως μεταποιητική βιομηχανία και χονδρικό εμπόριο) είναι ήδη εξαγωγική. Είναι δε αξιοσημείωτο ότι πάνω από μισές μμε με εξαγωγικό προσανατολισμό κατάφεραν να αυξήσουν τις εξαγωγές τους κατά τη διάρκεια της κρίσης, στοιχείο που χαρακτηρίζει την επιτυχή προσαρμογή τους σε περιβάλλον ανταγωνισμού, παρά τις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, την υπο-χρηματοδότησή τους και τη χαμηλή ρευστότητα της αγοράς. Το γεγονός αυτό αποτελεί στοιχείο ελπίδας για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, που πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπ’ όψιν από μέρους της ελληνικής πολιτείας, ώστε να ενισχυθούν με επάρκεια στο σύνολό τους οι επιχειρήσεις που προωθούν επιτυχώς τα ελληνικά προϊόντα παγκοσμίως, με χρήση των υφιστάμενων νέων χρηματοδοτικών εργαλείων, π.χ.: με μικρο-δάνεια (δηλ. δάνεια μέχρι 25 χιλ. ευρώ χωρίς την παροχή εξασφαλίσεων), με δάνεια επιμερισμού ρίσκου (δηλ. επενδυτικά δάνεια, είτε δάνεια κεφαλαίου κίνησης, βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα δάνεια) είτε με παροχή εγγυήσεων σε όλες τις μορφές δανείων, με προϊόντα χρονομίσθωσης, με τραπεζικές εγγυητικές επιστολές, ενέγγυες πιστώσεις κ.ά.

Η σύγκλιση με την υπόλοιπη Ευρώπη προϋποθέτει την ενίσχυση της δυναμικής των εξαγωγών, με τη στρατηγική προτεραιότητα να εντοπίζεται στη βελτίωση της εξωστρέφειας των μμε, με έμφαση: στην ανάπτυξη στρατηγικών προώθησης προϊόντων, στην ολοένα και αυξανόμενη συμμετοχή των μμε στο ηλεκτρονικό εμπόριο και στην επιλογή αγορών-στόχων, όπως αυτές των Βαλκανίων, της Ανατολικής Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής. [SID:11872379]

* Ο Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης είναι καθηγητής στο Πολυτεχνείο Κρήτης, ακαδημαϊκός στη Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών της Ισπανίας, ακαδημαϊκός στη Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων και Distinguished Research professor στο Audencia Business School της Γαλλίας.
** Ο Χρήστος Λεμονάκης είναι επίκουρος καθηγητής των ΤΕΙ Κρήτης, Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων, Άγιος Νικόλαος.