Μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις αβίαστης, «σιωπηλής» συναίνεσης των πολιτικών κομμάτων, από το 1974, αφορούσε τα ζητήματα της εθνικής άμυνας, γράφει ο Δημήτρης Η. Χατζηδημητρίου.
Από την έντυπη έκδοση
Του Δημήτρη Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]
Μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις αβίαστης, «σιωπηλής» συναίνεσης των πολιτικών κομμάτων, από το 1974, αφορούσε τα ζητήματα της εθνικής άμυνας. Η τραυματική εμπειρία της Κύπρου -εκτός από την προδοτική συμπεριφορά της ελληνικής χούντας αποκαλύφθηκε, με το φιάσκο της επιστράτευσης, ότι οι επαγγελματίες εθνικόφρονες επέδειξαν πλήρη ακηδία για τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας- οδήγησε το πολιτικό προσωπικό, που ανέλαβε να διαχειρισθεί μια καταστροφή, στην απόφαση να αφήσει εκτός του πολιτικού-κομματικού ανταγωνισμού τα ζητήματα της εθνικής άμυνας και ό,τι συναρτάται με αυτήν. Ο προϋπολογισμός του υπουργείου Εθνικής Αμύνης ψηφιζόταν χωρίς αντίλογο απ’ όλα τα κόμματα, τα οποία αποδέχονταν και τον επιβαλλόμενο κανόνα μυστικότητας, αναγνωρίζοντας την εμπιστευτική φύση αυτών των ζητημάτων.
Για πολλά χρόνια, η εκάστοτε κυβέρνηση, με τη συνδρομή και της αντιπολίτευσης, έδινε σκληρές διπλωματικές μάχες για να διατηρείται η αναλογία 7 προς 10 στη στρατιωτική βοήθεια που χορηγούσαν οι ΗΠΑ σε Ελλάδα και Τουρκία και προκειμένου να μην ανατραπεί η αμυντική ισορροπία μεταξύ των δύο χωρών, συμμάχων κατά τ’ άλλα στο ΝΑΤΟ, η Ελλάδα έφθασε στο σημείο να δαπανά, κατά περιόδους, ακόμη και το σχεδόν 6% του ΑΕΠ της για την αμυντική θωράκισή της.
Ενώ, ακόμη και σήμερα, και παρά τη δεινή κρίση, είναι μία από τις μόλις πέντε χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, μεταξύ των 28, που δαπανά πάνω από το 2% του ΑΕΠ της για την άμυνα. Η κρίση στα Ίμια, τον Ιανουάριο του 1996, λειτούργησε ως «κόκκινος συναγερμός», διέλυσε και τις τελευταίες αυταπάτες για τις επιδιώξεις της Άγκυρας, πρυτάνευσε στην απόφαση για την αποκληθείσα «αγορά του αιώνα» και οδήγησε στη συνειδητοποίηση ότι ήταν ψευτοδίλημμα το «βούτυρο ή κανόνια», το οποίο παπαγάλιζε μια εκδοχή της εγχώριας Αριστεράς.
Η ισχυρή αποτρεπτική ικανότητα μιας χώρας που έχει την ατυχία να βρίσκεται σε ρευστή γεωπολιτικά περιοχή είναι αναγκαίος όρος και μοναδική εγγύηση εθνικής ανεξαρτησίας, ενώ διασφαλίζει κι ένα περιβάλλον σταθερότητας, για την απρόσκοπτη ανάπτυξη οικονομικής-επενδυτικής δραστηριότητας. Η εμπειρία του αθέμιτου πλουτισμού επίορκων πολιτικών και δημόσιων λειτουργών επέβαλε την υιοθέτηση στοιχειωδών κανόνων διαφάνειας στις αμυντικές προμήθειες και τη συζήτηση-εξέτασή τους από την αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, όπως την καθιέρωσε η κυβέρνηση του Γ. Α. Παπανδρέου, το 2010-11.
Το τελευταίο διάστημα, με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης, όλα αυτά που συγκροτούσαν θετική κληρονομιά της μεταπολίτευσης καταλύθηκαν. Συμφωνίες πώλησης αμυντικού υλικού κοινολογούνται ως μη έδει, αγορές εξοπλισμού ανακοινώνονται από τηλεοράσεως, ενώ εκδηλώνονται ενέργειες ήκιστα θετικές για την αποτρεπτική ικανότητα της χώρας.
Η υπόθεση με τις γαλλικές φρεγάτες εκθέτει την Ελλάδα, πλήττει διεθνώς την εικόνα της, ως συντεταγμένης πολιτείας, και διασπά το ελάχιστο συναίνεσης που είναι αναγκαίο. Η ζημιά είναι μεγάλη και πολλαπλή.