Δεύτερες σκέψεις για τη συμμετοχή του σε διαγωνισμό καυτερής πιπεριάς θα κάνει ένας 34χρονος από την πολιτεία της Νέας Υόρκης, ο οποίος κατέληξε στα επείγοντα νοσοκομείου λόγω αφόρητων πονοκεφάλων που πιθανώς συνδέονται με την κατανάλωση τσίλι.
Δεύτερες σκέψεις για τη συμμετοχή του σε διαγωνισμό καυτερής πιπεριάς θα κάνει ένας 34χρονος από την πολιτεία της Νέας Υόρκης, ο οποίος κατέληξε στα επείγοντα νοσοκομείου λόγω αφόρητων πονοκεφάλων που πιθανώς συνδέονται με την κατανάλωση τσίλι.
Σύμφωνα με το δίκτυο CBS και τους New York Times, ο 34χρονος δοκίμασε να καταναλώσει μία ολόκληρη πιπεριά Carolina Reaper -την πιο καυτερή πιπεριά τσίλι στον κόσμο, κατά το βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες-, με τους αφόρητους απανωτούς πονοκεφάλους που ακολούθησαν επί αρκετές ημέρες, να τον στέλνουν σε ιατρικό κέντρο του Κούπερσταουν.
Κατά το ιατρικό περιοδικό BMJ Case Reports, η τομογραφία στην οποία υπεβλήθη ο 34χρονος έδειξε ότι αρκετές αρτηρίες του εγκεφάλου του είχαν περισταλεί.
Οι γιατροί διέγνωσαν ότι έπασχε από σύνδρομο αναστρέψιμης εγκεφαλικής αγγειοσυστολής, το οποίο χαρακτηρίζεται από πρόσκαιρη στένωση των αρτηριών που συχνά συνοδεύεται από δυνατούς πονοκεφάλους.
Σύμφωνα με το ιατρικό περιοδικό, το σύνδρομο μερικές φορές προκαλείται μετά τη λήψη φαρμάκων ή ναρκωτικών, ωστόσο είναι η πρώτη φορά που προκαλείται μετά από κατανάλωση τσίλι.
Πάντως, στο παρελθόν το πιπέρι καγιέν (που προέρχεται από την πιπεριά καγιέν, ένα είδος πιπεριάς τσίλι) έχει συνδεθεί με την ξαφνική στένωση της στεφανιαίας αρτηρίας και την πρόκληση εμφράγματος.
Τα συμπτώματα του άνδρα υποχώρησαν μόνα τους και μια νέα τομογραφία μετά από πέντε εβδομάδες έδειξε ότι οι αρτηρίες του είχαν επανέλθει στην κανονική διάμετρό τους.
Η πιπεριά τσίλι οφείλει την καυτερή γεύση της στις ουσίες καψαϊκίνες και σε ορισμένα σχετικά χημικά, τα καψαϊκινοειδή.
Ήταν μέρος της ανθρώπινης διατροφής στην Αμερική τουλάχιστον από το 7500 π.Χ., ενώ σταδιακά εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο, τόσο ως τρόφιμο, όσο και ως φάρμακο.
Ο Χριστόφορος Κολόμβος ήταν ένας από τους πρώτους Ευρωπαίους ο οποίος τη «συνάντησε» (στην Καραϊβική) τον 15ο αιώνα, χαρίζοντάς της το όνομα «πιπεριά», καθώς είχε μια πικάντικη γεύση, όπως αυτή του ήδη γνωστού λευκού και μαύρου πιπεριού.
Μετά την εισαγωγή τους στην Ευρώπη οι πιπεριές τσίλι αναπτύχθηκαν σε κήπους Ισπανικών και Πορτογαλικών μοναστηριών, με τους Χριστιανούς μοναχούς να ανακαλύπτουν πως η πικάντικη γεύση τους προσέφερε ένα υποκατάστατο για το μαύρο πιπέρι, το οποίο εκείνη την εποχή ήταν τόσο δαπανηρό που σε ορισμένες χώρες είχε χρησιμοποιηθεί ως νόμιμο νόμισμα.
Σήμερα ο μεγαλύτερος παραγωγός και εξαγωγέας πιπεριών τσίλι είναι η Ινδία.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από ΑΜΠΕ, BMJ Case Reports, Wikipedia