Απόψεις
Τρίτη, 27 Μαρτίου 2018 07:00

Ο «μεταρρυθμιστής» Ερντογάν

Πριν φιμώσουν όλους τους πιθανούς αντιπάλους, πριν αρχίσουν τους πύρινους λόγους προς τόνωση του εθνικού φρονήματος και πριν φτάσουν στις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις-σκάνδαλο, με τις οποίες συγκεντρώνουν κάθε δυνατή εξουσία στα χέρια τους, οι «ηγέτες της πυγμής» φροντίζουν κάτι άλλο: να κερδίσουν τη στήριξη των πολιτών, αναμορφώνοντας την οικονομία τους. Ακόμη και αν δημιουργούν τάξεις ολιγαρχών, που τους πλαισιώνουν, δεν ξεχνούν να προωθήσουν μία ευρύτερη αναδιανομή του εισοδήματος, γραφει η Νατάσα Στασινού.

Από την έντυπη έκδοση

Της Νατάσας Στασινού
[email protected] 

Πριν φιμώσουν όλους τους πιθανούς αντιπάλους, πριν αρχίσουν τους πύρινους λόγους προς τόνωση του εθνικού φρονήματος και πριν φτάσουν στις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις-σκάνδαλο, με τις οποίες συγκεντρώνουν κάθε δυνατή εξουσία στα χέρια τους, οι «ηγέτες της πυγμής» φροντίζουν κάτι άλλο: να κερδίσουν τη στήριξη των πολιτών, αναμορφώνοντας την οικονομία τους. Ακόμη και αν δημιουργούν τάξεις ολιγαρχών, που τους πλαισιώνουν, δεν ξεχνούν να προωθήσουν μία ευρύτερη αναδιανομή του εισοδήματος.

Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ και ο Ρώσος ομόλογός του Βλαντιμίρ Πούτιν (τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης) είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Αλλά και ο Ταγίπ Ερντογάν δεν αποτελεί εξαίρεση. Το εάν είχαν εξαρχής ως στόχο να χρησιμοποιήσουν την οικονομία ως όχημα για τις άλλες βλέψεις τους ή ξεκίνησαν πράγματι ως μεταρρυθμιστές για να εξελιχθούν -μέσα στη φθορά του χρόνου και τη διαφθορά της εξουσίας- σε αυτοκράτορες, τσάρους, σουλτάνους, κανείς δεν μπορεί να το πει με βεβαιότητα.

Στην περίπτωση του Ερντογάν, οι κόντρες με την κεντρική τράπεζα της χώρας, που εντείνονται όσο πλησιάζουν οι εκλογές, η επιμονή σε μία «συνταγή» υπερθέρμανσης της οικονομίας, την οποία επικρίνουν οίκοι αξιολόγησης και πάσης φύσεως ειδικοί, και ο χωρίς τέλος κατήφορος της λίρας θολώνουν το παρελθόν.

Η τουρκική οικονομία ήταν επί πολλά χρόνια μία από τις πλέον δυναμικές και σταθερές του αναδυόμενου κόσμου. Ήταν η ίδια περίοδος, που η χώρα ήταν πρότυπο Δημοκρατίας για τον μουσουλμανικό κόσμο, η εποχή που χάρασσε τον ευρωπαϊκό δρόμο της, έστω και μετ’ εμποδίων. Και αυτό σίγουρα δεν ήταν σύμπτωση.

Ό,τι κι αν καταλογίσει κανείς στον Τούρκο πρόεδρο, δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι κατά την πρώτη δεκαετία διακυβέρνησής του τριπλασίασε το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας, περιόρισε σημαντικά το ποσοστό της φτώχειας και άμβλυνε τις εισοδηματικές ανισότητες. Στήριξε επίσης τις «τίγρεις της Ανατολίας», οικογενειακές επιχειρήσεις, στις οποίες έδωσε προοπτικές εξωστρέφειας και ανάπτυξης.

Όλα αυτά έρχονται σε πλήρη σύγκρουση με την τρέχουσα εικόνα του ηγέτη που προσπαθεί να κρύψει το βαρομετρικό χαμηλό στις σχέσεις με ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση με ζεστό χρήμα, ενός προέδρου που απαιτεί χαλαρή νομισματική πολιτική, ενώ ο πληθωρισμός καλπάζει, και αφήνει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών να φουσκώνει.

Ο μεταρρυθμιστής Ερντογάν χάθηκε. Κινδυνεύει να χαθεί και το άλλοτε ισχυρότερο όπλο του.