Απόψεις
Δευτέρα, 26 Μαρτίου 2018 07:00

Η Τουρκία και εμείς

Όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, για ένα τμήμα της τουρκικής πολιτικής ελίτ ο Α’ Π.Π, σχεδόν έναν αιώνα από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης (1923), δεν έχει λήξει. Ο αναθεωρητικός επεκτατισμός του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εκδηλώνεται τούτες τις ημέρες με την εισβολή και κατοχή συριακού εδάφους, ενώ δεν παραλείπει να υπενθυμίζει την παρουσία του σε όλο το εύρος της γραμμής αντιπαράθεσης με τον Ελληνισμό, από τον Έβρο έως την Κύπρο.

Από την έντυπη έκδοση

Του Δημήτρη Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]

Όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, για ένα τμήμα της τουρκικής πολιτικής ελίτ ο Α’ Π.Π, σχεδόν έναν αιώνα από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης (1923), δεν έχει λήξει. Ο αναθεωρητικός επεκτατισμός του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εκδηλώνεται τούτες τις ημέρες με την εισβολή και κατοχή συριακού εδάφους, ενώ δεν παραλείπει να υπενθυμίζει την παρουσία του σε όλο το εύρος της γραμμής αντιπαράθεσης με τον Ελληνισμό, από τον Έβρο έως την Κύπρο.

Ο νεο-οθωμανικός οίστρος του Τούρκου προέδρου ενθαρρύνεται και ενισχύεται από την ολοφάνερη διολίσθηση του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (Κεμαλικοί) σε μια ακραία εθνικιστική ρητορεία, η οποία προσλαμβάνει τον χαρακτήρα ανοικτής απειλής κατά της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας, καθώς μόλις πριν από τέσσερις ημέρες ο ηγέτης του, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, μέτρησε τον γεωγραφικό σχηματισμό στο Αιγαίο και ανακάλυψε ότι 156 νησιά, νησίδες και βραχοσηνίδες ανήκουν στην Τουρκία, όπως υποστήριξε σε γεύμα με Ευρωπαίους διπλωμάτες στην Άγκυρα. Είναι σαφές, ακόμη και στον πιο καλοπροαίρετο, ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει συνομιλητή στην άλλη πλευρά, όπου η ισλαμο-συντηρητική κυβέρνηση και η κοσμική αντιπολίτευση διαγκωνίζονται στο γήπεδο του εθνικιστικού-επεκτατικού παροξυσμού. Κι ουσιαστικά αποτελούν τις δύο όχθες του ιδίου αναθεωρητικού ρεύματος, που απειλεί να πλημμυρίσει και να πνίξει την ευρύτερη περιοχή.

Απέναντι σ’ αυτήν την πραγματικότητα η Ελλάδα προβάλλει σε κάθε ευκαιρία την προσήλωσή της στο Διεθνές Δίκαιο και τον σεβασμό στους κανόνες του, ενώ το πολιτικό προσωπικό της -δίχως να αντιλαμβάνεται το ατελέσφορο του πράγματος- διαβεβαιώνει ότι δεν θα παύσει να λειτουργεί ως ρυμουλκό της Τουρκίας προς το λιμάνι της Ε.Ε. Θα ήταν εύλογο -και πάντως τώρα απολύτως αναγκαίο- κι ανεξαρτήτως των αντιλήψεων που κυριαρχούν στο πολιτικό σώμα, η πολιτική ηγεσία, οι αρμόδιοι χειριστές και αναλυτές αυτών των ζητημάτων να μπορούν να σκεφτούν έξω από τετριμμένες κατηγοριοποιήσεις. Να προβληματιστούν και να αναστοχαστούν με όρους έθνους και ιστορίας. Με εύρος και βάθος στρατηγικό, που υπερβαίνει την τρέχουσα συγκυρία και διαχείριση.

Η εμπειρία των τελευταίων πέντε δεκαετιών δείχνει ότι η Ελλάδα διολισθαίνει σταδιακά σε μια απομείωση της κυριαρχίας της και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της, καθώς μετά τη λήξη των διαφόρων επεισοδίων στις ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν επανερχόμαστε στο status quo ante, αλλά σε δυσμενέστερες θέσεις, με την Τουρκία όχι μόνο να διατηρεί ακέραιες τις διεκδικήσεις της, αλλά να επιβάλλει de facto μια νέα κατάσταση. Όσο κι αν προσθέτει βάρος, σε μια χώρα και μια κοινωνία σε βαθιά κρίση, έχει σημάνει η ώρα της συνειδητοποίησης ότι η επιμονή σε μια πολιτική κατευνασμού δεν είναι παρά επιλογή υποταγής στα κελεύσματα του ανατολικού γείτονα.