Απόψεις
Παρασκευή, 23 Μαρτίου 2018 12:09

«Όπλο» για την Ε.Ε. το ελληνικό ναυτιλιακό success story

Σε ένα διεθνές περιβάλλον γεμάτο αβεβαιότητες και εντάσεις, κάθε μεγάλη οικονομική δύναμη επιδιώκει να αξιοποιήσει τις δικές της σταθερές, τα δικά της «όπλα», τα δικά της ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα προκειμένου να επιβιώσει και επικρατήσει στη σκακιέρα του παγκόσμιου ανταγωνισμού, γράφει ο Λάμπρος Καραγεώργος. 

Από την έντυπη έκδοση 

Του Λάμπρου Καραγεώργου
[email protected]

Σε ένα διεθνές περιβάλλον γεμάτο αβεβαιότητες και εντάσεις, κάθε μεγάλη οικονομική δύναμη επιδιώκει να αξιοποιήσει τις δικές της σταθερές, τα δικά της «όπλα», τα δικά της ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα προκειμένου να επιβιώσει και επικρατήσει στη σκακιέρα του παγκόσμιου ανταγωνισμού.

Η ναυτιλία που μεταφέρει το 90% των αγαθών από άκρου εις άκρον του πλανήτη αποτελεί κινητήρια δύναμη του παγκόσμιου εμπορίου και για όποιον την ελέγχει ένα σημαντικό μέγεθος, σε αυτόν τον ιδιότυπο «πόλεμο». Μια δυνατή ναυτιλία ενισχύει τη στρατηγική θέση της χώρας ή της περιοχής που την κατέχει, και σε εποχές κρίσης αποτελεί το «τέταρτο όπλο», δήλωσε πρόσφατα ο πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών Θεόδωρος Βενιάμης και πρόσθεσε ότι η συνεχής μεγέθυνση του ελληνόκτητου στόλου ισχυροποιεί ακόμη περισσότερο τη θέση της Ελλάδος ως πρώτης δύναμης στον στίβο των θαλασσίων μεταφορών και ως αξιόπιστου παρόχου των θαλασσίων μεταφορικών υπηρεσιών. Παράλληλα ενισχύει και τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι η ελληνόκτητη ναυτιλία αποτελεί το 50% του ευρωπαϊκού εμπορικού στόλου, ο οποίος με τη σειρά του αποτελεί το 40% του παγκοσμίου στόλου. Στον βαθμό λοιπόν που η Ε.Ε. επιζητεί να διατηρήσει υπό τον «έλεγχό» της αυτό το ανταγωνιστικό «όπλο», που επιζητεί να παραμείνει έδρα της μεγαλύτερης ναυτιλιακής δύναμης, θα πρέπει να εφαρμόσει μία ναυτιλιακή πολιτική που θα λαμβάνει υπόψη τον παγκόσμιο χαρακτήρα του ναυτιλιακού κλάδου και τον διεθνή ανταγωνισμό. Έναν ανταγωνισμό ο οποίος έχει λάβει οξύτατες διαστάσεις, λόγω της πολιτικής που ακολουθείται από άλλα διεθνή ναυτιλιακά κέντρα, κυρίως της Μέσης και της Άπω Ανατολής (Ντουμπάι, Σιγκαπούρη, Χονγκ Κονγκ, κ.ά.) που θέλουν να προσελκύσουν και να αποσπάσουν από την Ε.Ε. όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μερίδιο της παγκόσμιας ναυτιλίας.

Η Ε.Ε. θα πρέπει να παραδειγματιστεί από το «ελληνικό παράδειγμα», σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΕΕ. Να παραδειγματιστεί από το ότι η ελληνική πολιτεία διαχρονικά στηρίζει τη ναυτιλία, την οποία θεωρεί εθνική υπόθεση, όπως σημείωσε ο κ. Βενιάμης, αναγνωρίζοντας τον σπουδαίο ρόλο όλων των ελληνικών κυβερνήσεων στην εφαρμογή μιας σταθερά ανταγωνιστικής ελληνικής ναυτιλιακής πολιτικής.

Γιατί η επιτυχία της ελληνικής ναυτιλίας είναι αποτέλεσμα τόσο της «ναυτιλιακής ιδιοφυΐας» των Ελλήνων, σύμφωνα με τον κ. Βενιάμη, όσο και της ύπαρξης ενός ανταγωνιστικού θεσμικού πλαισίου, το οποίο σχεδιάσθηκε και καταρτίσθηκε σε αγαστή συνεργασία της ελληνικής πολιτείας με τον ελληνικό εφοπλισμό. Ενός πλαισίου ελκυστικού και διεθνώς ανταγωνιστικού. Αν λοιπόν η Ε.Ε. δεν θέλει να χάσει την πρωτοκαθεδρία στο ναυτιλιακό κλάδο -όπως την έχασε στον ναυπηγικό- και να συνεχίζει να αξιοποιεί τη ναυτιλία της ως πλεονέκτημα στη διεθνή σκακιέρα του ανταγωνισμού, δεν έχει παρά να μελετήσει το success story της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας.