Απόψεις
Παρασκευή, 23 Μαρτίου 2018 11:10

Σκόρπια για το Εικοσιένα

Μέρες επετειακές. Συμπληρώνονται 197 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Από τη συμβατική ημερομηνία έναρξής της, μα μέρες που ‘ναι, καρδιές μη χαλαστούνε. Σε τρία χρόνια, επέτειος βαριά, δεν ξέρω ποιοι θα μεθύσουν από χαρά. Άλλαξαν πολλά, καθώς του καιρού τα πράματα αναπαμό δεν έχουν, αλλά έχει και τις σταθερές της τούτη η Ιστορία, γράφει η Κατερίνα Τζωρτζινάκη.

Από την έντυπη έκδοση

Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]

Μέρες επετειακές. Συμπληρώνονται 197 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Από τη συμβατική ημερομηνία έναρξής της, μα μέρες που ‘ναι, καρδιές μη χαλαστούνε. Σε τρία χρόνια, επέτειος βαριά, δεν ξέρω ποιοι θα μεθύσουν από χαρά. Άλλαξαν πολλά, καθώς του καιρού τα πράματα αναπαμό δεν έχουν, αλλά έχει και τις σταθερές της τούτη η Ιστορία.

Μέρες που ‘ναι, καριοφίλια αντηχούνε, μα δεν θα φουρκιστούμε. Δεν θα παρακαλούμε, τον δρόμο μας θα βρούμε, αν δεν εθελοτυφλούμε. Μπορούμε, αρκεί να γρικούμε.

Τον Καραϊσκάκη, που «όταν πήγε στ’ Ανάπλι, στα 1826, ενώ την Αθήνα την πολιορκούσε ο Κιουταχής, και διορίστηκε Γενικός αρχηγός των στρατευμάτων της Ρούμελης για να πάη να πολεμήση, παρουσιάστηκε στη Διοικητική Επιτροπή. Τότε ο Πρόεδρος της Επιτροπής, ο Α. Ζαΐμης, πρώτος τονέ συχώρεσε για την παλιά τους έχτρα, που βαστούσε από τον καιρό του εμφύλιου πολέμου, όταν ο Καραϊσκάκης είχε κάμει πολλά κακά στα σπίτια και τα χτήματα των Ζαΐμηδων, στην Κερπινή. Ο Ζαΐμης όμως γενναιόκαρδος τονέ συχώρεσε.

Ο Καραϊσκάκης δάκρυσε. Τότε φιληθήκαν οι δυο και ξεχαστήκαν τα περασμένα. Στη σκηνή αυτή έτυχε νάναι ο Υδραίος Βασίλης Μπουντούρης κ’ είπε στον Καραϊσκάκη: “Δεν έκαμες ως τώρα όσο έπρεπε το χρέος σου στην πατρίδα, Καραϊσκάκη· ο θεός να σε φωτίση να το κάμης από εδώ κι’ ομπρός” “Δεν τ’ αρνιώμαι!” αποκρίθηκε ο Καραϊσκάκης. “Όταν θέλω γίνομαι άγγελος, κι’ όταν θέλω πάλε γίνομαι διάβολος. Από τώρα έχω σκοπό να γίνω άγγελος”».

Τον Κολοκοτρώνη, που διαισθάνεται, μα δεν χολώνει. «Πήγαινα, διηγιέται ο ίδιος εις την τέντα μου κ’ έτρωγα ολίγο ψωμί· μου είπε (κάποιος φίλος, ο Αναγν. Ζαφειρόπουλος): “Άιντε, Κολοκοτρώνη, παιδεύσου, παιδεύσου, και η πατρίς σου θέλει σε ανταμείψει”. Εγώ του αποκρίθηκα ότι: “Εμένα η πατρίς θα πρωτοεξορίση”. Και η τύχη το έφερε και αλήθευσα». (Ο Γέρων Κολοκοτρώνης, του Γ. Τερτσέτη).

Τον Σολωμό, που ποτέ δεν παλιώνει, το Μισολόγγι, που την ήττα ανυψώνει και το φρόνημα ελευθερώνει, μα και το Ναυαρίνο, όπου δεν ήμασταν μόνοι.