Στον άνω Βόρειο Ατλαντικό, επιστήμονες έχουν ανακαλύψει νέα στοιχεία που δείχνουν ότι μια ασυνήθιστη έγχυση γλυκού νερού στον ωκεανό μπορεί ήδη να επηρεάζει την κυκλοφορία του.
Στον άνω Βόρειο Ατλαντικό, επιστήμονες έχουν ανακαλύψει νέα στοιχεία που δείχνουν ότι μια ασυνήθιστη έγχυση γλυκού νερού στον ωκεανό μπορεί ήδη να επηρεάζει την κυκλοφορία του.
Το γλυκό νερό, που πιθανότατα προέρχεται από την τήξη παγετώνων στη Γροιλανδία ή την Αρκτική, παραμένει στην επιφάνεια του ωκεανού για περισσότερο διάστημα από το πυκνότερο αλμυρό νερό. Αυτό επηρεάζει τη φυσική διαδικασία του ωκεανού, κατά την οποία τα βορινά επιφανειακά ύδατα γίνονται πυκνότερα και πιο κρύα, με αποτέλεσμα να βυθίζονται και να ταξιδεύουν νότια σε μεγάλα βάθη.
«Μέχρι τώρα, τα μοντέλα είχαν προβλέψει κάτι τέτοιο για το μέλλον, αλλά φαινόταν πολύ μακρινό», δήλωσε στην Washington Post η επικεφαλής της έρευνας Μαριλένα Όλτμανς. «Αλλά οι νέες παρατηρήσεις δείχνουν ότι υπάρχουν πράγματι γλυκά νερά που επηρεάζουν ήδη τη μεταφορά και την καθυστερούν κατά μερικά χρόνια», πρόσθεσε.
Η ερευνητική ομάδα συγκέντρωσε στοιχεία από τη Θάλασσα Ίρμινγκερ στα νοτιοανατολικά της Γροιλανδίας, από μετρήσεις σχετικά με την κυκλοφορία των ωκεάνιων υδάτων σε βασικά σημεία της παραπάνω διαδικασίας. Αν και η μελέτη δεν προχωρά σε συγκεκριμένες προβλέψεις σχετικά με το πώς και πόσο γρήγορα μπορεί να επηρεαστεί η μεταφορά, είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι η παρουσία του γλυκού νερού από τη τήξη παγετώνων ή θαλάσσιων πάγων έχει ήδη αντίκτυπο στη διαδικασία. Το 2010, το 40% του λιωμένου γλυκού νερού παρέμεινε στην επιφάνεια το χειμώνα και το επόμενο έτος. Μάλιστα, η παρατεταμένη παραμονή του γλυκού νερού μπορεί να δημιουργήσει ένα φαύλο κύκλο, επιταχύνοντας το ρυθμό εμφάνισης του φαινομένου.