Απόψεις
Τετάρτη, 14 Μαρτίου 2018 07:00

Εμπορικά τείχη

O Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένως προβάλει εαυτόν ως τον «απόλυτο διαπραγματευτή», λέγοντας ότι «στοχεύει ψηλά και συνεχίζει να πιέζει μέχρι να πάρει αυτό που θέλει». Αυτό ακριβώς έκανε και τώρα, εμποδίζοντας τη συμφωνία εξαγοράς της Qualcomm από την Broadcom στην τιμή των 117 δισ. δολαρίων, που θα σηματοδοτούσε τη μεγαλύτερη που έχει γίνει μέχρι σήμερα στον χώρο της τεχνολογίας. Θα δημιουργούσε επίσης τον τρίτο μεγαλύτερο κολοσσό ημιαγωγών παγκοσμίως με πρωταγωνιστικό μερίδιο αγοράς σε έξυπνα κινητά, ηλεκτρικά αυτοκινήτων και βιομηχανικά διαδικτυακά συστήματα, γράφει η Έφη Τριήρη.

Από την έντυπη έκδοση

Της Έφης Τριήρη
[email protected]

O Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένως προβάλει εαυτόν ως τον «απόλυτο διαπραγματευτή», λέγοντας ότι «στοχεύει ψηλά και συνεχίζει να πιέζει μέχρι να πάρει αυτό που θέλει». Αυτό ακριβώς έκανε και τώρα, εμποδίζοντας τη συμφωνία εξαγοράς της Qualcomm από την Broadcom στην τιμή των 117 δισ. δολαρίων, που θα σηματοδοτούσε τη μεγαλύτερη που έχει γίνει μέχρι σήμερα στον χώρο της τεχνολογίας. Θα δημιουργούσε επίσης τον τρίτο μεγαλύτερο κολοσσό ημιαγωγών παγκοσμίως με πρωταγωνιστικό μερίδιο αγοράς σε έξυπνα κινητά, ηλεκτρικά αυτοκινήτων και βιομηχανικά διαδικτυακά συστήματα.

Η κίνηση αυτή καταδεικνύει την αποφασιστικότητα του Ντόναλντ Τραμπ να δοκιμάσει τα όρια των θεσμικών του δυνάμεων προκειμένου να εδραιώσει την κυριαρχία των ΗΠΑ σε ολόκληρο τον κόσμο, λίγες μόλις ημέρες αφότου έθεσε ζητήματα εθνικής ασφαλείας, εποχής ψυχρού πολέμου, για να δικαιολογήσει την επιβολή δασμών στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου. Πέραν όμως των σημειολογικών ερμηνειών, θα μπορούσε να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου για την εταιρική Αμερική, που ενδεχομένως να τύχει αντίστοιχης συμπεριφοράς στις ξένες αγορές. Και έτσι, θα είναι δύσκολο για τις αμερικανικές επιχειρήσεις να εκδηλώσουν οιαδήποτε διαμαρτυρία όταν θα μπλοκάρονται από άλλες χώρες για πολιτικούς λόγους.

Η βιομηχανία επεξεργαστών αναδεικνύεται τώρα στον «νέο χάλυβα», με την ολοένα και μεγαλύτερη σπουδαιότητα που αποκτά ο κλάδος λογισμικού, κυβερνοασφάλειας και ημιαγωγών να είναι πλέον δύσκολο να αγνοηθεί. Όχι μόνο στην Αμερική. Η «ευαισθησία» γύρω από την Qualcomm ενισχύεται και από το γεγονός ότι διατηρεί στενές σχέσεις με τον στρατό. Από την άλλη, η Broadcom, που εδρεύει στη Σιγκαπούρη, θεωρείται προπέτασμα κινεζικών συμφερόντων που ήθελαν να αποκτήσουν πρόσβαση σε τεχνολογίες αιχμής, ειδικά στα αμερικανικά δίκτυα κινητής 5G. Οι κινεζικές επιχειρήσεις θεωρούνται άλλωστε «κόκκινο πανί» για τον κ. Τραμπ, δεδομένου ότι και στο παρελθόν έχουν ανακοπεί προσπάθειές τους να αγοράσουν αμερικανικές επιχειρήσεις που άπτονται στρατηγικών κλάδων και εθνικών συμφερόντων. Βεβαίως, και η Broadcom δεν είναι άμοιρη ευθυνών, ίσως έγινε υπερβολικά επιθετική και ανυπόμονη, παραβλέποντας κάποιες λεπτές «πολιτικές γραμμές».

Ο προστατευτισμός, λοιπόν, καλά κρατεί. Και στο σημείο αυτό αρχίζουν να προκύπτουν μία σειρά από ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς και του συνακόλουθου οικονομικού ανταγωνισμού. Μήπως χρειάζεται επανασχεδιασμός των οικονομικών δομών και κατ’ επέκταση και επαναξιολόγηση της συσσώρευσης του κεφαλαίου; Η ανέγερση τείχους στις διασυνοριακές εξαγορές θα μπορούσε να ανοίξει έναν δρόμο επιστροφής σε εθνικά μονοπώλια και σε ένα παλαιό οικονομικό μοντέλο, που χρειάστηκε πολλά χρόνια για να εξαρθρωθεί.