Για την πρόσφατη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού και συνταξιοδοτικού συστήματος μίλησαν η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου, ειδικοί και παράγοντες της αγοράς, στο 3ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Για την πρόσφατη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού και συνταξιοδοτικού συστήματος μίλησαν η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου, ειδικοί και παράγοντες της αγοράς, στο 3ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Η υπουργός σημείωσε ότι η αύξηση του προσδόκιμου ζωής σε συνδυασμό με την μείωση του αριθμού των νέων εργαζομένων και την υπογεννητικότητα αποτελούν τις βασικές προκλήσεις του ασφαλιστικού συστήματος. «Η μεταρρύθμιση που υιοθετήθηκε το 2016, αποσκοπεί στη διαχείριση των επιπτώσεων του δημογραφικού προβλήματος στην Ελλάδα, αντιμετωπίζοντας τη δημοσιονομική ανισορροπία και την ανισότητα στην καταβολή ασφαλιστικών εισφορών», ανέφερε.
«Θεσμοθετήθηκαν ακόμη, ίδιοι κανόνες για όλους, όπως και η βασική σύνταξη, δηλαδή η εθνική σύνταξη που χρηματοδοτείται πλήρως από τον κρατικό προϋπολογισμό και έχει ως στόχο την αντιμετώπιση της φτώχειας», τονίζοντας ακόμη ότι, κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του ΕΦΚΑ, που αποτελεί έναν ενιαίο οργανισμό όπου εντάσσονται διαφορετικά συστήματα και υπάλληλοι, υπήρξε πλεόνασμα ύψους 700 εκατ. ευρώ σε ταμειακή βάση.
Όπως υπογράμμισε, έχει ολοκληρωθεί πλήρης αναλογιστική μελέτη έως το 2060, βάσει της οποίας η συνταξιοδοτική δαπάνη, ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2020 είναι 14,5% - όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι 13% - και το 2040 πέφτει στο 12,9%. Το σύστημα, όπως ανέφερε, έχει στηθεί σε μία βάση που το καθιστά μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα βιώσιμο. Σχετικά με τις ασφαλιστικές εισφορές, σημείωσε ότι όπως προκύπτει από τα ειδοποιητήρια, το 85% των ελεύθερων επαγγελματιών πληρώνει λιγότερα, σε σχέση με το παλαιό σύστημα, έχοντας ελαφρυνθεί δημοσιονομικά περί τα 600 εκατ. ευρώ.
Ο Πρόεδρος του ΕΒΕΑ Κωνταντίνος Μίχαλος, ανέφερε ότι ακόμη και σήμερα διατηρείται, μέσω μέτρων αύξησης των εσόδων, ένα ασφαλιστικό σύστημα αναποτελεσματικό, άδικο και αναξιόπιστο. Οι συνταξιοδοτικές δαπάνες αντιστοιχούν στο 17% του ΑΕΠ, ενώ οι εισφορές κοινωνικών εισφορών ανέρχονται σε 27% για τους αυτοαπασχολούμενους. Όπως σημείωσε, το συνταξιοδοτικό σύστημα δεν τροφοδοτεί την αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης, υποσκάπτει τις πηγές χρηματοδότησής του και στηρίζεται στις αρχές των παρελθόντων ετών.
Ο Μίχαλ Ρουτκόφσκι, διευθυντής και επικεφαλής καλής πρακτικής της Παγκόσμιας Τράπεζας σχολίασε ότι η κατάσταση στην Ελλάδα το 2008-2009 ήταν κακή όσον αφορά τη βιωσιμότητα του συστήματος, το οποίο ήταν ένα από τα χειρότερα που υπήρχαν στην Ευρώπη. Παρότι, όπως είπε, το νέο ασφαλιστικό σύστημα διαθέτει θετικά στοιχεία, θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί και να στηριχθεί σε τρεις πυλώνες, της παροχής κινήτρων, της δικαιοσύνης και της βιωσιμότητας.
Ο Μιχάλης Σωτηράκος, αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος και γενικός διευθυντής Πωλήσεων της NN Hellas, σημείωσε ότι λόγω της υπογεννητικότητας, της ανεργίας και του μεγάλου προσδόκιμου ζωής, η κοινωνική ασφάλιση καθίσταται αδύνατη. Αποτελεί κοινή πεποίθηση, όπως είπε, ότι δεν είναι εφικτή η εξασφάλιση ικανοποιητικής σύνταξης, ιδίως εάν ληφθεί υπόψη ότι η αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχων, που ανερχόταν το 1950 σε 7 προς 1, διαμορφώνεται σήμερα σε 1 προς 1.
Ο Δημήτρης Μαζαράκης, πρόεδρος της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδας, σημείωσε ότι παρά τις τελευταίες παρεμβάσεις και μεταρρυθμίσεις, το ασφαλιστικό σύστημα δεν είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμο, με το κρυφό αναλογιστικό χρέος του συστήματος να ξεπερνάει τα 700 δισ. ευρώ σε ονομαστικές αξίες και να είναι κοντά στα 400 δισ. ευρώ σε παρούσες αξίες. Ο ίδιος προέκρινε το σύστημα των τριών πυλώνων (κρατικός, κεφαλαιοποιητικός, ιδιωτικός τομέας), με την ενοποίηση όλων των φορέων του πρώτου.
Ο Μιλτιάδης Νεκτάριος, καθηγητής Ασφαλιστικής Πανεπιστημίου Πειραιώς, σημείωσε ότι εάν δεν λυθεί το οικονομικό πρόβλημα, δεν θα επιλυθεί το πρόβλημα των συντάξεων, ενώ επειδή δεν έγινε σωστός σχεδιασμός τα τελευταία χρόνια, δημιουργήθηκε ένα τεράστιο αφανές χρέος που αντιστοιχεί σε τεσσερισήμισι φορές στο ΑΕΠ.
Διατύπωσε την πρότασή του για την αναδιάρθρωση του ασφαλιστικού συστήματος που προβλέπει, μεταξύ άλλων, για τους ασφαλισμένους, μετά το 1992, μείωση εισφορών κατά 30%.
Η Αθηνά Δρέττα, πρώην γενική γραμματέας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, έκανε λόγο για έλλειμμα στοιχείων και μεγεθών για το ασφαλιστικό σύστημα. Το βασικό πρόβλημα του ασφαλιστικού συστήματος είναι ότι η προβλεπόμενη συνταξιοδοτική δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ, ανέρχεται στο 16%, γεγονός που το καθιστά μη βιώσιμο.
Ο Κώστας Μπαργιώτας, βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, ανέφερε ότι οι δύο μεγάλες νομοθετικές προσπάθειες, δημιούργησαν ένα σύστημα πλήρως δημοσιονομικό και κρατικό. Δεν διασφαλίζεται η βιωσιμότητά σε μακροπρόθεσμο επίπεδο με αποτέλεσμα να απαιτείται μία μεγάλη μεταρρύθμιση που απαιτεί χρόνο, ο οποίος ξεπερνάει την τετραετία που διαθέτει μία κυβέρνηση.