Είναι, κατά μεγάλο μέρος, η ίδια η πρόζα που γράφουν. Εκτυλίσσονται σε περιόδους και παραγράφους, βάζουν σημεία στίξης στον εαυτό τους, ντύνονται το κείμενό τους, στεφανώνονται τις λέξεις και βγαίνουν παγανιά με αντικείμενα βαριά, γράφει η Κατερίνα Τζωρτζινάκη.
Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Είναι, κατά μεγάλο μέρος, η ίδια η πρόζα που γράφουν. Εκτυλίσσονται σε περιόδους και παραγράφους, βάζουν σημεία στίξης στον εαυτό τους, ντύνονται το κείμενό τους, στεφανώνονται τις λέξεις και βγαίνουν παγανιά με αντικείμενα βαριά.
Την Τετάρτη τα ξημερώματα την πλήρωσαν βιτρίνες στην Ερμού, την Τρίτη άλλα γίναν πλίνθοι, προτού η κατάληψη της πρυτανείας περάσει στη λήθη, «στο γενικότερο κύμα αλληλεγγύης που έχει ξεσπάσει για τον αιχμάλωτο σύντροφό μας απεργό πείνας και δίψας... που θα ισοπεδώσει την πόλη όσο καθυστερούν την απάντηση στο δίκαιο αίτημά του για μεταγωγή στη δικαστική φυλακή του Κορυδαλλού».
Προτάσσουν «το δικαίωμα του κατηγορουμένου (για την επίθεση κατά του πρώην πρωθυπουργού) να συνεχίσει στον Κορυδαλλό και να μη μεταχθεί στη Λάρισα», και τα σπάνε, γιατί έτσι ξέρουν να απαντάνε. Γιατί στον Κορυδαλλό; Για οικογενειακούς ή λόγους υγείας, γιατί έχει μεγαλύτερες ανέσεις ή μεγαλύτερη συγκέντρωση συντρόφων;
Δεν ξέρω πόσο βοηθά τον κατηγορούμενο η θορυβώδης αλληλεγγύη. Δεν αποκλείω να μην το έχουν καν σκεφτεί, όπως ένας κατηφής στρατηλάτης, που έχοντας χάσει τον πόλεμο, σχεδιάζει τη δράση, απολαμβάνοντας το σχέδιο, γιατί παρέχει τη δυνατότητα πράξης, στην οποία στριμώχνεται ένα όνομα. Σήμερα ο φίλος, χθες ο ομοϊδεάτης, αύριο ο Μάρτης-γδάρτης.
Δεν βγάζεις άκρη. Χρειάζεται μεγάλη καταπόνηση των εγκεφαλικών κυττάρων ή μήπως όχι; «Ανάμεσα στην πίστη και την κριτική βρίσκεται το πανδοχείο της λογικής. Η λογική είναι η πίστη σ’ αυτό που μπορεί να γίνει κατανοητό χωρίς πίστη, αλλά είναι και πάλι πίστη, γιατί το κατανοώ προϋποθέτει ότι υπάρχει κάτι που είναι κατανοήσιμο».
Αν υπάρχει κάτι μέσα σ’ αυτή την επαναλαμβανόμενη «κανονικότητα», που ανεμίζει και ιδεολογική ταυτότητα, είναι η βιαιότητα ως προεξάρχουσα μορφή της ανοησίας.
Τα «όχι» και τα «ως εδώ και μη παρέκει» δεν συνιστούν επαρκή επιχειρήματα σ’ αυτό το «παιχνίδι». Εκτός αν δεν υπάρχει βία, βιάση και η Πολιτεία κάνει στάση.