Το θέμα της διατήρησης ή όχι του ενός επιτρόπου ανά χώρα στην επόμενη Κομισιόν επανέρχεται στο κοινοτικό προσκήνιο, μαζί με άλλες «ιδέες» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για αλλαγές σε σχέση με τα θεσμικά όργανα.
Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Το θέμα της διατήρησης ή όχι του ενός επιτρόπου ανά χώρα στην επόμενη Κομισιόν επανέρχεται στο κοινοτικό προσκήνιο, μαζί με άλλες «ιδέες» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για αλλαγές σε σχέση με τα θεσμικά όργανα.
Οι ιδέες που παρουσίασε ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ θα συζητηθούν στην προσεχή συνάντηση των Ευρωπαίων ηγετών, στις 23 Φεβρουαρίου στις Βρυξέλλες.
Σε σχέση με το θέμα των επιτρόπων, η Επιτροπή αποφεύγει να πάρει θέση, ωστόσο αναφέρει τα υπέρ και τα κατά, ενώ καλεί τα κράτη-μέλη να αποφασίσουν μέχρι να αναλάβει η επόμενη Κομισιόν στο τέλος του 2019.
Όπως τονίζει, ένα μικρότερο εκτελεστικό όργανο θα ήταν θεωρητικά αποτελεσματικότερο στη λειτουργία του, ευκολότερο στη διαχείρισή του και θα επέτρεπε μια πιο ισόρροπη κατανομή των χαρτοφυλακίων. Αλλά από την άλλη μια μικρότερη Επιτροπή θα σήμαινε επίσης ότι ορισμένα κράτη-μέλη δεν θα εκπροσωπούνταν στο πολιτικό επίπεδο του θεσμικού οργάνου, και θα έχαναν το πλεονέκτημα να έχουν στη διάθεσή τους έναν άμεσο πολιτικό δίαυλο επικοινωνίας με τους πολίτες τους και τις εθνικές αρχές τους.
Ο κ. Γιούνκερ επανέφερε χθες και μια παλαιότερη πρότασή του για έναν πρόεδρο της Επιτροπής με διπλή ιδιότητα, δηλαδή ταυτόχρονα να είναι και πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, θέση που σήμερα κατέχει ο Ντόναλντ Τουσκ. Τόνισε ότι δεν απαιτείται συγχώνευση των δύο οργάνων, δεδομένου ότι ο ρόλος τους είναι συμβουλευτικός, δεν ψηφίζουν, αντίθετα στις συζητήσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμβάλλουν στη δημιουργία «γεφυρών» και στην επίτευξη «κοινού εδάφους».
Πάντως, η πρόταση αυτή δεν αναμένεται να αποσπάσει τη στήριξη όλων των κρατών-μελών, και κυρίως εκείνων που δεν θέλουν ενίσχυση του πολιτικού βάρους της Κομισιόν.
Για την εκλογή του επόμενου προέδρου της Κομισιόν, ο κ. Γιούνκερ θεωρεί ότι πρέπει να επαναληφθεί αυτό που έγινε το 2014 με την προεκλογική εκστρατεία των υποψηφίων, οι οποίοι στηρίχθηκαν στις πολιτικές οικογένειες της Ευρωβουλής. Όπως είπε, η εκλογική διαδικασία του 2014 ενίσχυσε τη σχέση μεταξύ των τριών θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. και βελτίωσε την αποτελεσματικότητα του έργου τους, ενώ τα βοήθησε να ευθυγραμμιστούν γύρω από ένα κοινό πρόγραμμα εργασίας για την πενταετή θητεία. Για τη βελτίωση της διαδικασίας, η Επιτροπή κάλεσε τα πολιτικά ευρωπαϊκά κόμματα να προβούν νωρίτερα στην επιλογή των κορυφαίων υποψηφίων, πριν από το τέλος του 2018, και να αρχίσει νωρίτερα η προεκλογική εκστρατεία. Έτσι θα δοθεί στους ψηφοφόρους η δυνατότητα να γνωρίσουν τους υποψήφιους και τα πολιτικά προγράμματα που πρεσβεύουν.
Η Επιτροπή συνιστά επίσης να προβληθεί περισσότερο η σύνδεση μεταξύ των εθνικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών κομμάτων.
Τέλος, για τη σύνθεση της Ευρωβουλής μετά το Brexit, τονίζει ότι θα πρέπει να αποφασιστεί τι θα γίνει με τις έδρες που θα μείνουν κενές. Μια επιλογή είναι να διατηρηθούν κάποιες από τις έδρες αυτές για μια διακρατική εκλογική περιφέρεια, ωστόσο την ιδέα αυτή την απορρίπτει η ίδια η Ευρωβουλή. Η Επιτροπή τάσσεται υπέρ της ιδέας των διακρατικών καταλόγων υποψηφίων, αλλά η υιοθέτησή της θα απαιτήσει την ομόφωνη συμφωνία του Συμβουλίου και αλλαγές στην εκλογική νομοθεσία και στα 27 κράτη-μέλη κατά το επόμενο έτος, ώστε να εφαρμοστεί στις εκλογές του 2019, κάτι που φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο αν όχι αδύνατον.