Η φράση «φορολογική μεταρρύθμιση» έχει ακουστεί και γραφτεί χιλιάδες φορές από τη μεταπολίτευση και μετά, γράφει ο Γιώργος Α. Κορομηλάς.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Α. Κορομηλά,
Πρόεδρος Ινστιτούτου Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών.
Η φράση «φορολογική μεταρρύθμιση» έχει ακουστεί και γραφτεί χιλιάδες φορές από τη μεταπολίτευση και μετά. Έχει μεταφερθεί σε αιτιολογικές εκθέσεις πληθώρας νομοσχεδίων, έχει κοσμήσει προεκλογικά φυλλάδια, έχει αναφερθεί με στόμφο σε προεκλογικές συγκεντρώσεις, έχει αποτελέσει το κύριο αντικείμενο διαμάχης σε τηλεοπτικά πάνελ όχι μόνο σε προεκλογικές περιόδους, έχει απασχολήσει ακόμα και trash έντυπα και εκπομπές…
Λόγια, λόγια, λόγια που ποτέ δεν έγιναν πράξεις ή για να είμαι δίκαιος όταν κάποια στιγμή, όπως για παράδειγμα το καλοκαίρι του 2013, έγινε μια προσπάθεια να γίνει μια ουσιαστική, ριζοσπαστική φορολογική μεταρρύθμιση, αυτή στη συνέχεια ακυρώθηκε με τις εκατοντάδες αλλαγές, προσθήκες και τροποποιήσεις που ακολούθησαν με αποτέλεσμα το «νέο» να γίνει «νέο παλιό».
«Φορολογική μεταρρύθμιση»
Στα λόγια λοιπόν ο στόχος είναι ένα απλό, δίκαιο, αναπτυξιακό και σταθερό φορολογικό σύστημα με ενιαίους κανόνες και η κατάργηση αδικαιολόγητων απαλλαγών, για αυτό τον λόγο στις αιτιολογικές εκθέσεις διαβάζουμε κάθε φορά τα ίδια και τα ίδια, δηλαδή ότι η κάθε λίγο και λιγάκι επιχειρούμενη «φορολογική μεταρρύθμιση» και το μέσω αυτής φορολογικό πλαίσιο έχει σκοπό να ενθαρρύνει την ειλικρίνεια και μέσα από αυτό κάθε πολίτης θα μπορεί πλέον να συνεισφέρει στα κοινά ανάλογα με τη φοροδοτική ικανότητά του με κυρίαρχο στόχο την ισότιμη φορολογική μεταχείριση, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση, όλων των πολιτών.
Λόγια - λόγια - λόγια, λόγια ψεύτικα, όπως λέει το γνωστό τραγούδι, γιατί, αντίθετα από αυτά που λέχθηκαν και γράφτηκαν, όλες αυτές οι «φορολογικές μεταρρυθμίσεις» και ειδικά όσες επιχειρήθηκαν τα χρόνια των μνημονίων είχαν σαν αποτέλεσμα την αύξηση της έμμεσης και άμεσης φορολογίας, τη δραματική συρρίκνωση του εισοδήματος των πολιτών και την αύξηση, σε εφιαλτικά ύψη, των ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών.
Λίφτινγκ σε παρωχημένες πρακτικές
Φορολογική μεταρρύθμιση δεν είναι το λίφτινγκ σε παρωχημένες πρακτικές και διαδικασίες, όπως για παράδειγμα τα τεκμήρια διαβίωσης που μετονομάσθηκαν σε αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες με στόχο τη διαιώνιση ενός «εναλλακτικού» τρόπου υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας, ενός αποτυχημένου μοντέλου από τα τέλη της δεκαετίας του 70 που ως αποτέλεσμα είχε και έχει την «επιβράβευση» όσων φροντίζουν επιμελώς να αποκρύπτουν τα πραγματικά εισοδήματά τους και την παράλληλη άδικη φορολόγηση όλων αυτών -ειδικά μισθωτών και συνταξιούχων- που οι αποδοχές μειώθηκαν πραγματικά. Και στις δύο περιπτώσεις υφίσταται αδικία διότι στους μεν πρώτους φορολογείται εισόδημα μικρότερο από αυτό που έχει πραγματικά αποκτηθεί δίδοντας παράλληλα κατ’ αρχήν συγχωροχάρτι, στους δε δεύτερους φορολογείται εισόδημα μεγαλύτερο από αυτό που έχει πραγματικά αποκτηθεί οδηγώντας τους πολλές φορές στην απόγνωση.
Φορολογική μεταρρύθμιση είναι η υιοθέτηση σταθερών πρακτικών και απλών διαδικασιών που θα εξασφαλίσουν τη δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών και κατά συνέπεια τη δυνατότητα άσκησης μιας αναπτυξιακού περιεχομένου φορολογικής πολιτικής. Για να μπορέσει η χώρα να βγει από την κρίση συνεπώς και από τη διαρκή επιτήρηση χρειάζεται ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις με κύρια μια ριζοσπαστική φορολογική μεταρρύθμιση, όχι όμως στα λόγια αλλά στην πράξη. Όλα αυτά τα χρόνια ελάχιστα λόγια έγιναν πράξη κι έτσι η χώρα έχει ακόμα ένα φορολογικό σύστημα πολύπλοκο, κοινωνικά άδικο, ασταθές, κατά συνέπεια αντιαναπτυξιακό, με αποτέλεσμα, ειδικά μετά τις κατά τις απαιτήσεις των δανειστών παρεμβάσεις, να είναι ένα εργαλείο που εξυπηρετεί μόνο τις απαιτήσεις τους αντί για ένα εργαλείο ανάπτυξης, προόδου και ταχύτερης εξόδου από την ύφεση.