Όταν κλείναμε το σημείωμα της περασμένης Δευτέρας 5/2, είχαμε μια δυσάρεστη αίσθηση, μια δεύτερη σκέψη αναφερόμενοι στις προοπτικές της έκδοσης του σχεδιαζόμενου 7ετούς ομολόγου-γνήσιας «επιστροφής» της Ελλάδας, για φρέσκο χρήμα, στις αγορές, γράφει ο Α. Δ.Παπαγιαννίδης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Όταν κλείναμε το σημείωμα της περασμένης Δευτέρας 5/2, είχαμε μια δυσάρεστη αίσθηση, μια δεύτερη σκέψη αναφερόμενοι στις προοπτικές της έκδοσης του σχεδιαζόμενου 7ετούς ομολόγου-γνήσιας «επιστροφής» της Ελλάδας, για φρέσκο χρήμα, στις αγορές. Πάντα υπάρχουν στη διεθνή πραγματικότητα ταρακουνήματα, που μπορούν να διαταράξουν ευαίσθητες εκδόσεις: το 3ετές «ομόλογο Σαμαρά» του Ιουλίου 2014, που είχε πάει (πάλι για 3 δισ. ευρώ) για άντληση κεφαλαίων αλλά έπεσε πάνω στην κρίση μιας μεσαίας πορτογαλικής τράπεζας -της Espirito Santo-, κόντεψε να πάει άπατο (τελικά αυτο-περιορίστηκε, θυμίζουμε, στα μισά του ποσού που στόχευε, δηλαδή στο 1,5 δισ. ευρώ, για να «αφήσει» επιτόκιο 3,5%).
Πάντως, ενώ ετούτη τη φορά το τράνταγμα αναμενόταν π.χ. από τα απόνερα των ιταλικών εκλογών της 4ης Μαρτίου, μας έπεσε στο κεφάλι η βουτιά της Wall Street. Που, ανεξαρτήτως αν τελικά ανασχέθηκε και ίσως γραφτεί ως «διόρθωση» μιας ούτως ή άλλως υπερφουσκωμένης αγοράς -ο Dow Jones βρισκόταν πάνω από τις 25.000 μονάδες, έχασε σε μια μέρα κοντά 5%- έτσι όπως εν συνεχεία αντανακλάστηκε στις ασιατικές και τις ευρωπαϊκές αγορές, οδήγησε σε πάγωμα των κινήσεων. Και «στάση αναμονής» για το ομόλογο.
Περισσότερο όμως κι από αυτήν την προσγείωση, εκείνο που χρειάζεται/οφείλει να κρατηθεί είναι το πόσο ριψοκίνδυνο είναι να χτίζει κανείς σχεδιασμούς μέλλοντος/βάθους χωρίς να κρατάει επιφυλάξεις.
Αναμενόμενο, τώρα, να αμφισβητηθεί σε νέα βάση όλη η πολιτική διαδρομή προς «καθαρή/αυτοδύναμη/αρκετά καθαρή έξοδο»: η ανάγκη αλεξίπτωτου/προληπτικής γραμμής στήριξης/υβριδικού προγράμματος εξόδου θα επανεγκατασταθεί στο προσκήνιο. Ανεξαρτήτως των αμέσως επόμενων βημάτων…
Όμως, με αυτήν την αφορμή θα ‘ταν ίσως καλό να σταθεί κανείς λίγο περισσότερο σ’ εκείνα που πηγαίνουν κάπως βαθύτερα από τη μια έκδοση ομολόγου ή την άλλη πρόβλεψη εξέλιξης ΑΕΠ ή/και πρωτογενούς αποτελέσματος. Ακούγαμε και πάλι τον γενικό διευθυντή του ΙΟΒΕ Νίκο Βέττα να επαναφέρει εκείνο που και προ ημερών εξηγούσε επ’ αφορμή της 3μηνιαίας Έκθεσης: αν η περσινή χρονιά έκλεισε με κάτι σαν 1,5% ρυθμό ανάκαμψης, αν η φετινή χρονιά πορεύεται με τους διεθνείς (και τους δικούς μας) παρατηρητές να προσδοκούν μια μονάδα καλυτέρα, αυτά ισχύουν με μια διεθνή οικονομία σε ζωηρή άνοδο, με μια ευρωπαϊκή καλύτερη σε επιδόσεις (+2,5%) ακόμη και από την αμερικανική (+2,3%), με το ΔΝΤ να σπεύδει να αναβαθμίσει δικές του προβλέψεις για το 2018 (και το 2019) σε 3,9% ετησίως για το σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας. Όταν λοιπόν μια οικονομία-πολυτραυματίας αυτό μόνον καταφέρνει ανακάμπτουσα και πορευόμενη πάνω σε τέτοιο κύμα, θέλει αρκετή αποδοχή κινδύνου για να πιστέψεις ότι ελέγχεις την πορεία προς το αύριο.
Όταν όλοι πλέον το βλέπουν, ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται συνεχή μετακίνηση του παραγωγικού μοντέλου της προς διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά, δηλαδή επενδύσεις σε βάθος χρόνου και με εντελώς νέα στόχευση, η ίδια η βραχυπρόθεσμη ματιά -με όλα να ποντάρονται στη δημιουργία cash buffer ή /και σε ιδεολόγημα «καθαρής εξόδου»- λειτουργεί ανασταλτικά ως προς την πορεία.
Να σταθούμε όμως εδώ και σε μια άλλη προσγείωση: φίλος της στήλης μάς κάκισε που, στο σημείωμα ακριβώς της 5/2, ενσωματώσαμε στη συζήτηση περί ελληνικού ρίσκου την εικόνα των συλλαλητηρίων Θεσσαλονίκης και δη Αθηνών.
Δεν θα σταθούμε στις κυκλοφορούσες φήμες, ψιθύρους, εκτιμήσεις ότι στη σημερινή κυβέρνηση έχει προσφερθεί σιωπηρά -έστω- deal με τη γεωπολιτική συμμετοχή μας στη σταθεροποίηση των Βαλκανίων (=ελαστικότητα στο ζήτημα ονομασίας της πΓΔΜ, αποδοχή εισδοχής της στο ΝΑΤΟ, πορεία προς Ε.Ε.) να αντισταθμίζεται με ελαστικότητα των «εταίρων» στους όρους εξόδου της Ελλάδας από την εποχή των μνημονίων, ή/και τη ρύθμιση του χρέους.
Δεν θα το κάνουμε, διότι και τη φήμη ακόμη αυτή την θεωρούμε «κακόν πράγμα», τη διασύνδεση δηλαδή γεωπολιτικού με οικονομικό. Κι ας μας έφθασαν κι εμάς από υπερατλαντικές κατευθύνσεις αναλυτικά σενάρια, όχι δε μόνον περί διευθέτησης χρέους αλλά και περί στήριξης για άρση των capital controls (άνευ των οποίων η συζήτηση περί επενδύσεων θα συνεχίσει να χωλαίνει. Άσχημα).
Όμως, σκεφθείτε προς στιγμήν το άλλο: με φρέσκια στην Ελλάδα την εικόνα των συλλαλητηρίων, πιστεύετε αληθινά ότι η άλλη εικόνα -εκείνη της εναντίωσης στους πλειστηριασμούς…- θα περάσει, τώρα, εύκολα; Άλλη προσγείωση ελλοχεύει κι εδώ, θαρρούμε.