Το Συνέδριο της «Ναυτεμπορικής» για την τεχνητή νοημοσύνη που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 25 Ιανουαρίου υπήρξε ένα λαμπρό εργαστήριο προβληματισμού, γράφει ο Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος.
Από την έντυπη έκδοση
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Το Συνέδριο της «Ναυτεμπορικής» για την τεχνητή νοημοσύνη που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 25 Ιανουαρίου υπήρξε ένα λαμπρό εργαστήριο προβληματισμού. Οι εκλεκτοί ομιλητές που πήραν μέρος σε αυτό, καθώς και το κοινό που το παρακολούθησε έφεραν στο προσκήνιο μία σειρά από σοβαρά προβλήματα, τα οποία σπανίως αποτελούν αντικείμενο δημόσιας συζήτησης στη χώρα μας.
Η ψηφιακή επανάσταση και η τεχνητή νοημοσύνη, που είναι το άμεσο παράγωγό της, μεταμορφώνουν κυριολεκτικά τον κόσμο μας. Επειδή στηρίζονται δε στη γνώση, στην επεξεργασία της και βεβαίως στην ταχύτητα διάδοσής της, προκαλούν αντιδράσεις για τις οποίες όμως δεν έγινε πολύς λόγος στο Συνέδριο.
Μιλώντας για τις τρέχουσες εξελίξεις ομιλητές όπως οι καθηγητές Ιωσήφ Σηφάκης, Διονύσης Σιμόπουλος, Βασίλης Πλαγιαννάκος, Ηρακλής Βαρλάμης, αλλά και σημαντικοί ερευνητές και υπεύθυνοι επιχειρήσεων, όπως οι Γιάννης Σύρρος, Μιχάλης Κωνσταντινίδης, Κώστας Θεοδωρόπουλος, Ιωάννης Νικολακόπουλος, Χάρης Λιναρδάκης κ.ά., έφεραν στο προσκήνιο μία νέα διάσταση της εποχής μας, που είναι αυτό που ο Αμερικανός μελλοντολόγος Άλβιν Τόφλερ αποκαλεί το «σοκ του καινούργιου».
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία 30 χρόνια, πέρα από την κατάρρευση των τειχών του Ψυχρού Πολέμου και τη συντριβή κάποιων ιδεολογικών οχυρών, έχει κλονιστεί σοβαρότατα και η πεποίθηση σε ορισμένες κοινωνικές, οικονομικές και ιστορικές σταθερές. Η αμφισβήτηση, έτσι, αποτελεί καθημερινή συνήθεια. Παράλληλα, όμως, δημιουργεί και νέα φαινόμενα αντιπαράθεσης, όπως -για παράδειγμα- η σύγκρουση του παλαιού με το καινούργιο ή ο πόλεμος του ψέματος κατά της αλήθειας. Κατά κύριο λόγο, όμως, η εποχή μας, επειδή κύριο χαρακτηριστικό της είναι η ταχύτητα κίνησης και διάδοσης γνώσεων, πληροφοριών, γεγονότων και εικόνων που συνδέονται με αυτά, ευνοεί την αντίδραση στη γνώση μέσω της καλλιέργειας του παραλογισμού και του κύριου συστατικού του, που είναι η άγνοια.
Οι κορυφαίοι ειδικοί της επικοινωνίας και της κατά Γουσταύο Λεμπόν «ψυχολογίας του όχλου» γνωρίζουν, από την άποψη αυτή, ποιον ρόλο μπορούν να παίξουν προς την κατεύθυνση του παραλογισμού ο φόβος και η παραμόρφωση της πραγματικότητας. «Υπάρχει πάντα κάτι το συναρπαστικό στην επιστήμη» έλεγε ο Μαρκ Τουέιν. «Με μία ασήμαντη επένδυση σε αντικειμενικά δεδομένα, μπορείς να έχεις τεράστιες αποδόσεις σε εικασίες». Αυτό συμβαίνει δε διότι, κατά Τζορτζ Όργουελ, «σε κάθε σημαντικό θέμα υπάρχουν πάντα πτυχές που κανείς δεν θέλει να συζητήσει».
Ανοίγει έτσι ο δρόμος σε κάθε είδους καιροσκόπους, της πολιτικής και της οικονομίας κυρίως, για τους οποίους η κερδοσκοπία είναι τρόπος ζωής και άσκησης εξουσίας. Δεν είναι διόλου τυχαία η ανάπτυξη θεωριών συνωμοσίας, η διάδοση ψευδών ειδήσεων (fake news) και θεωριών, η συνειδητή επιστημονική εξαπάτηση και οι πωλήσεις «προστασίας» από νέους, διαδικτυακούς αυτήν τη φορά, «νονούς». Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι, πάνω στις ριζικές και εντυπωσιακές για τον άνθρωπο και τη ζωή του ανατροπές που σηματοδοτούν την εποχή μας, οικοδομούνται νέες σχέσεις εργασίας, με υπόβαθρο τον φόβο, την εξαπάτηση και την οργανωσιά της άγνοιας.
«Όταν η αναζήτηση για την αλήθεια συγχέεται με την υιοθέτηση πολιτικών θέσεων, η επιδίωξη της γνώσης υποβαθμίζεται σε εργαλείο εξουσίας» έγραψε ο Άλστον Τσέιζ.
Κατά τον αριστοτελικό Αμερικανό φιλόσοφο Πίτερ Κεστενμπάουμ, που δίδαξε πολλά χρόνια στο πανεπιστήμιο Σαν Ζοζέ της Καλιφόρνια, οι νέες τεχνολογίες επιτρέπουν πνευματικές εξελίξεις που ακονίζουν την κριτική σκέψη και την ελευθερία και άρα είναι επικίνδυνες για τους ανθρώπους της εξουσίας και για κατεστημένες καταστάσεις. Πριν από αρκετά χρόνια, σε συνάντησή μας στο Ανόβερο, ο καθηγητής μάς έλεγε ότι η διάχυση της γνώσης στην εποχή μας είναι τόσο επικίνδυνη όσο ήταν ο Σωκράτης στην εποχή του: «Ο Έλληνας φιλόσοφος υπήρξε ο πρώτος άνθρωπος που τόλμησε να σκεφθεί αυτόνομα σε μία πολιτικοποιημένη και αλλοτριωμένη κοινωνία, που ήθελε να παραμείνει ακίνητη. Ο θάνατός του όμως δεν εμπόδισε τη φρόνηση, την εντιμότητα και την κριτική σκέψη να αναδειχτούν σε ηγετικά πρότυπα προόδου».
Το μέλλον έχει προχωρήσει και θα πηγαίνει όλο και πιο γρήγορα. Ας μας πείσει, λοιπόν, ότι η διαφορά του από το χθες είναι κυριολεκτικά ασήμαντη με τα σημερινά δεδομένα. Όσοι σκόπιμα βραδυπορούν έτσι, καταναλώνουν παρελθόν χωρίς... μέλλον.