Απόψεις
Παρασκευή, 29 Δεκεμβρίου 2017 10:28

Αυτόνομες ενεργειακές κοινότητες, το μέλλον των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας

Στο άρθρο μου της προηγούμενης εβδομάδας «Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όχημα μιας νέας βιομηχανικής επανάστασης» ανέλυσα τις αλλαγές στο μοντέλο χρηματοδότησης και στην τεχνολογία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), καθώς και την αναδυόμενη αποκέντρωση στην παραγωγή και διανομή ηλεκτρικού ρεύματος από μικρούς παραγωγούς.

Του Ιωάννη Παπαδόπουλου

Στο άρθρο μου της προηγούμενης εβδομάδας «Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όχημα μιας νέας βιομηχανικής επανάστασης» ανέλυσα τις αλλαγές στο μοντέλο χρηματοδότησης και στην τεχνολογία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), καθώς και την αναδυόμενη αποκέντρωση στην παραγωγή και διανομή ηλεκτρικού ρεύματος από μικρούς παραγωγούς. Ωστόσο αυτή η τελευταία εξέλιξη δεν είναι γραμμική, παρά τα άλματα στην τεχνολογία των «έξυπνων δικτύων μεταφοράς και διανομής» (smart grids), καθώς ενδέχεται να μην ευοδωθεί αν περιοριστεί η πρόσβαση των ανεξάρτητων παραγωγών και των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) στα δίκτυα.

Οι μεγάλες επενδύσεις του 20ου αιώνα στην παραγωγή, μεταφορά και διανομή ηλεκτρικού ρεύματος εξασφαλίσθηκαν με οικονομίες εύρους και κλίμακος, ήτοι με το άνοιγμα του δικτύου σε όσο το δυνατόν περισσότερους τελικούς καταναλωτές και με την πληρωμή τελών χρήσης από τις μεγάλες μονάδες παραγωγής προκειμένου να αποσβεσθούν οι πολύ υψηλές κεφαλαιουχικές δαπάνες. Το μοντέλο χρηματοδότησης και λειτουργίας των δικτύων του 20ου αιώνα ευνόησε νομοτελειακά την καθετοποίηση από εταιρείες μεγάλης κεφαλαιοποίησης και την πυραμιδωτή δομή παραγωγής, μεταφοράς και διανομής ρεύματος. Όμως η δυναμική έλευση των ΑΠΕ λόγω της μείωσης του οριακού κόστους παραγωγής και της αυξανόμενης ελαστικότητας της ζήτησης – ζητήματα που ανέλυσα στο προηγούμενο άρθρο μου – τείνουν και εδώ να μεταβάλουν σταδιακά το τοπίο, καθώς ΑΠΕ μπορούν πια να παράγονται από όλους και να διανέμονται προς όλους τους prosumers (producers and consumers), στο βαθμό που δεν την εμποδίζουν δομικά εμπόδια.

Για να καταλάβουμε τι εννοώ ας φανταστούμε μια μικρή ενεργειακή κοινότητα παραγωγών-καταναλωτών ηλεκτρικού ρεύματος από φωτοβολταϊκά τόξα και μικρές οικιακές ανεμογεννήτριες. Με τα νέα δεδομένα, αυτή η κοινότητα μπορεί πια να είναι σε μεγάλο βαθμό ενεργειακά αυτάρκης, με αγοραπωλησίες μεταξύ τους σε τοπικό επίπεδο λόγω του φαινομένου της ελαστικότητας της ζήτησης. Όμως η οικονομική της βιωσιμότητα θα εξαρτηθεί από την εμπορική σχέση που θα αναπτύξει με το εθνικό δίκτυο μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος (grid). Το όνειρο των ελευθεριακών οικολόγων για μια εντελώς δωρεάν πρόσβαση στο δίκτυο των αποκεντρωμένων παραγωγών ενέργειας από ΑΠΕ δε στέκει οικονομικά, καθώς θα επρόκειτο για μια κλασική περίπτωση free rider, δηλαδή δωρεάν χρήσης μιας υποδομής που θα έχει κατασκευαστεί με δαπάνες άλλων. Από την άλλη μεριά, αν οι αποκεντρωμένοι παραγωγοί πληρώνουν την πρόσβαση στο δίκτυο το ίδιο με τους μεγάλους παραγωγούς ρεύματος και η δική τους ενέργεια πωλείται στον διαχειριστή των δικτύων με τους ίδιους όρους που έχουν εξασφαλίσει εμπορικά οι μεγάλοι παραγωγοί π.χ. πυρηνικής ενέργειας ή ενέργειας από άνθρακα, είναι φανερό ότι θα σβήσουν επιχειρηματικά.

Συνεπώς, αυτό που απαιτείται για την πλήρη ανάπτυξη του δυναμικού των ΑΠΕ είναι μια μέση οδός στο θέμα της πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς και διανομής: ούτε δωρεάν χρήση ούτε εξομοίωση με τις μονάδες που έχουν επιτύχει μεγάλες οικονομίες κλίμακος. Αντ’ αυτών, απαιτούνται δύο πράγματα: πρώτον, η εξαίρεση των μικρών παραγωγών – φυσικών προσώπων ή ΜΜΕ – από τις υποχρεώσεις εξισορρόπησης του δικτύου (δηλαδή διαρκούς και σταθερής παροχής ρεύματος για να μην κλονιστεί η ευστάθεια του συστήματος) και δεύτερον, η κατά προτεραιότητα πώληση του περίσσιου ηλεκτρικού ρεύματος (δηλαδή αυτού που δεν μπορεί να καταναλώσει άμεσα η ενεργειακή κοινότητα) στο δίκτυο προκειμένου να διαθέτουν αρκετή ρευστότητα οι μικροί παραγωγοί. Αυτές ακριβώς ήταν και οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο λεγόμενο Χειμερινό Πακέτο Καθαρής Ενέργειας που παρουσίασε το Νοέμβριο 2016, με σκοπό την δυναμική προώθηση των ΑΠΕ και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής από την καύση ορυκτών καυσίμων.

Όμως οι κυβερνήσεις των 28 είχαν άλλη άποψη. Στο τελευταίο Συμβούλιο Ενέργειας της 18ης Δεκεμβρίου, οι παραπάνω πρόνοιες, με τις οποίες θα δινόταν μεγάλη ώθηση στους πολίτες και στις ΜΜΕ να παράγουν, να καταναλώνουν και να εμπορεύονται τοπικά ηλεκτρικό ρεύμα και να πωλούν στο εθνικό δίκτυο την περίσσια ενέργεια, αλλοιώθηκαν ουσιωδώς, καθώς δόθηκε η δυνατότητα μονομερούς σχετικής απόφασης σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ. Κατ’ ουσίαν, το Συμβούλιο Ενέργειας επιθυμεί να εξαιρεθεί εντελώς το καθεστώς ενίσχυσης της θέσης των μικρών αυτόνομων παραγωγών ΑΠΕ από το ευρωπαϊκό πλαίσιο ρύθμισης και να αφεθεί ελεύθερη η εθνική νομοθεσία σ’ αυτό το πεδίο. Όμως έτσι δημιουργείται ένα καθεστώς ασάφειας, η οποία δεν επιτρέπει το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και απωθεί τις μικρής κλίμακας επενδύσεις σε ΑΠΕ. Με άλλα λόγια, παγιώνεται προσοδοθηρικά ένα καθεστώς ευνοιοκρατίας προς τις μεγάλες επιχειρήσεις, ένα καθεστώς 20ου και όχι 21ου αιώνα. Σειρά έχει τώρα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο θα πρέπει να αποφανθεί ως συννομοθέτης της ΕΕ και δε θα πρέπει να υποχωρήσει μπροστά σ’ αυτήν την οπισθοδρόμηση.