Απόψεις
Τρίτη, 19 Δεκεμβρίου 2017 07:00

Η μητέρα των μαχών

Όσο καλύτερα θα τα πηγαίνει η οικονομία τόσο θα πρέπει να σκληραίνει η στάση των αρχών στη διευθέτηση των «κόκκινων» δανείων. Αυτή φαίνεται να είναι η αντίληψη που επικρατεί στους θεσμούς και ιδίως στο ΔΝΤ, το οποίο εξακολουθεί να χτυπά καμπανάκι για τον υψηλό λόγο μη εξυπηρετούμενων δανείων προς ΑΕΠ σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, γράφει ο Βασίλης Κωστούλας.

Aπό την έντυπη έκδοση

Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]

Όσο καλύτερα θα τα πηγαίνει η οικονομία τόσο θα πρέπει να σκληραίνει η στάση των αρχών στη διευθέτηση των «κόκκινων» δανείων. Αυτή φαίνεται να είναι η αντίληψη που επικρατεί στους θεσμούς και ιδίως στο ΔΝΤ, το οποίο εξακολουθεί να χτυπά καμπανάκι για τον υψηλό λόγο μη εξυπηρετούμενων δανείων προς ΑΕΠ σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος.

Παράγοντες του Ταμείου θεωρούν ότι η μείωση των «κόκκινων» δανείων είναι πολύ πιο αργή σε σχέση με τους ρυθμούς ανάπτυξης, οι οποίοι έχουν γυρίσει σε θετικά πρόσημα.

Αναγνωρίζουν ότι η σωρευμένη ύφεση των προηγούμενων ετών δεν επέτρεπε μια επιθετική πολιτική που θα επιδείνωνε την κατάσταση και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο πιέζουν τώρα για κλιμάκωση της διαχείρισης, επικαλούμενοι το μομέντουμ που κατά τη γνώμη τους δημιουργεί η συγκυρία της οικονομικής ανάκαμψης.

Ειδικότερα, οι θεσμοί διατηρούν την πεποίθηση ότι «τουλάχιστον κάποιοι από τους κατόχους μη εξυπηρετούμενων δανείων έχουν τη δυνατότητα να αποπληρώσουν, αλλά ενδεχομένως δεν το κάνουν για στρατηγικούς λόγους». Θεωρούν δε πως υπάρχει ισχυρή προστασία της βασικής κατοικίας, η οποία «επιτρέπει στους δανειολήπτες να περιμένουν για μια καλύτερη συμφωνία».

Η ανάλυση αυτή αποκτά ιδιαίτερη σημασία εν όψει της λήξης και της τελευταίας προστασίας της πρώτης κατοικίας στην Ελλάδα στο τέλος του 2018.

Η διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων ανάγεται στη μητέρα των μαχών, σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Την ώρα που η κυβέρνηση επαίρεται για τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας, οι θεσμοί αυξάνουν τις πιέσεις με στόχο την επιθετική διενέργεια των πλειστηριασμών.

Το βέβαιο είναι ότι, καλώς ή κακώς, δεν μπορεί να υπάρξει αληθινή προοπτική ανάπτυξης χωρίς μια λύση στα «κόκκινα» δάνεια, δηλαδή στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών και κατ’ επέκταση στη ρευστότητα για επενδύσεις και αύξηση του ΑΕΠ.

Η διαδικασία θα είναι επώδυνη, σταδιακή και χρονοβόρα. Το κοινωνικό κόστος από τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μετατρέπεται σε μεγάλο «αγκάθι» που ως τέτοιο αναμένεται να προσμετρηθεί και στους πολιτικούς υπολογισμούς της κυβέρνησης.